Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2006

Δημοκρατία και Τοπική Αυτοδιοίκηση

Η πόλη, εξαιτίας της στενής επαφής της με τους πολίτες, παραμένει αν όχι ο μοναδικός, τουλάχιστον ο ουσιωδέστερος πυρήνας της δημοκρατίας και ο χώρος όπου μπορούν να γίνουν όλες οι αλλαγές, που απαιτούνται από τους πολίτες. Η πόλη είναι μια ζωτικής σημασίας δύναμη για τις συλλογικές προσπάθειες, που παρέχει στους πολίτες τον πολιτικό προσανατολισμό για να επιτύχουν την κοινωνική δικαιοσύνη και την πλήρη συμμετοχή τους στην πολιτική διαδικασία.
Από την άλλη, η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι ένας από τους σημαντικότερους στυλοβάτες της δημοκρατίας. Η αυξανόμενη συμμετοχή των πολιτών σε όλα τα επίπεδα παραμένει το πρότυπο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και μαζί με τη διοικητική αποκέντρωση της εξουσίας της Κεντρικής Κυβέρνησης, αποτελούν τις δύο γνήσιες αρχές της κοινωνικής δημοκρατίας παγκοσμίως.
Όμως, η συμμετοχή στη δημοκρατία δεν πρέπει να περιορίζεται στην ψηφοφορία στις εκλογές. Είναι περισσότερο από αυτό. Είναι μια διαδικασία αφομοίωσης της δημοκρατικής ζωής, ιδιαίτερα για τους νέους και για το λόγο αυτό αναγκαία είναι μια μεγάλης κλίμακας εκστρατεία πληροφόρησης ως προς την αναγκαιότητα συμμετοχής των πολιτών στην διαδικασία λήψεως των αποφάσεων. Η πληροφόρηση αυτή οφείλει να προσδιορίσει τις γνήσιες ευκαιρίες για δράση και να προκαλέσει τον δημόσιο διάλογο με τους πολίτες. Να υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση σε όλα τα επίπεδα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η οποία θα εγγυάται σε όλους τους πολίτες, την ισότιμη μεταξύ των ανδρών και των γυναικών συμμετοχική άσκηση της εξουσίας. Εν γένει σημαίνει το άνοιγμα και τη διαφάνεια της λειτουργίας των Τοπικών Αυτοδιοικήσεων και τη συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων.
Εν τω μεταξύ, η διαδικασία της λήψης των αποφάσεων αλλάζει μόνιμα ολοένα και περισσότερο παγκοσμίως. Η εμφάνιση και η αμοιβαία διασύνδεση μεταξύ του τοπικού, περιφερειακού, εθνικού και ακόμα και διεθνούς επιπέδου σε πολλές σφαίρες της ζωής μας θέτουν τις δυσκολίες σε εκείνους τους πολίτες που επιθυμούν να έχουν μια ισχυρότερη φωνή στις πολιτικές αποφάσεις, οι οποίες έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον τους.
Μια λύση σ’ αυτό το πρόβλημα μπορεί να είναι η ενίσχυση της παλαιάς αρχής «σκέψου συνολικά και δράσε τοπικά» και της σχετικά νέας αρχής της “επικουρικότητας”. Η αποδοτική εφαρμογή αυτών των αρχών μπορεί στην πράξη να εξασφαλίσει ότι οι αποφάσεις για τους πολίτες λαμβάνονται στο επαρκέστερο αντίστοιχο επίπεδο. Η εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας υποχρεώνει την Κεντρική Κυβέρνηση να αφουγκράζεται και συνεργάζεται με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και περιλαμβάνει την αυξανόμενη ενδοσυνεννόηση μεταξύ των Αυτοδιοικήσεων σε τοπικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Βοηθά να διαιρέσει, να διευκρινίσει και να εγγυηθεί τα δικαιώματα και τις ευθύνες μεταξύ των διαφορετικών επιπέδων λήψεως των αποφάσεων και δείχνει την καλύτερη οδό, μέσω της οποίας και με ποιο τρόπο η αλληλεγγύη μπορεί να χρησιμοποιηθεί.
Η αποδοτική πρακτική της επικουρικότητας παρέχει επίσης τη δυνατότητα να καταπολεμηθούν όλες οι μορφές συγκέντρωσης και γραφειοκρατικοποίησης, οι οποίες οδηγούν στην πολιτική απάθεια μεταξύ των πολιτών.
