Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010

Δικαίωση συμβασιούχου δημοτικής εταιρείας*

Ανοίγει ο δρόμος για τη δικαίωση δεκάδων συμβασιούχων έργου που διεκδικούν τη μονιμοποίησή τους στο Δημόσιο απόφαση του Εφετείου της Λάρισας, όπου προσέφυγε συμβασιούχα σε παιδικό σταθμό των Άνω Λεχωνίων του Δήμου Αρτέμιδος και δικαιώθηκε, αφού οι συνεχιζόμενες συμβάσεις τής παρείχαν τη δυνατότητα να αποδείξει ότι καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες.
Η συγκεκριμένη συμβασιούχος απασχολούνταν στον Παιδικό Σταθμό Άνω Λεχωνίων μέσω της Εταιρείας Ανάπτυξης Λεχωνίων από το 2000, υπογράφοντας συνεχείς συμβάσεις έργου, ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, δεδομένου ότι σε όλη τη διάρκεια της εργασίας της κάλυπτε πάγιες ανάγκες του συγκεκριμένου Παιδικού Σταθμού. Το Εφετείο έκανε αποδεκτή την έφεση της συμβασιούχου και τη δικαίωσε.
Η συμβασιούχος, που είχε όλα τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα γι’ αυτή τη θέση, αρχικά είχε προσφύγει στο Πρωτοδικείο Βόλου, το οποίο ωστόσο είχε απορρίψει την αγωγή που κατέθεσε. Ο δικηγόρος Βασίλης Νιζάμης που είχε αναλάβει την υπόθεση κατέθεσε έφεση στο Εφετείο της Λάρισας, η οποία εκδικάστηκε στις 8 Οκτωβρίου του 2010 και μόλις χθες δημοσιοποιήθηκε η σχετική δικαιωτική απόφαση για τη συμβασιούχο.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ορισμένου χρόνου συμβάσεις της εναγομένης ανανεώνονταν διαδοχικά κάθε χρόνο από 1.1.2000 έως 31.12.2006, χαρακτηρίστηκαν προσχηματικά ως συμβάσεις έργου, ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, δεδομένου ότι σε όλη τη διάρκεια της εργασίας της κάλυπτε πάγιες και διαρκείς ανάγκες του Παιδικού Σταθμού ως διευθύντρια αυτού.
Σύμφωνα με την απόφαση το Εφετείο αναγνώρισε ότι οι συμβάσεις έργου έγιναν από το Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου όχι γιατί είχαν χαρακτήρα τέτοιο, αλλά κατ’ απαίτηση της Εταιρείας Ανάπτυξης Λεχωνίων προκειμένου να αποφύγει τις ασφαλιστικές εισφορές κ.λ.π. που έχει η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας
Η συμβασιούχος, απασχολούνταν επτά συνολικά χρόνια στον Παιδικό Σταθμό χωρίς κενό και ειδικότερα από 1-1-2000 μέχρι 31-2-2006 που κατατέθηκε η ένδικη αγωγή.
Το Εφετείο αναγνώρισε ότι αφενός η απασχόλησή της περιλάμβανε συνολική χρονική διάρκεια διαδοχικών συμβάσεων τουλάχιστον 24 μηνών και αφετέρου ότι καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες που εξυπηρετούσαν τις μόνιμες ανάγκες λειτουργίας του Παιδικού Σταθμού και ότι ουσιαστικά έπρεπε να έχει γίνει βάσει του προεδρικού διατάγματος Παυλόπουλου. Σύμφωνα ωστόσο με την απόφαση η μετατροπή της σύμβασής της ως αορίστου με εξηρτημένη εργασία καταλογίζεται από το 2004 και έπειτα.

Υ.Γ. Το άρθρο προέρχεται από την εφημερίδα ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ - ΠΑΝΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ

Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2010

“Ποιο το πραγματικό ζητούμενο των εκλογών;”

Σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος της χώρας καλούσε, κατά τη διάρκεια της τρέχουσας προεκλογικής περιόδου, τους πολίτες όχι απλά να ψηφήσουν, αλλά παράλληλα να στείλουν μέσω αυτής και ένα μήνυμα.
Το μήνυμα αυτό, που ούτως ή άλλως από μόνη της η ψήφος το εμπεριέχει, καθόσον από καθαρή άποψη σημαίνει ότι, για τις εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης, επιλέγουμε τον α΄ ή τον β΄ υποψήφιο για δήμαρχο ή περιφερειάρχη και αντιστοίχως τους ανάλογους υποψηφίους για συμβούλους, επειδή θεωρούμε ότι θα είναι περισσότερο ικανοί ή έστω λιγότερο επιζήμιοι, αποκτά διαφορετική δυναμική και νόημα, όταν τα κόμματα καλούν τους πολίτες να εκφραστούν με διαφορετικούς όρους και κριτήρια, δηλαδή να στείλουν μηνύματα που θα έχουν διαφορετικούς αποδέκτες, έναντι εκείνων που εκτίθενται στις εκλογές και θα έπρεπε να είναι οι φυσικοί αποδέκτες της.
Έτσι εν είδει άτυπου δημοψηφίσματος, από τα κόμματα άλλο μας καλεί να τοποθετηθούμε υπέρ της κυβερνητικής πολιτικής και άλλα κατά του μνημονίου, βαφτίζοντας μάλιστα την ψήφος μας ως αντιμνημονιακή, τακτική που απαξιώνει, αλλά και νοθεύει, εμμέσως πλην σαφώς, τον καθαρό χαρακτήρα των αυτοδιοικητικών εκλογών, καθόσον τελικά η επιλογή των υποψηφίων εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από το αποτέλεσμα μιας συγκυριακής ψηφοφορίας, όπου η εκάστοτε επιβράβευση ή απαξίωση του κυβερνητικού έργου συμπαρασύρει και τα άτομα, που θα επιλεγούν να διοικήσουν τις πόλεις μας και τις νεοσύστατες περιφέρειες.
Κι αν μεν αυτή η διαδικασία κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια της 1ης εβδομάδας των εκλογών και τα κόμματα έβγαλαν, όπως λένε, τα όποια πολιτικά τους συμπεράσματα, ως απάντηση στα ζητήματα που έθεσαν, τι θα γίνει τελικά με την εκλογική αναμέτρηση της 2ης Κυριακής, που ήδη έφθασε; Θα ψηφίσουμε επιτέλους, τουλάχιστον σ’ αυτή την εκλογική αναμέτρηση με αυτοδιοικητικά κριτήρια, αξιολογώντας τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των υποψηφίων και τα προγράμματά τους ή και πάλι θα βρούμε κάποια άλλη αιτία, για να ψηφίσουμε για άλλα αντί άλλων;
Επειδή ούτως ή άλλως η χώρα μας αλλού βαδίζει και οι διεθνείς εξελίξεις, που αφορούν κι εμάς ή πρωτίστως εμάς, τρέχουν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, χωρίς, ωστόσο, ως λαός να έχουμε αντιληφθεί - έστω κατ’ ελάχιστον - την πραγματική κρισιμότητα των καιρών, με καίρια, αν όχι καθοριστική, ευθύνη των κομμάτων, εις τρόπον ώστε να εξακολουθούμε μέσω της ζητουμένης εκφράσεως της μνημονιακής ή αντιμνημονιακής ψήφου, όπως την χαρακτήρισαν, να συμπεριφερόμαστε με περίσσεια παιδαριώδη ανευθυνότητα και επιπολαιότητα, αφού σε τελική ανάλυση είτε επιλεγούν οι υποψήφιοι του ΠΑΣΟΚ, είτε εκείνοι της Ν.Δ., με την υπάρχουσα οικονομική συγκυρία θα αναγκαστούν να λειτουργήσουν και καμία ψήφος, με όποια σχετικά ή άσχετα κριτήρια και εάν εκφραστεί, δεν πρόκειται να τους κάνει καλύτερους ή χειρότερους.
Το μνημόνιο δεν μπορεί να συνεχίσει να αποτελεί δικαιολογία ή πρόσχημα για τον αποπροσανατολισμό μας από το πραγματικό ζητούμενο αυτών των εκλογών. Άλλωστε, το οικονομικό, αλλά και το πολιτικό πλαίσιο είναι διαμορφωμένο και οι εκπρόσωποί μας στην τοπική αυτοδιοίκηση θα κληθούν και να συνεργαστούν με την κυβέρνηση, αλλά και να αντιμετωπίσουν τα οξύτατα οικονομικά προβλήματα των Δήμων και των Περιφερειών, εκ παραλλήλου με την όποια ανάπτυξη κατορθώσουν να επιτύχουν.
Αυτά είναι δεδομένα και αφοπλιστικά της όποιας σαθρής – υποκριτικής επιχειρηματολογίας εξακολουθούν να ψελλίζουν και να επαναλαμβάνουν και γι’ αυτή τη Κυριακή οι υποστηριζόμενοι από τη Ν.Δ. κ.κ. Μακρή και Αγοραστός.
Όπως ακατανόητη, εντελώς αδικαιολόγητη και άκρως προσβλητική για τον θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης, που υποτίθεται ότι υπηρετούν και μέχρι και την προηγούμενη Κυριακή αποζητούσαν την ψήφο μας, είναι η παρότρυνση εκείνων που ήταν επικεφαλείς συνδυασμών, υποστηριζόμενων από το ΚΚΕ και τον ΣΥΝ, που δεν πέρασαν στον β΄ γύρο, να ψηφίσουμε όχι υπέρ ή κατά εκείνων που αναμετρούνται την Κυριακή αυτή, αλλά …να καταδικάσουμε με την ψήφο μας αυτούς που έφεραν το μνημόνιο στη χώρα μας, δηλαδή;; Ζει κανείς απ’ αυτούς στο τόπο μας ή είναι σήμερα υποψήφιος Δήμαρχος Βόλου ή έστω Περιφερειάρχης Θεσσαλίας και δεν το καταλάβαμε;; Έλεος!!

Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2010

“Ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας ή μήπως όχι; ”

Ζώντας σε ένα τόπο, όπου ο διάλογος είχε εκ προοιμίου τα χαρακτηριστικά ενός άκρατου μονόλογου, όπου με δυσκολία ακούμε τον άλλον και όπου οι συνεργασίες δεν είναι από τα κύρια δυνατά πλεονεκτήματά μας ως λαού και ισορροπώντας μεταξύ της λογικής και του παραλόγου, άρχισε να σιγοβράζει το τελευταίο διάστημα μια έντονη παραφιλολογία για το άμεσο πολιτικό, αλλά και οικονομικό μέλλον της χώρας μας.
Συγκεκριμένα, ο ολοένα αυξανόμενης έντασης ψίθυρος, ο οποίος υποστηρίζεται από μερίδα των ΜΜΕ και κορυφώθηκε ύστερα και από την διακαναλική ομιλία του πρωθυπουργού περί του ενδεχομένου προσφυγής στις κάλπες, ενδεχόμενο, όμως, που εκλήφθηκε αυτόματα ως δεδομένο, λέει ότι πλησιάζουμε ολοταχώς προς νέες αιφνίδιες εθνικές εκλογές, οι οποίες όχι απλά θα αναδείξουν την έλλειψη αυτοδυναμίας του οποιουδήποτε κόμματος για τον σχηματισμό κυβέρνησης, αλλά ότι θα επιφέρουν αναδιάταξη του πολιτικού χάρτη της χώρας μας και τον σχηματικό κυβερνήσεων συνεργασίας.
Προς την κατεύθυνση αυτή, που ούτε τυχαία είναι, ούτε αθώα, εργάζονται οι επονομαζόμενοι άνθρωποι του συστήματος, όπου “σύστημα” στη προκειμένη περίπτωση είναι αυτοί που διαχειρίζονται το επιχειρηματικό κατεστημένο, εντός και εκτός των συνόρων και επιθυμούν, διαβλέποντες την πιθανολογούμενη αντίδραση του Γ. Παπανδρέου στα νέα επερχόμενα μέτρα, να τον εξαναγκάσουν σε πρόωρες εκλογές, από τις οποίες προσδοκούν ότι θα βγει σαφώς αποδυναμωμένος.
Εάν επιλέξουμε να παραμείνουμε απλοί θεατές στα τεκταινόμενα, τότε δεν απομένει παρά να δούμε εάν το σενάριο αυτό θα λάβει σάρκα και οστά και μετά ας αποφασίσουμε το τι θα κάνουμε, δηλαδή, ως συνήθως, θα τρέχουμε εκ των υστέρων και δεν θα προλαβαίνουμε!!
Εάν οι εξελίξεις δικαιώσουν τους σεναριογράφους, τότε η μεν τωρινή κυβέρνηση θα είναι η τελευταία μονοκομματική, το δε πολιτικό φάσμα θα γεμίσει με πολλά μικρά κόμματα, που θα είναι παντελώς ανίσχυρα να αντιδράσουν, αποτελώντας έτσι εύκολη λεία για την εξώθησή τους στην εξασφάλιση ευρείας πολιτικής συναίνεσης, προκειμένου να επιτευχθεί η απρόσκοπτη εφαρμογή πολιτικών και μέτρων που υπαγορεύονται από κέντρα πολιτικοοικονομικής ισχύος, τα οποία επ’ ουδενί θα ήθελαν στα έδρανα της βουλής να βρίσκονται εκπρόσωποι του ελληνικού λαού με αντιστάσεις, αλλ’ αντιθέτως ανδρείκελα, που θα γεμίζουν τις καρέκλες και θα ικανοποιούνται με την ατομική βουλευτική αποζημίωση και μόνον!!
Με τον τρόπο αυτό και η λαϊκή αντίδραση θα οδηγηθεί σε σύγχυση και ανοχή και η οικονομική υποδούλωση της χώρας θα επιτευχθεί.
Άλλωστε, η πίτα που απομένει από τον δημόσιο πλούτο προς ανάλωση είναι οι κρατικές επιχειρήσεις, που ωθούνται προς ιδιωτικοποίηση, οι τράπεζες με τη μεγάλη κρατική συμμετοχή, τα σφόδρα πιθανά μεγάλα κοιτάσματα πετρελαίου στο Αιγαίο, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κ.ο.κ..
Αρχή εφαρμογής του σεναρίου αυτού θα είναι το αποτέλεσμα των εκλογών της 7ης του Νοέμβρη, που μόνο την αυτοδιοίκηση δεν αφορά, αφού ήδη δόθηκε το στίγμα ότι θα αποκτήσει ευρύτερες διαστάσεις, αναφορικά με την απήχηση που έχει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στις ευρύτερα λαϊκά στρώματα.
Πολλές φορές στο παρελθόν έχει επιχειρηθεί να τεθεί η χώρα μας σε κηδεμονία, άλλοτε με επιτυχία για τους ανθρώπους του παρασκηνίου και άλλοτε με αποτυχία. Βασική προϋπόθεση για να καταλήξουν και πάλι τα δυσοίωνα αυτά σενάρια στον κάλαθο των αχρήστων είναι η άμεση επαγρύπνηση και περιφρούρηση από όλους μας του πολιτικού μας συστήματος, ασχέτως των όποιων αδυναμιών είχε και θα έχει, διότι οι συνέπειες ενός τέτοιου σεναρίου, στην απευκταία περίπτωση που υλοποιηθεί, θα αποτελέσουν έναν εφιάλτη, εμπρός στον οποίο η γενικότερη απαξία των ημερών μας και το επίπεδο της δημοκρατίας μας θα αποτελούν ευχάριστες αναμνήσεις…

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

“Μας υποχρέωσες κ.Σαμαρά”

Δεν είχα την πρόθεση να γράψω κάποιο άρθρο για την οικονομία, ούτε να παραθέσω δείκτες και νούμερα για να καταδείξω τα στραβά και παράδοξα της οικονομίας μας, άλλωστε βιώνουμε όλοι την σκληρή πραγματικότητα και γνωρίζουμε πλέον από πρώτο χέρι το τι περίπου συμβαίνει. Ωθήθηκα, όμως, να παρέμβω με τη γραφή μου απλά και μόνον για να στηλιτεύσω την προκλητική συμπεριφορά ενός πολιτικού ανδρός, που με την τωρινή του στάση προκαλεί, αν μη τι άλλο, εκρηκτικό μείγμα συναισθημάτων.
Aναφέρομαι βέβαια στον νυν πρόεδρο της Ν.Δημοκρατίας, τον οποίο βλέπουμε το τελευταίο διάστημα να περιφέρεται ανά την Ελλάδα και να δηλώνει την αποστροφή του από τον μηχανισμό στήριξης της χώρας μας και της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής, χωρίς όμως να μας λέει το παραμικρό ούτε για ποιο λόγο ακολουθεί η Πολιτεία αυστηρή πολιτική λιτότητας, ούτε για το ποιος ευθύνεται για τον εκτροχιασμό της οικονομίας μας και την καθήλωση της αγοράς, ενώ δείχνει να αγωνιά και για το πώς θα τα βγάλουμε πέρα...
Είναι φορές που πραγματικά αισθάνεσαι ότι η ζωή μάς κάνει φάρσες, γιατί πώς αλλιώς μπορείς να εξηγήσεις αυτή την όψιμη στάση του κ.Σαμαρά, ο οποίος συμπεριφέρεται ωσάν να ήρθε πριν από λίγο στη χώρα μας και αγνοούσε το τι προηγήθηκε της έλευσής του.
Επειδή, όμως, δεν μπορούμε να ζούμε με αυταπάτες, ούτε με διλήμματα, εκείνο που πρέπει να απαντήσει ξεκάθαρα μέσα του ο καθένας από μας είναι εάν η λαϊκή εντολή που δόθηκε στην σημερινή Κυβέρνηση ήταν για να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά ή να διαχειριστεί την όποια ευημερία μας;
Όταν ακούς τον κ.Σαμαρά να επαναλαμβάνει το επιχείρημά του “σας εξαπάτησε ο κ.Παπανδρέου όταν σας έλεγε πως λεφτά υπάρχουν” αισθάνεσαι ότι στην άλλη άκρη της γλώσσας του προσπαθεί να πνίξει την αλήθεια, πως “λεφτά υπήρχαν, αλλά έκαναν φτερά κι εγώ το ήξερα, αλλά έκανα την “πάπια””, ομολογία, όμως, που ποτέ, στη πραγματικότητα, δεν πρόκειται να ακούσουμε, αφού αυτό που προέχει γι’ αυτόν στην παρούσα περίοδο είναι η ανάκτηση της εκλογικής δύναμης του κόμματός του και τίποτε άλλο!!
Ζώντας στην ένταση ενός ιδιότυπου κομματικού πρωταθλήματος, απ’ όπου προσπαθεί να πάρει τη ρεβάνς για την περσινή εκλογική συντριβή του κόμματός του από το ΠΑΣΟΚ, αλλά και να καταξιωθεί στην εκτίμηση των στελεχών του, έχει εξοβελίσει στο περιθώριο το αυτονόητο, ότι εμπρός σε μια πρωτοφανή εθνική κρίση, όπως είναι αυτή που βιώνουμε, θα έπρεπε να υπάρχει σύμπνοια όλου του πολιτικού κόσμου, προκειμένου να αισθάνεται ο κάθε πολίτης περισσότερο ασφαλής.
Η ίδια η ενσυνείδητη - συστηματική ανευθυνότητα παίρνει σάρκα και οστά όταν από τη μια κατασυκοφαντείται και εκμηδενίζεται το έργο της κυβέρνησης και από την άλλη λέγονται τόσα πολλά και αντικρουόμενα μεταξύ τους, προκειμένου να οδηγηθεί ο λαός σε σύγχυση, ώσπου στο τέλος, μη ξέροντας πια τι να πιστέψει, να πέσει στα χέρια του πιο επιδέξιου λαοπλάνου ως ώριμο φρούτο…
Στα πλαίσια αυτού του παραλογισμού τέθηκαν στο τραπέζι από το σύνολο των κομμάτων της αντιπολίτευσης ψευτοσυνθήματα του είδους:
α) ναι στην μείωση των δαπανών του κράτους, αλλά μακριά από μισθούς, συντάξεις και ζημιογόνες ΔΕΚΟ,
β) ναι στην αύξηση των εσόδων του κράτους, αλλά χωρίς επιβολή προσθέτων φόρων,
γ) υπάρχει πραγματικό σχέδιο για να βγει η ελληνική οικονομία από τη κρίση το 2011, χωρίς θυσίες,
δ) ο μηχανισμός στήριξης ήταν ένα σχέδιο των δανειστών μας για να υφαρπάσουν τον μόχθο του έλληνα εργάτη,
ε) να επαναδιαπραγματευτούμε το δημόσιο χρέος και να το αποπληρώσουμε σε βάθος χρόνου,
στ) να αφήσουμε καλύτερα το χρέος απλήρωτο, ελεγχόμενα ή μη και να συνεχίσουμε να ζούμε την ίδια ανέμελη μέχρι πρότινος ζωή μας.