Οι αρχές αυτές μπορούν να εφαρμοστούν αποτελεσματικά, εάν οι πολίτες είναι έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν τα δικαιώματά τους και να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους. Θέτει το ζήτημα ότι το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να λάβει υπόψη τις νέες απαιτήσεις της παγκοσμιοποίησης, το ζήτημα της δυνατότητας πρόσβασης στην κοινωνία της πληροφορίας καθώς επίσης και την αυξανόμενη σημασία της ροής των πληροφοριών σε τοπικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Το διευρυνόμενο χάσμα σε αυτούς τους τομείς μεταξύ των διαφορετικών περιοχών του κόσμου είναι ένας από τους κύριους λόγους διάκρισης της ανθρωπότητας σε πλούσιο και φτωχό, αναπτυγμένο και υπανάπτυκτο, τους νικητές και τους ηττημένους της παγκοσμιοποίησης.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να κάνει πολλά για να σμικρύνει αυτό το χάσμα με την προετοιμασία των πολιτών της, έτσι ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της νέας εποχής, αλλά και να βρεθούν νέες μέθοδοι αποδοτικής λειτουργίας της τοπικής δημοκρατίας. Οι νέες προκλήσεις του κόσμου μας απαιτούν απαντήσεις με νέους τρόπους δράσης.
Δεν πρέπει, επίσης, να ξεχάσουμε ότι για τη βελτίωση της τοπικής δημοκρατίας θα πρέπει να υπάρξει αφενός μεν μια ισορροπία μεταξύ των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των ελευθεριών και αφετέρου δε η μόνιμη πάλη με τα αίτια που προκαλούν την κοινωνική αναστάτωση και δυναμιτίζουν την κοινωνική συνοχή. Και τα δύο στοχεύουν στην υπεράσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, αλλά με μια ισχυρότερη έμφαση στην καταπολέμηση της ανεργίας, της οικονομικής κρίσης, της δωροδοκίας, της βίας, των ναρκωτικών, ή των διαφορετικών μορφών διάκρισης. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αναλύουμε συνεχώς τα αποτελέσματα των νέων φαινομένων, όπως οι αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία, στο ρόλο του κράτους στην κοινωνία, την τεχνολογία της επικοινωνίας και των πληροφοριών ή τον μετασχηματισμό των πολιτιστικών και ανθρώπινων αξιών.
Είμαι πεπεισμένος ότι οι απαντήσεις σε αυτές τις προκλήσεις – στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η ενίσχυση της τοπικής δημοκρατίας, η συμμετοχή των πολιτών στη λήψη των αποφάσεων, η διοικητική αποκέντρωση της Κεντρικής Εξουσίας και η έμπρακτη επίδειξη αλληλεγγύης στα αδύναμα μέλη της κοινωνίας – θα δώσουν ένα αποδοτικό πλαίσιο για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, προκειμένου να πραγματοποιήσει τον κύριο στόχο της, ο οποίος είναι να εξυπηρετηθούν οι άνθρωποι.
Η ανάπτυξη ενός πολιτισμένου διαλόγου μεταξύ της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αφενός και των πολιτών, των κοινωνικών ομάδων, των Ενώσεων και των αντιπροσώπων του οικονομικού κόσμου καθώς επίσης και άλλων φορέων, που συνθέτουν την κοινωνία των πολιτών αφετέρου, όχι μόνον είναι άκρως επιβεβλημένη, αλλά θα πρέπει να είναι και ουσιαστική.
Η προώθηση της οικοδόμησης μιας ευρείας και ισχυρής κοινωνίας πολιτών είναι βασική προϋπόθεση για την αποδοτική συμμετοχή των πολιτών στη ζωή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και θα δώσει περισσότερες ευκαιρίες να αντιπροσωπευθούν και να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους οι άνθρωποι εκείνοι που βρίσκονται ή βρέθηκαν αντιμέτωποι με τα Όργανα της αυταρχικής άσκησης της κρατικής εξουσίας.
Μπορεί να γίνει, επίσης, ένα εργαλείο για μια νέα εναλλακτική λύση στην αντίφαση μεταξύ του Κράτους και της αγοράς, ένας ενεργός μεσολαβητής στην εύρεση της συναίνεσης σε κοινά θέματα, ένας υποστηρικτής της ουκ ολίγες φορές ξεχασμένης κοινωνικής συνοχής.
Στα πλαίσια αυτά, οι τοπικές Οργανώσεις οφείλουν και μπορούν να αποτελέσουν την γέφυρα επικοινωνίας με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, είτε δημοτική είναι αυτή, είτε νομαρχιακή και να σμικρύνουν το χάσμα μεταξύ της πολιτικής και της κοινωνίας.