Μπορούμε και πρέπει να δείξουμε την μέγιστη υπευθυνότητα στην κρίση που βιώνουμε ως χώρα και να πάρουμε ξεκάθαρη θέση απέναντι στους λαοπλάνους. Το αντίδοτο στην κρίση είναι η ίδια μας η κρίση, όσο δε για την Ν.Δ. και τον σημερινό φιλόδοξο πρόεδρό της κ.Σαμαρά τους αφιερώνουμε ένα στίχο από γνωστό άσμα του Στράτου Διονυσίου “μας υποχρέωσες, μα δε μας είπες τελικά πόσο μας χρέωσες”…

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010

“Η τεχνική του στρουθοκαμηλίζειν”

1.- Συμπληρώθηκε ένας χρόνος από τότε που το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε τα ηνία της διακυβέρνησης της χώρας και εκείνο που διαπιστώνουμε ημέρα με την ημέρα είναι ότι το βαρέλι δεν έχει πάτο στα δημόσια οικονομικά. Απογραφές επί απογραφών και ακόμη και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας δεν ξέρουν ποιο είναι το ακριβές μέγεθος του εξωτερικού μας χρέους. Μήπως όμως ξέρουμε κι εμείς;
Τα στελέχη της Ν.Δ., ενόσω ήταν κυβέρνηση, άφησαν τα πάντα στη τύχη τους και εμπρός στη βουλιμία τους να καρπωθούν τον δημόσιο πλούτο, δεν επιδόθηκαν απλά σε ένα ανελέητο πλιάτσικο των πενιχρών αποταμιεύσεών μας, αλλά θεώρησαν καλό να αυξήσουν και τις δανειακές ανάγκες της χώρας, προκειμένου να εξασφαλίσουν τους αναγκαίους πόρους για την υλοποίηση των στόχων τους, βυθίζοντας ακόμη περισσότερο τη χώρα στη δίνη του ανεξέλεγκτου δανεισμού, τις συνέπειες δε αυτής της εγκληματικής για τη χώρα μας συμπεριφοράς βιώνουμε τώρα και θα βιώνουμε για πολλά, όπως φαίνεται, χρόνια ακόμη, υποθηκεύοντας το μέλλον των νέων γενεών και βυθίζοντας σε απόγνωση τις τωρινές, που έχουν ανασύρει από τις μνήμες τους βιώματα και πρακτικές εποχών, όπου ο καθένας αγωνιζόταν για την ατομική του επιβίωση!!
Κι ενώ η λαϊκή σοφία, ως κατασταλαγμένη εμπειρία χιλιάδων ετών, έχει μιλήσει για πολλά και διάφορα και μεταξύ αυτών «για το σπίτι του κρεμασμένου», εντούτοις βλέπουμε με θλίψη στους τηλεοπτικούς μας δέκτες τα ίδια αυτά τα στελέχη της Ν.Δ. να καταφέρονται κατά του μνημονίου και να μιλούν για ένα θαυματουργό πρόγραμμα, εμπνεύσεως Σαμαρά, που θα μας βγάλει τάχα από το αδιέξοδο στο άψε – σβήσε και χωρίς καμία οικονομική θυσία!! Εν πάση περιπτώσει, επειδή περισσεύει η λογική σ’ αυτό το τόπο, το καλύτερο που θα είχαν να κάνουν οι φυσικοί αυτουργοί των δεινών που υφίσταται αυτή η χώρα, θα ήταν να σωπάσουν και να ζητήσουν μια ειλικρινή μεγάααλη συγνώμη και ακολούθως να αποσυρθούν στη …τρύπα τους και όχι να μας περιπαίζουν, ωσάν να είμαστε ιθαγενείς, μιας υπεράκτιας κτήσης, που χαιρόμαστε όταν μας μοιράζουν καθρεφτάκια, προκειμένου να ξεχάσουμε ότι μας έχουν στερήσει το αυτονόητο∙ την ίδια μας την ελευθερία!!
Κι αν μεν αυτοί θεωρούν ως πρέπουσα την τακτική της στρουθοκαμήλου, εμείς τι φταίμε και γιατί θα πρέπει να τους ανεχόμαστε;; Έλεος πια!
2.- Ακούω πολλούς συμπολίτες μου να διαμαρτύρονται για τα οικονομικά μέτρα∙ Συμφωνώ μαζί τους και σίγουρα πολλά από αυτά θα έπρεπε να εξεταστούν σε διαφορετική βάση ή θα έπρεπε να έχουν άλλους αποδέκτες, αλλά πείτε μου, με ειλικρίνεια, υπάρχει κανείς που κατά βάθος πιστεύει ότι όταν η πληγή έχει εμφανίσει σηπτικά φαινόμενα, με αποτέλεσμα να τίθεται πλέον ζήτημα επιβίωσής μας, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα με ασπιρίνες ή αντιβίωση∙ και γιατί θα πρέπει να βρίζουμε τον γιατρό, που αποφάσισε να προβεί σε δραστική τομή, θυσιάζοντας τμήμα του σώματός μας, για να περισώσει το υπόλοιπο; Ο γιατρός δεν θεραπεύει τα αίτια, αλλά προσπαθεί να αντιμετωπίσει το επιζήμιο αποτέλεσμα. Το ποιος φταίει για τα αίτια ο καθένας μπορεί να το καταλάβει, αλλά είναι εξωφρενικό να του μεταθέτουμε και γι’ αυτά την ευθύνη. Ο έλεγχος του γιατρού εστιάζεται μόνον στη μεθοδολογία που αυτός επέλεξε για να μας θεραπεύσει και εάν αυτή ήταν μέσα στους παραδεδεγμένους κανόνες της επιστήμης.
3.- Μπήκαμε, τέλος, στην τελική ευθεία μιας ακόμη εκλογικής αναμέτρησης. Αυτή τη φορά για την τοπική αυτοδιοίκηση. Πολλοί ήδη έχουν εκφράσει την βούλησή τους να μην προσέλθουν να ψηφίσουν, αφού έχουν χάσει κάθε ίχνος εμπιστοσύνης σ’ αυτούς που διαχειρίστηκαν τις τύχες των πόλεών μας. Αν κρίνουμε από την εικόνα που παρουσιάζει ο τόπος μας τα τελευταία χρόνια, σίγουρα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν υπάρχει λόγος να διαφωνήσουμε.
Διερωτώμαι, όμως, πώς μπορούμε να χτυπήσουμε τα φαινόμενα της σήψης και της απραξίας με άσφαιρα πυρά, όπως είναι η αποχή μας από την εκλογική αναμέτρηση; Πώς μπορούμε να στείλουμε στο σπίτι τους αυτούς που θεωρούμε ότι υπήρξαν ελάχιστοι, ανίκανοι έως και επιζήμιοι για το τόπο μας; Πώς θα μπορέσουμε να ξεχωρίσουμε την ήρα από στάρι, όταν από τα παλαιότερα στελέχη της αυτοδιοίκησης άλλα μεν αξίζουν εκ νέου της ψήφου μας και άλλα πρέπει να πάρουν το μήνυμα της αποπομπής τους μια και καλή από το δημόσιο βίο; Πώς θα μπορέσουμε να δώσουμε την ευκαιρία σε νέους ανθρώπους, που προέρχονται από μας, να αγωνιστούν για ένα καλύτερο μέλλον; Αν εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε πλέον τη φλόγα, τη φιλοδοξία, αλλά και την οργή, που θα μας ωθούσε να ταράξουμε τα λιμνάζοντα ύδατα της απραξίας, γιατί να αποστερήσουμε αυτή την εκδοχή από κάποιους άλλους συντοπίτες μας, που εξακολουθούν να διαπνέονται από την ίδια αγωνία, αλλά βγαίνουν μπροστά και διεκδικούν να αναλάβουν την ευθύνη αλλαγής αυτού του τόπου, απ’ αυτήν που εμείς κρυφτήκαμε, αλλά και καταγγέλλουμε γενικά και αόριστα;
Η τεχνική της στρουθοκαμήλου δεν μας ταιριάζει, ούτε και μας αξίζει. Αξιολογήστε τους υποψηφίους, αναζητήστε τα χαρακτηριστικά του καθενός από αυτούς, ποια η επαγγελματική και η κοινωνική αναφορά τους και πράξτε αυτό, που θα θεωρούσατε καλό και ωφέλιμο για όλους μας. Και εάν και πάλι κάποιος απ’ αυτούς που θα επιλέξουμε, δεν ανταποκριθεί στις προσδοκίες μας, εδώ θα είμαστε για να τον κρίνουμε και στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα πράξουμε αναλόγως…Αυτό είναι το μεγαλείο της δημοκρατίας∙ Ότι με τον ψήφο μας ανανεώνουμε την εντολή μας και μπορούμε να προβαίνουμε σε επιδιορθωτικές κινήσεις ανά πάσα ώρα και στιγμή. Δεν έχουμε ισόβιους εκπροσώπους, ούτε και μας τους φόρτωσε κάποιος άλλος. Εμείς τους επιλέγουμε, γι’ αυτό και έχουμε μεγάλη ευθύνη για την πορεία αυτού του τόπου!! Ρωτήστε και τον καθρέπτη σας, που ποτέ δεν λέει ψέματα…