Η κοινωνία των πολιτών μπορεί και επιβάλλεται να ελέγξει τον δημόσιο τομέα, διασφαλίζοντας κατά συνέπεια τη διαφάνεια και το άνοιγμα των τοπικών αρχών. Από την άλλη, η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να ωφεληθεί τα μέγιστα από αυτήν την ποικιλομορφία, χρειάζεται τον έλεγχο της κοινωνίας των πολιτών και χρειάζεται τη σημαντική συμβολή της στη βελτίωση της τοπικής ζωής.
Γι’ αυτό η Τοπική Αυτοδιοίκηση θα πρέπει να τονώσει την ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών με την κατάρτιση και αξιοποίηση των υπαρχόντων φορέων για τους πολίτες και παρέχοντας την πολιτική και οικονομική ενίσχυση για ανάπτυξη νέων πρωτοβουλιών. Πρέπει να προσφέρει την υποστήριξή της, προκειμένου να δημιουργηθεί το δημοκρατικό, νομικό και οικονομικό υπόβαθρο για το ρόλο αυτών των οργανώσεων. Πρέπει να αντιδράσει θετικά και ελαστικά στις θετικές και νέες ενέργειες, είτε αφορούν τον τομέα των περιβαλλοντικών ζητημάτων, είτε της υγείας, κατοικίας, παροχής βοήθειας στους άστεγους, στα άτομα με ειδικές ανάγκες, στα ορφανά, να υποστηρίξει και αναλάβει δραστηριότητες για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, την αντιμετώπιση των προβλημάτων των γυναικών, των μεταναστών και άλλων.
Ισχυρή κοινωνία πολιτών σημαίνει ισχυρή δημοκρατία και ισχυρή δημοκρατία σημαίνει δημοκρατική τοπική αυτοδιοίκηση.
Θα πρέπει, τέλος, να επισημανθεί ότι είναι αναγκαίο και επιβεβλημένο από τα πράγματα να αλλάξει ο τρόπος της οικονομικής σχέσης μεταξύ της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και της Κεντρικής Κυβέρνησης.
Συγκεκριμένα, η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρέπει να έχει το δικαίωμα, μέσα στα πλαίσια της εθνικής οικονομικής πολιτικής, να έχει πρόσβαση σε επαρκείς οικονομικούς πόρους, αντίστοιχους με τις ευθύνες που παρέχονται από το Σύνταγμα και τους Νόμους. Οι μηχανισμοί για την οικονομική ανακατανομή πρέπει να λειτουργήσουν στα πλαίσια των αρχών της αλληλεγγύης και της δικαιοσύνης μεταξύ των πλούσιων και φτωχών τοπικών αυτοδιοικήσεων.
Μολαταύτα, στη χώρα μας έχει καταστεί καθεστώς η πολιτική διάκριση στη χρηματοδότηση των τοπικών αυτοδιοικήσεων, η οποία δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια αυταρχική έκφανση άσκησης της πολιτικής δύναμης της Κεντρικής Εξουσίας, η οποία είναι αντιφατική σε αυτήν την αρχή.
Συγκεκριμένα, ενώ στις ευρωπαϊκές χώρες η Τοπική Αυτοδιοίκηση ή η Νομαρχία ή η Περιφέρεια έχουν πόρους που αγγίζουν το 30%, το 40%, το 50% ή και πολλές φορές και το 80% των φόρων των εισοδημάτων των κατοίκων τους, στην Ελλάδα ουσιαστικά εξαρτάται όλη η Αυτοδιοίκηση από την καλή διάθεση του εκάστοτε υπουργού για το κατά πόσο η κυβέρνηση προτίθεται να δώσει κάτι για τη λειτουργία της Αυτοδιοίκησης. Οι μισοί Δήμοι της χώρας δεν είναι βιώσιμοι. Αδυνατούν να αξιοποιήσουν τα χρήματα που προορίζονται για έργα υποδομής. Το ιδιαίτερα μικρό ποσοστό 3%, του κρατικού προϋπολογισμού που δίνεται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, δεν της επιτρέπει να εκπληρώσει με αποτελεσματικότητα την αποστολή της, σε μια χρονική στιγμή που όλοι συμφωνούν ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρέπει να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της χώρας.