Σάββατο 26 Ιουνίου 2010

“Οικονομία υπηρεσιών▪ το μέλλον της Ελλάδας;”*

Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 και εν μέσω της επιταχυνόμενης παγκοσμιοποίησης, η βασική ιδέα περί ανάπτυξης, νεοφιλελεύθερης έμπνευσης, ήταν η ιδέα του προσανατολισμού των οικονομιών σε κλάδους με διεθνή ανταγωνιστικότητα, η απελευθέρωση των αγορών χρήματος και οι μαζικές ιδιωτικοποιήσεις που θα επέτρεπαν την αξιοποίηση των διεθνών πλεονεκτημάτων. 
Η ελληνική οικονομία είχε ήδη δύο κλάδους με διεθνή παρουσία, τη ναυτιλία και τον τουρισμό. Υπό διαμόρφωση όμως ήταν και άλλοι κλάδοι: οι τράπεζες, οι κατασκευές, οι τηλεπικοινωνίες, εν μέρει το εμπόριο. Αυτοί θα μπορούσαν να διεκδικήσουν την παρουσία τους σε νέους οικονομικούς και γεωγραφικούς χώρους που δημιουργούσε η «κατάρρευση του κομμουνισμού» (Βαλκάνια και Ανατολική Ευρώπη). Και αυτό έγινε. Οι τομείς αυτοί ιδιωτικοποιήθηκαν μέσα σε λίγα χρόνια, ενισχύθηκαν με μεγάλα έργα και ολυμπιακούς αγώνες, ενώ οι χρηματιστηριακοί θεσμοί, προσωρινά τουλάχιστον, υποσχέθηκαν την απρόσκοπτη ανάπτυξη των νέων κλάδων. 
Αυτή η νέα οικονομία που εδράζεται στη διεθνή ανταγωνιστικότητα προϋποθέτει τη νομισματική σταθερότητα, καθώς δημιουργεί και στηρίζεται στη ροή συναλλαγματικών ή άλλων πόρων. Η πολιτική της «σκληρής δραχμής» και η ένταξη στο ευρώ, αποτελούσαν και αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της λειτουργίας αυτής της οικονομίας, χωρίς ωστόσο να σταθμιστούν οι επιπτώσεις της νομισματικής ένωσης, τις οποίες, πέραν των όσων διαπιστώνουμε σήμερα με τον πλέον ωμό τρόπο όλοι εμείς, απεκάλυψε πρόσφατα ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Χέρμαν βαν Ρομπέι, ο οποίος δίνοντας το στίγμα για τον χαρακτήρα της νέας Ευρώπης, κατέληξε λέγοντας ότι «Κανείς δεν εξήγησε ακριβώς στους απλούς ανθρώπους πως νομισματική ένωση δε σημαίνει μόνο να ταξιδεύουν και να ψωνίζουν πιο εύκολα, αλλά ότι αυτή θα έχει επιπτώσεις στις συντάξεις τους, στις θέσεις εργασίας, στην καθημερινότητά τους»!! 
Από την άλλη, η στρατηγική αυτή δεν ευνοούσε τους παραγωγικούς τομείς, τη βιομηχανία και τη γεωργία. Αν όχι στο σύνολό τους, τουλάχιστον σε μεγάλο τμήμα τους. Διότι και εκεί η διεθνής ανταγωνιστικότητά μας ήταν δυνατή μόνο σε επιμέρους υποτομείς, αυτούς που συνέχισαν ή κατάφεραν να έχουν εξαγωγικές επιδόσεις. Το υπόλοιπο τμήμα άρχισε να δοκιμάζεται από το σκληρό νόμισμα που ευνοεί τις φθηνότερες εισαγωγές και κάνει δύσκολες τις εξαγωγές. Η γεωργία μετά το 2000 άρχισε να έχει απόλυτη μείωση της παραγωγής της και η βιομηχανία μεταστράφηκε ραγδαία στο παραδοσιακό της πρότυπο με έμφαση στην ελαφριά βιομηχανία. 
Το 2003 το Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων και το Συμβούλιο Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος διαπίστωναν ότι η ελληνική οικονομία, παρότι εμφανιζόταν ως μία από τις πλέον ταχύρρυθμα αναπτυσσόμενες, είχε ταυτόχρονα την παραγωγική της βάση σε τάση συρρίκνωσης, έτσι ώστε αρμόδιοι παράγοντες, όπως ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Ν.Γκαργκάνας, υποστήριζαν από τότε ότι η οικονομία της χώρας μας μετατρεπόταν ραγδαία σε μια οικονομία υπηρεσιών και οι τομείς της υλικής παραγωγής περιθωριοποιούνταν με πρώτη τη βιομηχανία, της οποίας η συμμετοχή στο ΑΕΠ περιοριζόταν στο 15%, ενώ η γεωργία κινούνταν ακόμη χαμηλότερα, μόλις στο 4% (περίπου όσο και ο κλάδος εμπορίας κινητών τηλεφώνων) και το 80% είναι υπηρεσίες και προέτρεπαν από τότε «να γίνουμε λοιπόν μια οικονομία υπηρεσιών αλλά υπό τον όρο ότι οι υπόλοιπες δραστηριότητες δεν θα φυτοζωούν και δεν θα μαραζώνουν. Γιατί στο κάτω - κάτω κάτι πρέπει να παράγει η χώρα για να διατρέφει τους κατοίκους της. Αλλά, πέραν αυτού, για να επιζήσουμε ως οικονομία υπηρεσιών πρέπει να προσφέρουμε στο εσωτερικό αλλά και στη διεθνή αγορά ανταγωνιστικές υπηρεσίες. Και δεν είμαστε ανταγωνιστικοί π.χ. στον τουρισμό ή στα εμπορικά δίκτυα και στις μεταφορές…Είναι όντως αβέβαιο λοιπόν το μέλλον!». 
Το ισοζύγιο πληρωμών δείχνει αποκαλυπτικά τη δομή της νέας ελληνικής οικονομίας, που καμία σχέση δεν έχει πλέον με την οικονομία του 1980. Πρόκειται για μια εξαιρετικά «ανοικτή οικονομία», με τις εισαγωγές να είναι σχεδόν στο 40% του ΑΕΠ. Οι εξαγωγές αγαθών (βιομηχανικών και αγροτικών) καλύπτουν μόλις το 10%, και μετά είναι ο τουρισμός και η ναυτιλία που συνεισφέρουν άλλο 10% ο κάθε τομέας. Μένει ακόμα ένα κενό που καλύπτεται από άλλες εισροές και φυσικά από δάνεια. Αυτή η εικόνα των εξωτερικών σχέσεων υποδήλωνε ότι η οικονομία ήταν απόλυτα εξαρτώμενη από συναλλαγματικές εισροές κάθε μορφής και είδους. 
Οι ιδιαιτερότητες της σημερινής ελληνικής οικονομίας καθιστούν κάθε συζήτηση περί «εξόδου από το ευρώ» και επιστροφής στη δραχμή, συζήτηση χωρίς ιδιαίτερο νόημα, καθώς συνεπάγεται αυτόματα μια απότομη μείωση του ΑΕΠ της τάξης του 30-40%, ενώ ταυτόχρονα καθιστά άνευ νοήματος τη συζήτηση περί υποθετικής «έλλειψης ανταγωνιστικότητας» της ελληνικής οικονομίας, καθώς οι εξαγωγές αγαθών είναι μικρό μέρος του ΑΕΠ. 
Η ελληνική οικονομία είναι πλέον μια οικονομία υπηρεσιών, η οποία, εν μέσω της οικονομικής κρίσης, δοκιμάζεται ως μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο, όμως, ύστερα από μια χαμένη 7ετία και πλέον αδράνειας ως προς την θωράκισή και προστασία του, είναι πλέον ήδη παγιδευμένο με ένα τρόπο που καθιστά κάθε διέξοδο εξαιρετικά δύσκολη. Η αναβίωση των παραγωγικών τομέων βρίσκεται αντιμέτωπη με το γεγονός ότι οι αλλαγές στην οικονομία συμπαρέσυραν το σύνολο των αναπτυξιακών θεσμών που ήταν συνδεδεμένοι με τους τομείς αυτούς (συνεταιρισμοί, τράπεζες, κρατικοί φορείς κ.ο.κ.). 
Κάθε αλλαγή πορείας έχει συνεπώς άμεση ανάγκη από βιώσιμες μεσοπρόθεσμες στρατηγικές, διότι σε διαφορετική περίπτωση η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας, που τώρα εστιάζεται στην υπόδειξη από την τρόικα της χάραξης των μέτρων της οικονομικής πολιτικής, αύριο – που δεν βρίσκεται μακριά -  θα σημάνει την απώλεια των εναπομεινάντων καίριων τομέων της ίδιας μας της οικονομίας, με αποτέλεσμα ακόμη και ο τουρισμός θα περάσει στα χέρια ξένων κεφαλαίων και ο έλληνας θα περιοριστεί στο ρόλο του απλού μισθωτού σερβιτόρου, σε ένα ιδιότυπο καθεστώς σύγχρονης αποικιοκρατίας, γι’ αυτό ας προσεχθούν ιδιαίτερα οι όροι που θέτουν οι νέοι όψιμοι επενδυτές στην παρούσα δυσμενή συγκυρία και το πραγματικό προσδοκώμενο όφελος για την εθνική μας οικονομία, όπως λ.χ. στα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, στο λιμένα του Αστακού, COSCO, κ.λ.π. !! 
Και επειδή τέτοιο ενδεχόμενο φαντάζει εξωφρενικά πραγματικό, η μόνη παρηγοριά είναι ότι το ταπεραμέντο του έλληνα δεν πρόκειται να το αποδεχθεί και θα σημάνει γενική εξέγερση. Γι’ αυτούς, λοιπόν, που απεργάζονται ή αποδέχονται απαθείς τέτοιες λύσεις καλό θα είναι να το έχουν υπόψιν τους…  