Οι νέοι Δήμοι δεν μπορούν ακόμη, ούτε στοιχειώδεις υπηρεσίες να προσφέρουν στους δημότες, αφού καμιά από τις υπεσχημένες ενισχύσεις, για ποσοτική και ποιοτική αναβάθμιση των παραγομένων υπηρεσιών, δεν έχει υλοποιηθεί. Στους Δήμους σήμερα υπηρετεί προσωπικό απαίδευτο στις νέες αρμοδιότητες, ενώ οι εργαζόμενοι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, δεν υπερβαίνουν το 10%, ίσως είναι και λιγότερο. Ο μηχανολογικός εξοπλισμός έχει διατεθεί με αδιαφάνεια και δεν εξυπηρετεί ουσιαστικές ανάγκες των Δήμων, αφού στις περισσότερες περιπτώσεις αγνοήθηκαν προκλητικά τα αιτήματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται αντί να λύνονται προβλήματα στη λειτουργία τους.
Τα προβλήματα της διοικητικής και οικονομικής λειτουργίας των νέων Δήμων δεν έχουν αντιμετωπιστεί με άμεσες και αποτελεσματικές ρυθμίσεις, με συνέπεια σήμερα να υφίσταται αδυναμία ουσιαστικής λειτουργίας τους. Η δημιουργία δημοτικών επιχειρήσεων, για κάθε μια δραστηριότητα θα οδηγήσει – αν δεν έχει ήδη γίνει - στην υπερχρέωση αυτών των επιχειρήσεων.
Επιτέλους, θα πρέπει να δοθεί ένα τέλος στην άνιση διανομή των πηγών χρηματοδότησης, με την ενίσχυση των διαδικασιών και των μέτρων που εγγυώνται την οικονομική αυτονομία των τοπικών αυτοδιοικήσεων και της βασικής ελευθερίας τους να ασκήσουν την πολιτική διακριτικότητα μέσα στην αρμοδιότητά τους, σχεδιάζοντας και υλοποιώντας την δική τους προοπτική στην ανάπτυξη και χωρίς να εξαρτώνται από την εκάστοτε ευαρέσκεια οιουδήποτε πολιτικού μεσσία.
Η διαφάνεια αφενός και ο αποτελεσματικός δημόσιος έλεγχος στους τοπικούς πόρους χρηματοδότησης, σε συνδυασμό με την οικονομική αυτονομία των Τοπικών Αυτοδιοικήσεων είναι άκρως αναγκαίοι και θα πρέπει να είναι και ουσιαστικοί. Χωρίς την εφαρμογή αυτών των αρχών η δημοκρατική λειτουργία των Τοπικών Αυτοδιοικήσεων θα παραμένει ένας αιώνιος στόχος…

Περί συλλογικής ευθύνης ο λόγος

Γνωστό είναι ότι τα μέλη μιας ομάδας, είτε αυτή είναι πολιτική, είτε αθλητική, κ.λ.π., χάριν επιτεύξεως του σκοπού που έχουν θέσει, θα πρέπει να συστρατεύονται και να παραμερίζουν τις ατομικές επιδιώξεις ή φιλοδοξίες τους. Διαφορετικά η αποτυχία είναι πιστοποιημένο ότι θα είναι βέβαιη.
Από την άλλη, η λειτουργία ενός πολιτικού φορέα, που θέλει να λέγεται ότι είναι δημοκρατικός, διέπεται, μεταξύ άλλων, και από την αρχή της συλλογικής ευθύνης, πράγμα που σημαίνει ότι και στην επιτυχία, αλλά και στην αποτυχία την ευθύνη δεν φέρει μόνον ο επικεφαλής του πολιτικού φορέα, αλλά και τα μέλη του, καθόσον η άσκηση ή μη πολιτικών δράσεων είναι ευθύνη όλων και όχι του ενός.
Στις προηγούμενες εκλογές ο κ.Πρίντζος ηγήθηκε του συνδυασμού ΜΑΓΝΗΣΙΑ ΜΕΛΛΟΝ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ”, ο οποίος απαρτιζόταν από 49 υποψηφίους νομαρχιακούς συμβούλους και διεκδίκησε το χρίσμα της αναλήψεως των ευθυνών της Νομαρχίας Μαγνησίας. Μεταξύ των υποψηφίων ήταν και ο κ. Αθανάσιος (Σάκης) Κοκκίνης, τον οποίο επέλεξαν 12.064 συντοπίτες μας, αναδειχθείς πρώτος στην προτίμηση των εκλογέων, που επέλεξαν τον συνδυασμό αυτό και μάλιστα σε ποσοστό 6,78%!!
Ακολούθως, ο απερχόμενος Νομάρχης κ.Πρίντζος περιέβαλε τον κ.Κοκκίνη με απόλυτη εμπιστοσύνη και ως πρωτοκλασάτο συνεργάτη του, του εμπιστεύθηκε την προεδρία της ΑΝ.Ε.Μ..