____________
*βλ. τα αναλυτικότατα άρθρα: 
α) του Γιώργου Σταθάκη "Ένα σχεδιάγραμμα της ελληνικής οικονομικής κρίσης", που δημοσιεύθηκε στις 25/5/2010 στην ιστοσελίδα "Πυξίδα της πόλης"
(http://www.pyxida.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=3307:2010-05-25-22-14-41&catid=90:2010-01-18-16-30-15&Itemid=335) και 
β) Νίκου Νικολάου "Ας γίνουμε οικονομία υπηρεσιών", που δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 20/10/2002 της εφημερίδας "ΒΗΜΑ"

Σάββατο 8 Μαΐου 2010

«Να πληρώσουν αυτοί που έφταιξαν▪ δηλαδή;»

Τελικά ποιος φταίει για το χάλι μας το μαύρο; Οι πολιτικοί, θα πουν κάποιοι, που δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και κατασπατάλησαν τον δημόσιο πλούτο, προς όφελος δικό τους και των “κολλητών” τους; Οι κερδοσκόποι και γενικώς οι ξένοι, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το Δ.Ν.Τ., οι Εβραιομασόνοι,  η λέσχη Μπιλντεμπέργκ, θα πουν κάποιοι άλλοι, που μονίμως απεργάζονται, σε συνεργασία με κάποιους δοσίλογους Έλληνες, την εκμετάλλευση της πατρίδας μας και την ταπείνωση των Ελλήνων, επειδή στη πραγματικότητα μας μισούν και μας ζηλεύουν για την πλούσια κληρονομιά μας και το αδούλωτο φρόνημά μας; 
Ποιος είναι πατριώτης και ποιος προδότης και μέχρι ποιου σημείου φτάνει ο πατριωτισμός και μέχρι που η προδοσία; Μπορεί και πώς γίνεται ο προδότης να περνάει για πατριώτης και αντίστροφα ο πατριώτης να αντιμετωπίζεται σαν προδότης; 
Αυτά και πολλά άλλα συναφή ερωτήματα περιπλέκονται το τελευταίο διάστημα και οι πιθανές απαντήσεις περισσότερες από μία, χωρίς, ωστόσο, καμία να κρίνεται απολύτως πειστική, εάν δεν βρεθεί ποια η σχέση της με την απάντηση σε  ένα άλλο διαχρονικό ερώτημα· εμείς, οι διαχρονικά πολύπαθοι πολίτες αυτής της χώρας τι κάναμε ή τι κάνουμε, για να αποτρέψουμε την όποια διαμορφούμενη δυσμενή κατάσταση για μας και για τη χώρα μας;  
Εμείς δεν είμαστε αυτοί που αναδείξαμε τους πολιτικούς που σήμερα χαρακτηρίζουμε ανάξιους; Που το κάναμε κανόνα να αποκρύπτουμε σκόπιμα τα εισοδήματά μας, προκειμένου να πληρώσουμε λιγότερους ή καθόλου φόρους και το δηλούμενο εισόδημά μας να μην ξεπερνά τα *12.000* ευρώ; Που πληρώνουμε ελάχιστες ασφαλιστικές εισφορές, απλά και μόνο για να έχουμε ιατροφαρμακευτική κάλυψη και στο τέλος διαμαρτυρόμαστε για τις συντάξεις πείνας, που θα μας δώσει το ασφαλιστικό μας Ταμείο; Που δεν αξιώνουμε να μας επικολλούν τα ένσημα ή δεν επικολλούμε τα ένσημα για την παρεχόμενη από άλλους προς εμάς εργασία; Που δεν υποβάλλουμε δήλωση ΦΠΑ; Που εκμεταλλευόμενοι το σύστημα, εξασφαλίσαμε μια σύνταξη αναπηρίας, ενώ στη πραγματικότητα δεν δικαιούμασταν; Που αποσιωπούμε ότι εισπράττουμε διπλές συντάξεις, εφόσον κανείς δεν μας ανακάλυψε; Που, ως δημόσιοι υπάλληλοι, εκμεταλλευόμενοι τη θέση μας και την ανάγκη του πολίτη, βρίσκουμε την ευκαιρία να αυξήσουμε το εισόδημά μας με εκβιαστικά δωράκια; Που, αφού “τρουπώσαμε” σε κάποια δημόσια θέση, χάριν “καίριων” γνωριμιών, ακολούθως θεωρήσαμε ότι μπορούμε να απολαμβάνουμε τα αγαθά της θέσης, χωρίς το άγχος για το αύριο και την ανάγκη να αποδείξουμε εάν έχουμε πράγματι την δυνατότητα, αλλά και την πρόθεση να παράξουμε έργο, αφού δεν υπάρχει αυτός που θα μας ελέγχει, αλλά ακόμη κι αν τολμούσε κάποιος να το κάνει, βέβαιο είναι ότι θα άκουγε το γνωστό μότο “ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε; Μη σε στείλω στα σύνορα”; 
Υπό την πίεση της ανάγκης, ας είμαστε ειλικρινείς τουλάχιστον μεταξύ μας. Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι γίναμε μια κοινωνία με προσωπικούς σχεδιασμούς και άρνηση της συνευθύνης και της συλλογικότητας. Μια κοινωνία μη πολιτών, δίγλωσση, που πελαγοδρομεί ανάμεσα στις καθιερωμένες ηθικές αξίες και τις ήδη εγκαθιδρυμένες συμπεριφορές. Που αφήνει άλλους να μιλούν γι’ αυτήν, αποφεύγοντας η ίδια να εκφράζει το λόγο της και όταν το κάνει, ακούγεται σαν τραύλισμα και η πράξη της τρομαγμένη και αβέβαιη. Που αδυνατεί να συλλάβει την ενότητα του κόσμου και το ρόλο της Χώρας μας στο παγκόσμιο κοινωνικό γίγνεσθαι και αυτοπαραμυθιάζεται με κατασκευές του συστήματος (στερεότυπα, απαγορεύσεις, κ.τ.λ.) και προφητείες, που διακινούν τηλεπαγγελματίες λαοπλάνοι, που του υπόσχονται ένδοξο μέλλον και αφόρητο παρόν. 
Ακόμη κι όταν στο παρελθόν δείξαμε ότι επιζητούσαμε την αλλαγή στη χώρα μας, αυτή η στάση και η συμπεριφορά μας ήταν ασυνεχής, περιστασιακή και περιπτωσιακή, πήρε για ένα διάστημα το χαρακτήρα του αυθόρμητου και του περαστικού, γι’ αυτό και η “αλλαγή” έγινε και έμεινε σύνθημα και η ανάγκη για αλλαγή διαχρονική επιταγή. 
Τελικά, η σημερινή κατάσταση υπήρξε το αποτέλεσμα πολλών συνδυασμένων παραγόντων, ατομικών και συλλογικών, πολιτικών και κοινωνικών. Να, λοιπόν, γιατί τα αιτήματα για Ψωμί, Παιδεία και Ελευθερία, ενισχυμένα με τη νέα, τη σημερινή δυναμική τους, βγήκαν και πάλι στο προσκήνιο. Αν δεν αλλάξουμε άμεσα νοοτροπία, αν δεν συνειδητοποιήσουμε ότι το κράτος είμαστε εμείς οι ίδιοι και ότι η διάκριση μεταξύ μας σε “έξυπνους - καταφερτζήδες” και “αφελείς” δεν ωφελεί κανέναν, αν δεν σταματήσουμε να αντιμετωπίζουμε την πολιτική με αφορισμούς, ή με όρους παζαριού, ότι οφείλουμε να συμμετέχουμε μαζικά και δραστήρια στα κοινά με πνεύμα δικαιοσύνης και προσφοράς, ότι οφείλουμε να συμπράξουμε, πολιτεία και πολίτες, για να βγει η χώρα μας από την οικονομική δίνη, ε, τότε σίγουρα αυτός ο τόπος θα έχει καλύτερο μέλλον, όχι γιατί θα το έχει πει κάποια προφητεία, αλλά γιατί εμείς θα έχουμε φροντίσει γι’ αυτό…
  