Προ τριμήνου περίπου ο κ.Κοκκίνης κατήγγειλε τον νυν Νομάρχη για ανικανότητα, χαρακτήρισε το έργο του ανύπαρκτο και προανήγγειλε την δημιουργία δικού του νέου πολιτικού συνδυασμού ενόψει την προσεχών εκλογών.
Μολαταύτα, από την κριτική του κ.Κοκκίνη απουσιάζει η αναμενόμενη αυτοκριτική του, αφού συνυπεύθυνος για την ανυπαρξία έργου είναι και ο ίδιος και δεν νομιμοποιείται να εξαιρεί τον εαυτό του σήμερα, όταν καθόλη τη διάρκεια της 4ετούς θητείας του ουδέποτε δήλωσε δημόσια ο,τιδήποτε εναντίον της απερχόμενης νομαρχιακής αρχής, αλλά και κατά του κ.Πρίντζου προσωπικά, ούτε και αποστασιοποιήθηκε με κάποιο ευδιάκριτο τρόπο από τη δημοσιότητα και τις τιμές, που απολάμβαναν οι λοιποί εκλεχθέντες με τον συνδυασμό του κ.Πρίντζου νομαρχιακοί σύμβουλοι, έτσι ώστε να μπορεί να υποστηριχθεί η άποψη ότι τάχα ο ίδιος είχε καταστεί ξένο σώμα από την απερχόμενη νομαρχιακή αρχή.
Με βάση τα δημοσιεύματα του τοπικού Τύπου διάχυτη είναι η αίσθηση ότι η πρόσφατη αποχώρησή του κ.Κοκκίνη από τον συνδυασμό του κ.Πρίντζου δρομολογήθηκε όταν διαπίστωσε ότι η Νέα Δημοκρατία προωθούσε τον τελευταίο εκ νέου και για τις επερχόμενες εκλογές ως υποψήφιο Νομάρχη, αντί για τον ίδιο και παρότι εκείνος διέβλεπε την επερχόμενη εκλογική αποτυχία του κ.Πρίντζου, η οποία θα ματαίωνε αναγκαστικά και την ικανοποίηση των προσωπικών του φιλοδοξιών (αλήθεια η συμπεριφορά αυτή δεν θυμίζει, τηρουμένων των αναλογιών, την παροιμία εκείνη που λέει ότι «όταν βυθίζεται το πλοίο, τα πρώτα που το εγκαταλείπουν είναι …»;); Οι σκέψεις αυτές παρέχουν μια λογική εξήγηση για τον λόγο που απέρριψε και τις όποιες προσπάθειες έγιναν από πλευράς τόσο του κ.Πρίντζου, όσο και της τοπικής οργάνωσης της Νέας Δημοκρατίας, προκειμένου να αποσοβήσουν τον ορατό κίνδυνο διαρρήξεως της συνοχής τους.
Ύστερα από όλα αυτά θα περίμενε κανείς από τον κ.Κοκκίνη, ο οποίος ζητά και πάλι τη ψήφο μας, αυτή τη φορά ως υποψήφιος Νομάρχης, σαφή δείγματα υπευθυνότητας και προπάντων ταπεινοφροσύνης ως προς τον τρόπο προβολής του από τα ΜΜΕ, τα οποία μέχρι και σήμερα δεν έχουμε δει.
Εν κατακλείδι, η μηδενιστική κριτική του κ.Κοκκίνη για το έργο της απερχομένης νομαρχιακής αρχής έχει βαρύνουσα σημασία και ασφαλώς θα εκτιμηθεί αναλόγως, καθόσον ως συνεργάτης του κ.Πρίντζου είχε ιδία γνώση για την ανικανότητα και ανυπαρξία του έργου, το οποίο ο απερχόμενος Νομάρχης επιχείρησε να χαρακτηρίσει ως …επιτυχημένο, όπως αξιοσημείωτο είναι και ότι η διάσταση μεταξύ των δύο αυτών πολιτικών ανδρών δεικνύει ότι ο κ.Πρίντζος δεν εκπροσωπεί ένα συμπαγή πολιτικό συνδυασμό, αλλά μια συγκυριακή συνεύρεση αυτόνομων προσωπικοτήτων, οι οποίες αναζητούν ευκαιρίες για την ικανοποίηση προσωπικών φιλοδοξιών τους.