«Να πληρώσουν αυτοί που έφταιξαν▪ δηλαδή;»

Τελικά ποιος φταίει για το χάλι μας το μαύρο; Οι πολιτικοί, θα πουν κάποιοι, που δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και κατασπατάλησαν τον δημόσιο πλούτο, προς όφελος δικό τους και των “κολλητών” τους; Οι κερδοσκόποι και γενικώς οι ξένοι, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το Δ.Ν.Τ., οι Εβραιομασόνοι,  η λέσχη Μπιλντεμπέργκ, θα πουν κάποιοι άλλοι, που μονίμως απεργάζονται, σε συνεργασία με κάποιους δοσίλογους Έλληνες, την εκμετάλλευση της πατρίδας μας και την ταπείνωση των Ελλήνων, επειδή στη πραγματικότητα μας μισούν και μας ζηλεύουν για την πλούσια κληρονομιά μας και το αδούλωτο φρόνημά μας; 
Ποιος είναι πατριώτης και ποιος προδότης και μέχρι ποιου σημείου φτάνει ο πατριωτισμός και μέχρι που η προδοσία; Μπορεί και πώς γίνεται ο προδότης να περνάει για πατριώτης και αντίστροφα ο πατριώτης να αντιμετωπίζεται σαν προδότης; 
Αυτά και πολλά άλλα συναφή ερωτήματα περιπλέκονται το τελευταίο διάστημα και οι πιθανές απαντήσεις περισσότερες από μία, χωρίς, ωστόσο, καμία να κρίνεται απολύτως πειστική, εάν δεν βρεθεί ποια η σχέση της με την απάντηση σε  ένα άλλο διαχρονικό ερώτημα· εμείς, οι διαχρονικά πολύπαθοι πολίτες αυτής της χώρας τι κάναμε ή τι κάνουμε, για να αποτρέψουμε την όποια διαμορφούμενη δυσμενή κατάσταση για μας και για τη χώρα μας;  
Εμείς δεν είμαστε αυτοί που αναδείξαμε τους πολιτικούς που σήμερα χαρακτηρίζουμε ανάξιους; Που το κάναμε κανόνα να αποκρύπτουμε σκόπιμα τα εισοδήματά μας, προκειμένου να πληρώσουμε λιγότερους ή καθόλου φόρους και το δηλούμενο εισόδημά μας να μην ξεπερνά τα *12.000* ευρώ; Που πληρώνουμε ελάχιστες ασφαλιστικές εισφορές, απλά και μόνο για να έχουμε ιατροφαρμακευτική κάλυψη και στο τέλος διαμαρτυρόμαστε για τις συντάξεις πείνας, που θα μας δώσει το ασφαλιστικό μας Ταμείο; Που δεν αξιώνουμε να μας επικολλούν τα ένσημα ή δεν επικολλούμε τα ένσημα για την παρεχόμενη από άλλους προς εμάς εργασία; Που δεν υποβάλλουμε δήλωση ΦΠΑ; Που εκμεταλλευόμενοι το σύστημα, εξασφαλίσαμε μια σύνταξη αναπηρίας, ενώ στη πραγματικότητα δεν δικαιούμασταν; Που αποσιωπούμε ότι εισπράττουμε διπλές συντάξεις, εφόσον κανείς δεν μας ανακάλυψε; Που, ως δημόσιοι υπάλληλοι, εκμεταλλευόμενοι τη θέση μας και την ανάγκη του πολίτη, βρίσκουμε την ευκαιρία να αυξήσουμε το εισόδημά μας με εκβιαστικά δωράκια; Που, αφού “τρουπώσαμε” σε κάποια δημόσια θέση, χάριν “καίριων” γνωριμιών, ακολούθως θεωρήσαμε ότι μπορούμε να απολαμβάνουμε τα αγαθά της θέσης, χωρίς το άγχος για το αύριο και την ανάγκη να αποδείξουμε εάν έχουμε πράγματι την δυνατότητα, αλλά και την πρόθεση να παράξουμε έργο, αφού δεν υπάρχει αυτός που θα μας ελέγχει, αλλά ακόμη κι αν τολμούσε κάποιος να το κάνει, βέβαιο είναι ότι θα άκουγε το γνωστό μότο “ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε; Μη σε στείλω στα σύνορα”; 
Υπό την πίεση της ανάγκης, ας είμαστε ειλικρινείς τουλάχιστον μεταξύ μας. Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι γίναμε μια κοινωνία με προσωπικούς σχεδιασμούς και άρνηση της συνευθύνης και της συλλογικότητας. Μια κοινωνία μη πολιτών, δίγλωσση, που πελαγοδρομεί ανάμεσα στις καθιερωμένες ηθικές αξίες και τις ήδη εγκαθιδρυμένες συμπεριφορές. Που αφήνει άλλους να μιλούν γι’ αυτήν, αποφεύγοντας η ίδια να εκφράζει το λόγο της και όταν το κάνει, ακούγεται σαν τραύλισμα και η πράξη της τρομαγμένη και αβέβαιη. Που αδυνατεί να συλλάβει την ενότητα του κόσμου και το ρόλο της Χώρας μας στο παγκόσμιο κοινωνικό γίγνεσθαι και αυτοπαραμυθιάζεται με κατασκευές του συστήματος (στερεότυπα, απαγορεύσεις, κ.τ.λ.) και προφητείες, που διακινούν τηλεπαγγελματίες λαοπλάνοι, που του υπόσχονται ένδοξο μέλλον και αφόρητο παρόν. 
Ακόμη κι όταν στο παρελθόν δείξαμε ότι επιζητούσαμε την αλλαγή στη χώρα μας, αυτή η στάση και η συμπεριφορά μας ήταν ασυνεχής, περιστασιακή και περιπτωσιακή, πήρε για ένα διάστημα το χαρακτήρα του αυθόρμητου και του περαστικού, γι’ αυτό και η “αλλαγή” έγινε και έμεινε σύνθημα και η ανάγκη για αλλαγή διαχρονική επιταγή. 
Τελικά, η σημερινή κατάσταση υπήρξε το αποτέλεσμα πολλών συνδυασμένων παραγόντων, ατομικών και συλλογικών, πολιτικών και κοινωνιλών. Να, λοιπόν, γιατί τα αιτήματα για Ψωμί, Παιδεία και Ελευθερία, ενισχυμένα με τη νέα, τη σημερινή δυναμική τους, βγήκαν και πάλι στο προσκήνιο. Αν δεν αλλάξουμε άμεσα νοοτροπία, αν δεν συνειδητοποιήσουμε ότι το κράτος είμαστε εμείς οι ίδιοι και ότι η διάκριση μεταξύ μας σε “έξυπνους - καταφερτζήδες” και “αφελείς” δεν ωφελεί κανέναν, αν δεν σταματήσουμε να αντιμετωπίζουμε την πολιτική με αφορισμούς, ή με όρους παζαριού, ότι οφείλουμε να συμμετέχουμε μαζικά και δραστήρια στα κοινά με πνεύμα δικαιοσύνης και προσφοράς, ότι οφείλουμε να συμπράξουμε, πολιτεία και πολίτες, για να βγει η χώρα μας από την οικονομική δίνη, ε, τότε σίγουρα αυτός ο τόπος θα έχει καλύτερο μέλλον, όχι γιατί θα το έχει πει κάποια προφητεία, αλλά γιατί εμείς θα έχουμε φροντίσει γι’ αυτό…
  

«Να πληρώσουν αυτοί που έφταιξαν▪ δηλαδή;»

Σάββατο 27 Μαρτίου 2010

“Πώς το «αναγκαίο» και το «αναγκαστικό» συνεργούν στην χάραξη της οικονομικής πολιτικής;”

Επειδή πολύς λόγος γίνεται το τελευταίο διάστημα για τα οικονομικά μέτρα της Κυβέρνησης και εάν αυτά συνάδουν με την πολιτική της φιλοσοφία, εις τρόπον ώστε αρκετοί μεν εντός του ΠΑΣΟΚ να έρχονται σε λεκτικές προστριβές, εξ αριστερών δε να ξιφουλκήσουν εναντίον της με λαϊκίστικους όρους του στυλ ότι η Κυβέρνηση κινείται τάχα βάσει σχεδίου για την υφαρπαγή των εισοδημάτων των πολιτών και άλλα τοιαύτα χαριτωμένα, ενώ εκ δεξιών, ελλείψει επιχειρηματολογίας, επιχειρείται η υιοθέτηση της συνθηματολογίας περί καθυστερήσεως λήψεως των αναγκαίων μέτρων, προς αντιμετώπισιν των οξύτατων προβλημάτων της οικονομίας μας, αλλά και προς ενημέρωσιν των μεγάλης μερίδας των πολιτών που δείχνουν κατανόηση για τον “Γολγοθά” που ανεβαίνει η Κυβέρνηση και όλοι εμείς μαζί της, προκειμένου να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα της ολιγωρίας των τελευταίων ετών, κρίθηκε σκόπιμη η εκπόνηση του παρόντος άρθρου, προκειμένου να αναδειχθεί ο σημαίνων ρόλος κάποιων εννοιών, που βρίσκονται μεν στο περιθώριο των εξελίξεων, πλην, όμως, πρωταγωνιστούν άθελά τους στην διαμόρφωσή τους.
Στην τρέχουσα περίοδο της έντονης εθνικής ανάγκης για την ανάκτηση της χαμένης αξιοπιστίας και την διατήρηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Χώρας μας, φαντάζει ως ψευτοδίλημμα το εάν τα οικονομικά μέτρα, που ανακοινώθηκαν, συνάδουν ή όχι με την πολιτική φιλοσοφία της Κυβέρνησης και τούτο διότι πρέπει πρωτίστως να απαντήσουμε στο αμείλικτο ερώτημα εάν τα μέτρα αυτά ήταν “αναγκαία” ή “αναγκαστικά”.
Και επειδή η ελληνική γλώσσα «δεν μασάει τα λόγια της» ας δούμε ποια είναι η διαφορά μεταξύ των εννοιών αυτών. Ως “αναγκαίο” ορίζεται αυτό που είναι απαραίτητο να γίνει, ενώ ως “αναγκαστικό” ορίζεται αυτό που είναι υποχρεωτικό να γίνει, ελλείψει άλλης επιλογής.
Ύστερα, από την επισήμανση αυτή είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς τι ήταν απαραίτητο να έχει γίνει και δεν έγινε τα τελευταία χρόνια στη Χώρα μας, ιδίως στη διάρκεια των τελευταίων 5 ½ χρόνων, προκειμένου να θωρακιστούν τα δημόσια οικονομικά απέναντι στον υπέρογκο δανεισμό, που υπέσκαπτε τα θεμέλια της ανάπτυξης και στην επερχόμενη διεθνή οικονομική κρίση από τη μια και στα μέτρα που μας επιβλήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και που ήμασταν αναγκασμένοι να εφαρμόσουμε, προκειμένου να αποφύγουμε την επερχόμενη χρεοκοπία, μη έχοντας άλλη επιλογή, από την άλλη;
Όταν προσφάτως ο πρωθυπουργός μιλούσε για μείωση της εθνικής κυριαρχίας, αλλά και ο γράφων προεκλογικά επεσήμαινε, φέρνοντας το παράδειγμα του Αλκιβιάδη, που έθετε πριν από 2.500 χρόνια στους Αθηναίους το δίλημμα «ή θα επικρατήσουμε ή θα υποταχθούμε», ακριβώς σε αυτήν την περίπτωση που κάποιος άλλος θα σου υπαγορεύει το τι θα κάνεις αναφερόμασταν.
Κι αν μεν αναγκάστηκε η Κυβέρνηση να εφαρμόσει τα μέτρα, που της ορίστηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, εντούτοις το αξιοπρόσεκτο ήταν ότι απέναντι σε τoύτο το “αναγκαστικό”, αντιπρόβαλε με θάρρος και έγινε στην διεθνή κοινότητα αντιληπτό, αλλά και αποδεκτό, αυτό που ήταν άκρως “αναγκαίο”, δηλαδή να δανειζόμαστε με τους όρους που ισχύουν και για τις άλλες χώρες, δηλαδή με χαμηλά επιτόκια, διότι σε διαφορετική περίπτωση τα ποσά, που θα εξοικονομούνται από την δυσάρεστη αυτή πολιτική, δεν θα καταλήξουν στην μείωση του εξωτερικού χρέους και εν τέλει στην έξοδό μας από την οικονομική κρίση, αλλά στην αποπληρωμή των υπέρογκων τόκων, με αποτέλεσμα να μπούμε σε μια διαδικασία, που θυμίζει κυλιόμενη άμμο, όπου αργά, αλλά σταθερά βυθίζεται αυτός που παγιδεύεται, μέχρι να έρθει το τέλος του…
Η ελληνική αυτή αντίληψη ήταν εν μέρει αιρετική, αφού είναι παράδοξο ο αφερέγγυος να υπαγορεύει και τους όρους του δανεισμού του στους δανειστές, παραδοξότητα, όμως, που με την συνέργεια των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών ήδη κατέστη ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Αυτό που απομένει να δούμε είναι εάν πράγματι οι αποφάσεις που λήφθηκαν στις 25 Μαρτίου στην Ευρώπη θα φέρουν τα αναμενόμενα απτά αποτελέσματα για την αποφυγή της οικονομικής ασφυξίας μας, έτσι ώστε να ακολουθήσει και η χάραξη της αναπτυξιακής πολιτικής, που ενώ δεν θίγεται άμεσα με τα μέτρα που μέχρι σήμερα έχουν ληφθεί, εντούτοις είναι άκρως αναγκαία για να τονωθεί η αγορά, μέσω της μεταφοράς της ρευστότητας και με όρους ευνοϊκούς στην μαστιζόμενη μεσαία τάξη, που αποτελεί τον πραγματικό αιμοδότη μιας οικονομίας, που στερείται ακόμη αναπτυξιακών υποδομών, χαρακτήρα και προοπτικής...