Τέλος, αυτονόητη είναι η επισήμανση ότι οι ανωτέρω σκέψεις και απόψεις εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τον γράφοντα και όχι, κατ’ ανάγκην, και τον Συνδυασμό, με τον οποίο κατέρχεται ως υποψήφιος.-

"Είμαστε λιποτάκτες της ζωής ;"

Το ήθος των αρχόντων είναι όμοιο με το ήθος των αρχομένων
ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ (προς Νικοκλέα, 31)

Από την αρχή του Χρόνου, οι περισσότεροι άνθρωποι νιώθουν ότι παλεύουν με τη ζωή, επειδή αυτή καταλήγει αναπόφευκτα στο θάνατο. Η ζωή είναι ωσάν ένα χαλί, που κάποιος το τραβά σιγά - σιγά κάτω τα πόδια μας, μέχρι να πέσουμε. Έτσι, οι περισσότεροι από μας αισθανόμαστε ότι η ζωή μας είναι βασικά ένας αγώνας ενάντια στις περιστάσεις.
Ναι, βγάζουμε το ψωμάκι μας, συντηρούμε την οικογένειά μας, αγαπούμε και μισούμε, τρέχουμε πίσω από τις χίμαιρες των μικρών μας επιθυμιών, αλλά τι ΑΛΗΘΙΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ;
Αυτή η ερώτηση απευθύνεται σε όλα τα είδη των ανθρώπων, από τους επιστήμονες μέχρι τους καλλιτέχνες, από τους μαθηματικούς και τους θρησκευόμενους, από τον κάθε είδους επαγγελματία μέχρι και τον τελευταίο αγρότη και νησιώτη της Μαγνησίας.
Αν βγάλουμε αυτή την κεντρική ασχολία από τη ζωή μας, σύντομα θα διαπιστώσουμε ότι ζούμε σε μια κενότητα, ότι ζούμε άστοχα, χωρίς να κάνουμε τίποτα το ουσιαστικό. Στην πραγματικότητα δεν ζούμε: απλά συνεχώς σχεδιάζουμε να ζήσουμε.
Συμπολίτες, βγείτε από το λήθαργο.
Επειδή μεγαλώσαμε και διαπιστώσαμε ότι δεν υπάρχουν πολιτικοί μεσσίες, αρχοντοπούλες και βασιλόπουλα, που θα μπορούσαν να αλλάξουν τη ζωή στην πόλη μας, αντί να δραστηριοποιηθούμε και να πάρουμε τις τύχες της στα χέρια μας, καθόμαστε απαθείς και βλέπουμε τη ζωή να προσπερνά, χαμένοι μέσα στη μετριότητα, ανώνυμοι μέσα στο πλήθος.
Αν δεν είμαστε ευχαριστημένοι από την ποιότητα της ζωής μας, από τον αέρα που αναπνέουμε, από τα νερά που πίνουμε, από την καθημερινότητα, από το προσδοκούμενο με βάση το σήμερα μέλλον, τότε θα πρέπει για όλα αυτά να κατηγορούμε τον εαυτό μας και όχι τους πολιτικούς, που διαχειρίστηκαν για λογαριασμό μας, τις τύχες της πόλης μας, του χωριού μας, του Νομού μας, του περιβάλλοντός μας, επειδή εμείς υπήρξαμε λιποτάκτες του ζωής, δεν ενδιαφερθήκαμε και δεν δραστηριοποιηθήκαμε για να κάνουμε τη ζωή μας καλύτερη.
«Στους κινδύνους του πολέμου κανένας λιποτάκτης δεν κατηγορεί τον εαυτό του, αλλά το στρατηγό, τον συμμαχητή του, όλους τους άλλους. Οι αίτιοι της ήττας, όμως, είναι βέβαια οι λιποτάκτες. Γιατί θα μπορούσε να μείνει στη θέση του αυτός που κατηγορεί τους άλλους κι αν έκανε το ίδιο ο καθένας, θα νικούσαν!», όπως έλεγε και ο πρόγονός μας, πολιτικός και ρήτορας, Δημοσθένης ο Αθηναίος.
Ο συνδυασμός, που έχω την τιμή να συμμετέχω, αλλά και ο ίδιος ο Απόστολος Παπατόλιας προσωπικά, σας απηύθυνε εξαρχής διαρκή πρόσκληση να συμμετάσχετε στους τομείς που δημιούργησε, προκειμένου, ανά αντικείμενο, να καθοριστεί το πρόγραμμα δράσης του συνδυασμού, πρόγραμμα το οποίο δεν θα μας επιβληθεί από κανέναν, αλλά θα συνδιαμορφώσουμε εμείς οι ίδιοι.
Είναι ευκαιρία να θέσουμε τα θεμέλια για μια δραστήρια τοπική κοινωνία των πολιτών, που θα έχει άποψη και θα δραστηριοποιείται για να αλλάξουμε τον τόπο μας και να ζήσουμε το μέλλον σήμερα.
Αφήστε τα τηλεκοντρόλ της αδράνειας και πείτε τη γνώμη σας. Ξεκινήστε την αλλαγή από τον τρόπο της ζωή σας. Όλοι μαζί μπορούμε να δώσουμε μια ισχυρή απάντηση σε όλους εκείνους που μας θυμούνται μόνο στις εκλογές: «είμαστε εδώ κι εμείς διαφεντεύουμε τις τύχες μας. Ο Νομάρχης και ο Δήμαρχος, που θα εκλέξουμε, θα είναι το δικό μας “μακρύ χέρι”. Δεν πιστεύουμε σε χαρισματικούς ηγέτες που μας επιβάλλονται άνωθεν. Θέλουμε ανθρώπους που να προέρχονται από μας και να είναι σαν και μας».
Αυτό το καινούργιο μήνυμα - πρόσκληση φέρνει σε όλους εσάς ο συνδυασμός μας, ηχηρή απάντηση στη σημερινή διοίκηση της Νομαρχίας και στην πεπαλαιωμένη αντίληψη που εκφράζει ο κ. Πρίντζος, ο οποίος μας λησμόνησε και χάθηκε κι αυτός, κι εμείς, στο βάλτο της μετριότητας…

"ΠΡΟΤΙΜΗΣΗ & ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ" και ποιός ο ρόλος τους στην πολιτική ζωή

Είναι δύο εκ διαμέτρου αντίθετες έννοιες, αφού, κατά βάσιν, η μεν “προτίμηση” αποσκοπεί στην ικανοποίηση προσωπικών επιθυμιών και εκφράζεται με το “θέλω”, ενώ η “προτεραιότητα” στην ικανοποίηση άμεσων και επιτακτικών βιοτικών αναγκών και εκφράζεται με το “πρέπει”.
Βέβαια, θα μπορούσε να πει κανείς ότι υπάρχουν και περιπτώσεις όπου το “θέλω” δεν αναιρεί το “πρέπει” και το αντίθετο και είναι τούτο αληθές, αφού υπάρχουν κάποιες ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις, οι οποίες, όμως, δεν αναιρούν τον κανόνα, όπως αλήθεια είναι ότι αναλώνουμε τη ζωή μας ευρισκόμενοι σε μια διαρκή πάλη ανάμεσα στις δύο αυτές έννοιες, πλην, όμως, ο τρόπος στάθμισής τους και ικανοποιήσεως του ενός ή του άλλου αποτελεί το στίγμα της προσωπικής στάσης ζωής και του χαρακτήρα του καθενός από μας.
Αναβιβάζοντας το ζήτημα τούτο στο στίβο της πολιτικής, έχει πραγματικό ενδιαφέρον για τον τρόπο που θα μπορούσαμε να κρίνουμε και χαρακτηρίζουμε τους Κυβερνήτες μας. Έτσι, εάν για παράδειγμα ένας πολιτικός ηγέτης, στον οποίο ο λαός έχει εναποθέσει τις τύχες του, προβαίνει σε έργα και επιλογές, που ικανοποιούν προσωπικές του φιλοδοξίες ή μεγαλεπίβολους οραματισμούς του και μόνον, πιστεύοντας με τον τρόπο αυτό ότι φέρνει το αύριο στο σήμερα, ενώ παραλείπει να δώσει άμεσες λύσεις σε άκρως επιτακτικές ανάγκες των πολιτών, το λιγότερο που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί είναι αποτυχημένος και αιθεροβάμων. Εάν, όμως, έδινε άμεση προτεραιότητα στην ικανοποίηση των επιτακτικών αναγκών, βελτιώνοντας το βιοτικό επίπεδό τους, τότε, μπορεί μεν να μην έκανε το μεγάλο άλμα στο μέλλον, θα έκανε, όμως, ελκυστικότερο το παρόν και ευοίωνο το μέλλον, το λιγότερο δε που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί είναι ρεαλιστής και επιτυχημένος.
Άλλωστε, για τα μεγάλα επιτεύγματα στην παγκόσμια ιστορία προηγήθηκαν πάντοτε πολλά συντονισμένα μικρότερα βήματα και ουδέποτε έγιναν ως “κεραυνός εν αιθρία”.
Αποκωδικοποιώντας το έργο της απερχόμενης νομαρχιακής αρχής είναι φανερό ότι ο κ.Πρίντζος σχοινοβατούσε μεταξύ του “θέλω” και του “πρέπει”, μη μπορώντας να ξεχωρίσει το άκρως επιτακτικό από το επιθυμητό και ποιο είναι αυτό που άξιζε την απολύτου προσοχής του.
Τρανή απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι ενώ το οδικό δίκτυο του Πηλίου είναι μια ανοιχτή πληγή, ο ίδιος δε έλεγε ότι τάχα εργαζόταν για την τουριστική ανάπτυξή του, εντούτοις στη πραγματικότητα έδινε προτεραιότητα, ωσάν νέος Φαραώ, για την επίτευξη του οράματός του περί εγκρίσεως ενός έργου, που διέφευγε από τα διοικητικά όρια της Μαγνησίας, ήτοι της ζεύξης του Μαλιακού Κόλπου, που θα συντόμευε τη διαδρομή προς την Αθήνα κατά 70χλμ. και, ίσως, κατ’αυτόν, θα έκανε τους Θεσσαλούς και όχι μόνον να τον μνημονεύουν στους επερχόμενους αιώνες!!
Από την άλλη, γνωστό είναι ότι υπάρχουν περιοχές στο Νομό μας, που ζουν ως επί το πλείστον από τη θάλασσα ή έχουν ιδιαίτερη ναυτική παράδοση, ως λ.χ. το Τρίκερι, το οποίο, σημειωτέον, διαθέτει έναν από τους μεγαλύτερους αλιευτικούς στόλους στην Ελλάδα, πλην, όμως, δεν διαθέτουν αλιευτικά καταφύγια, με αποτέλεσμα ο ελλιμενισμός των σκαφών και η διασφάλιση της περιουσίας των ναυτικών να εξακολουθεί να επαφίεται στις διαθέσεις των καιρικών φαινομένων…
Επί του ζητήματος τούτου ο κ.Πρίντζος παρέκαμψε και πάλι το “πρέπει” και αντί να αποτελέσει γι’αυτόν προτεραιότητα η κατασκευή αλιευτικών καταφυγίων στο Τρίκερι, αλλά και σε άλλες μικρότερες περιοχές του ανατολικού Πηλίου, εντούτοις προτίμησε να κατασκευαστούν λιμάνια σε περιοχές με τις οποίες διατηρεί ιδιαίτερες σχέσεις (συναισθηματικές και ιδιοκτησιακές) και συγκεκριμένα στο Πηγάδι και στο Αχίλλειο, συνολικού κόστους 12.000.000 ευρώ.
Ναι μεν τα λιμάνια αυτά αναβάθμισαν την περιοχές αυτές και είναι δικαιολογημένο οι κάτοικοι να τον ευγνωμονούν, μολαταύτα, θα απαιτηθούν χρόνια, για να μετατραπούν οι κάτοικοι του Αχιλλείου από αγρότες σε ναυτικούς, αποκτώντας τοιουτοτρόπως και αλιευτικό στόλο, ενώ προς το παρόν αντιμετωπίζουν τον λιμένα με δυσπιστία και άγνοια για τον τρόπο αξιοποίησής του, εκφράζοντας ακόμη και δυσανασχέτηση προς τα επιβατικά πλοία, που κατέφθασαν προς ελλιμενισμόν!!
Με την δαπάνη αυτή θα μπορούσαν να είχαν κατασκευασθεί αλιευτικά καταφύγια εκεί που τα έχουν πραγματική ανάγκη και θα έπιναν και ένα νερό στην υγειά του κ.Πρίντζου οι κάτοικοι των Τρικέρων, από το δίκτυο που όφειλε να έχει αποπερατωθεί και όχι να εξακολουθούν να περιμένουν …την υδροφόρα!!
Εάν υπήρχε περίπτωση η Νομαρχία Μαγνησίας να αντιμετωπίζει περίσσευμα ρευστότητας, τότε πράγματι θα μπορούσαν να συνυπάρξουν οι έννοιες που μας απασχόλησαν και ο κ.Πρίντζος θα μπορούσε να σχεδιάζει ανενόχλητα την μετατροπή της Μαγνησίας σε …μια σύγχρονη Εδέμ. Δυστυχώς, όμως, η πραγματικότητα είναι σκληρή, με αποτέλεσμα να μετριάζεται αυτόματα ακόμη και η διάθεση για αστεϊσμούς.
Αγαπητοί αναγνώστες, είναι πάρα πολλά αυτά που θα μπορούσαν έτι περαιτέρω να ειπωθούν, εάν τα έργα και οι ημέρες της απερχόμενης νομαρχιακής αρχής έμπαιναν στην διαδικασία της βασανιστικής κριτικής, σεβόμενος, όμως, την στενότητα της στήλης και μέχρι την επόμενη συνάντησή μας, σε σας αφήνω το έργο αυτό, με την ελπίδα να έχω θέσει ένα λιθαράκι ως προς τις κατευθύνσεις του προβληματισμού σας.