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2010

“Αγροτικές κινητοποιήσεις και ο ρόλος του ΚΚΕ”*

Το ΚΚΕ (πρώην ΣΕΚΕ), από τη στιγμή που ιδρύθηκε, έδειξε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο ενδιαφέρον για το αγροτικό ζήτημα, αλλά ούτε έτοιμες μελέτες υπήρχαν για την όλη αγροτική οικονομία της χώρας, ούτε, μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, ήταν δυνατόν να κατατοπιστεί θεωρητικά και να έχει ξεκάθαρη γνώμη για τη λύση του αγροτικού ζητήματος. Για αυτό και δεν είχε ένα συγκεκριμένο αγροτικό πρόγραμμα δράσης άμεσων απαιτήσεων.  
Στο Β’ Συνέδριο του ΣΕΚΕ τον Απρίλιο του 1920 ορίστηκε, από την τότε Κεντρική Επιτροπή, εισηγητής του αγροτικού ο Γιάννης Κορδάτος, από τους θεμελιωτές του μαρξισμού στην Ελλάδα, η εισήγηση του οποίου καταπολεμήθηκε από τον Κεντρικό Επίτροπο Π. Δημητράτο. 
Στις σελίδες του «Ριζοσπάστη» της εποχής εκείνης, ο Κορδάτος τόνιζε ότι: «Η πρότασις εκείνη περί «Εθνικοποιήσεως», εξακολουθεί να είναι αόριστη και να μη δίνη μια προγραμματική κατεύθυνσι στην αγροτική μας πολιτική ούτε στο Θεσσαλικό αγροτικό ζήτημα. Αναγνωρίζω πως η «Εθνικοποίησι» είναι μια θεμελιώδης αρχή του σοσιαλισμού αλλά … θα γίνει πραγματικότης ίσως για το πολύ απώτερον μέλλον της Ελλάδας….Η εθνικοποίησις της γης ούτε στην Σοβιετική Ρωσία δεν είναι ακόμα ένα θετικό γεγονός. Ακόμα και κάτι άλλο… μέχρις ότου φθάσουμε στην εθνικοποίησι της γης θ’ αντικρύσουμε τους σημερινούς και αυριανούς πόθους και ανάγκας των αγροτών και κάτι παραπάνω ακόμα ένα σχεδόν τετελεσμένο γεγονός… Δεν μπορούμε να καθόμαστε με σταυρωμένα τα χέρια και να μιλούμε μόνο για την εθνικοποίηση της γης σαν άμεσο και προσεχές γεγονός. Η χωρίς αποζημίωσι απαλλοτρίωσι δεν είναι ένας αναγκαίος συμβιβασμός αλλά μια επαναστατική προπαγάνδα».
Σαφώς το απώτατο σχέδιο του Κομμουνισμού, μετά την επικράτησή του, είναι να εθνικοποιήσει τη γη και συνεπώς να καταργήσει τις παντός είδους ιδιοκτησίες της γης κ.τ.λ., όμως, η εθνικοποίηση της γης και κυρίως της μικροϊδιοκτησίας είναι έργο πολύ μελλοντικό, επιδίωξη πολύ απώτερη. «Όταν θα καταλάβουμε την πολιτική εξουσίαν», λέει ο Ένγκελς στο βιβλίο του «Το αγροτικό ζήτημα στη Δύση», «ούτε να σκεφθούμε καν θα είναι δυνατόν για την απαλλοτρίωση των μικροϊδιοκτησιών των χωρικών (κατόπιν αποζημιώσεως ή άνευ) όπως θα είμαστε αναγκασμένοι να το κάνουμε για τους μεγάλους γαιοκτήμονας (τσιφλικούχους)».  
Ο Αβραάμ Μπεναρόγια, από τους ιδρυτές του ΣΕΚΕ (ΚΚΕ), διατύπωσε μια ανάλυση των αγροτών αρκετά διαφορετική από τη μέχρι τότε καθιερωμένη μεταξύ των σοσιαλιστών. Στη μελέτη του «Οι αγρότες στην Ελλάδα», τόνισε ότι οι αγρότες καπνοπαραγωγοί είναι τυπικά μόνο ανεξάρτητοι, ενώ στην πραγματικότητα είναι υποδουλωμένοι στο εμποροβιομηχανικό κεφάλαιο. Δεν δίστασε να διακηρύξει ότι οι αγρότες έπρεπε να θεωρηθούν απροσχημάτιστα ως ιδιότυποι βιομηχανικοί εργάτες, ο δε Γ. Γεωργιάδης, μέλος της ηγεσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος το 1921, διαπίστωσε ότι, παρόλη την «δογματική, στείρα και αρνητική πολιτική προπαγάνδα του», το κομμουνιστικό κόμμα κατόρθωνε να βρίσκει μια σημαντική απήχηση ιδίως μεταξύ των αγροτών, κάτι το οποίο θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε και στη σημερινή εποχή.  
Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε ότι η τακτική του ΚΚΕ απέναντι στους αγρότες έπαιρνε κατά κύριο λόγο καιροσκοπική μορφή, που κάτω από μια πολιτική ιδεολογία, όπου το θεωρητικό έλλειμμα και η σύγχυση συνόδευε την κοινωνική τάξη του αγρότη, εξαντλούνταν σε αφηρημένα επαναστατικά συνθήματα που συμπτωματικά εξέφραζαν πότε την «μπολσεβίκικη» και πότε την οπορτουνιστική του τάση. Το γεγονός αυτό δεν είχε μόνο επίδραση στην ιδεολογική φυσιογνωμία του κόμματος, αλλά, το κυριότερο, είχε άμεση επίδραση στη δυναμική και στις διεκδικήσεις του αγροτικού κινήματος της εποχής.  
Στην ίδια καιροσκοπική λογική κινείται και η από 19/1/2010 Ανακοίνωση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ για τις αγροτικές κινητοποιήσεις: «Η ουσιαστική στήριξη του αγροτοπαραγωγού στις σημερινές συνθήκες απαιτεί φθηνά λιπάσματα, σύγχρονες υποδομές και μηχανήματα, επιστημονική γνώση, συγκέντρωση της παραγωγής και αξιοποίησή της στο πλαίσιο μιας κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας με γνώμονα τις ανάγκες του λαού. Γι' αυτό και το ΚΚΕ προβάλλει την ανάγκη να συνεταιρισθεί ο παραγωγός και να συνδεθεί με τη βιομηχανία, το εμπόριο και την τράπεζα που θα αποτελούν λαϊκή κρατική ιδιοκτησία. Προβάλλει την προοπτική της λαϊκής οικονομίας που θα διασφαλίσει την ευημερία της αγροτικής οικογένειας».  
Η γενική γραμματέας του ΚΚΕ κυρία Αλέκα Παπαρήγα, η οποία, ως γνωστόν, κατάφερε “με τις αιματηρές της οικονομίες” να σπουδάσει την κόρη της στο Αμερικανικό Κολέγιο Αθηνών και ήταν επιφανές μέλος του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων του, ενώ δεν δέχεται τον κρατικό έλεγχο των οικονομικών του κόμματός της, περιόδευσε στο μπλόκο της Χαλκηδόνας στη Θεσσαλονίκη «με το μήνυμα να συνεχίσουν τις κινητοποιήσεις», ενώ στο μπλόκο του Κάστρου Βοιωτίας δήλωσε «Ο αγώνας είναι σε κρίσιμο σημείο. Βεβαίως η αγροτιά και η αγροτική παραγωγή ήταν και είναι εδώ και καιρό σε κρίσιμο σημείο. Αύριο το υπουργείο και η κυβέρνηση σας καλεί σε διάλογο. Μετράει την αντοχή σας, μετράει το πείσμα σας. Θέλει να σφυγμομετρήσει αν μπορεί να πουλήσει φύκια για μεταξωτές κορδέλες.  
Εσείς πρέπει να μετρήσετε τη δική σας δύναμη, πρέπει να δείξετε τη δύναμή σας και πιστεύω ότι αυτή είναι η διάθεσή σας και γι' αυτό άλλωστε είστε στο δρόμο. Γιατί από αυτόν τον αγώνα πρέπει να κερδίσετε για να μπορείτε να συνεχίσετε τον αγώνα. Γιατί το ζήτημα της επιβίωσης αν πρώτα ήταν ένα ζήτημα για το τι θα γίνει σε 5,6,7 χρόνια τώρα κρίνεται το 2010, το 11, το πολύ έως το 2013. Το ζήτημα λοιπόν είναι το ποιος θα δείξει τη μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και την μεγαλύτερη αδιαλλαξία. Αυτός που πρέπει να είναι αδιάλλακτος είναι ο αγρότης που υποφέρει χρόνια και δεν υπάρχει προοπτική χωρίς τον αποφασιστικό και μεθοδευμένο αγώνα».  
Κανένας δεν κλείνει τους δρόμους για πλάκα. Μας είπαν ότι οι κλειστοί δρόμοι κλείνουν και σπίτια. Όχι δεν ζημιώνεται ο λαός. Από τις αγροτικές κινητοποιήσεις ωφελείται και θα ωφεληθεί περισσότερο αν έχουν αποτέλεσμα. Ο αγώνας πρέπει να έχει και αλληλεγγύη, αλλιώς είναι αδύναμος. Ταλαιπωρία δεν είναι μια παράκαμψη. Ταλαιπωρία δεν είναι να είσαι άνεργος; Ταλαιπωρία δεν είναι οι ακριβές τιμές στο σουπερμάρκετ; Και στο τέλος, τέλος ας λύσουν τα προβλήματα».  
Από την στάση και τις δηλώσεις της ΓΓ του ΚΚΕ είναι προφανές ότι αυτό είναι ο ηθικός αυτουργός των μπλόκων. Πολύ πριν κατέβουν οι αγρότες στην εθνική οδό, κατέβηκαν τα στελέχη του ΚΚΕ, τα οποία είναι ή παριστάνουν τους αγρότες, με την δικαιολογία της αγροτικής "διαμαρτυρίας". Όταν όμως στέλεχος με ιδεολογική σκοπιμότητα οδηγεί τρακτέρ στην εθνική οδό, τότε το τρακτέρ παύει να είναι τέτοιο και κάπου αλλού αποσκοπεί και μάλιστα μεθοδευμένα.  
Είναι απολύτως βέβαιο ότι οι του ΚΚΕ - παρότι αποκρύπτουν συστηματικά ότι δεν υπολογίζουν τον μικροαγρότη και την μικροϊδιοκτησία του, για τους λόγους που αναφέρθηκαν στην αρχή του παρόντος - γνωρίζουν πολύ καλά ότι η χώρα δεν είναι σε θέση να διαθέσει ούτε ένα ευρώ για να ικανοποιήσει τα αιτήματα των αγροτών, όπως γνωρίζουν ότι αφενός μεν δεν επιτρέπονται οι εθνικές επιδοτήσεις, αφετέρου δε ακόμη και αν ικανοποιούσε τα αιτήματά τους το πρόβλημα των αγροτών δεν θα λυνόταν διότι δεν είναι οικονομικό, αλλά πρόβλημα γενικότερης αναδιάρθρωσης της αγροτικής οικονομίας. Γνωρίζουν πάρα πολύ καλά ότι κλείνοντας τους δρόμους οι αγρότες εκβιάζουν το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, ότι παραβιάζουν τον νόμο, ότι εκθέτουν τη χώρα διεθνώς, σε μια στιγμή που ήδη βρισκόμαστε στη δίνη του κυκλώνα, που δεν ξέρουμε πού θα καταλήξει. Δυστυχώς το ΚΚΕ για ακόμη μία φορά λειτουργεί διχαστικά, εκμεταλλευόμενο την ανοχή της κοινωνίας. Από τη μια προκαλεί και υποδαυλίζει τα μπλόκα και από την άλλη έρχεται προσποιητικά και τα ευλογεί πολιτικά, ονομάζοντας τα κινητοποιήσεις, πράξεις παράνομες, εκβιαστικές και επιζήμιες για το σύνολο των πολιτών.  
Μικροεπιχειρηματίες και μικροεπαγγελματίες, οι οποίοι μετά βίας επιβιώνουν σε κανονικές συνθήκες, έρχονται αντιμέτωποι με ένα φαινόμενο, το οποίο μπορεί να βάλει "ταφόπλακα" στις όποιες ελπίδες διατηρούσαν για επιβίωση. Όλοι αυτοί δυσφορούν, γιατί ο δρόμος είναι γι' αυτούς ό,τι είναι το χωράφι για τον γεωργό. Είναι το μέσον με το οποίο επιβιώνουν. Δυσφορούν λοιπόν, όπως θα δυσφορούσαν και οι αγρότες, αν κάποιοι εργάτες, για να μεγιστοποιήσουν τη δύναμη της διαμαρτυρίας τους, πήγαιναν και έκλειναν τα αρδευτικά κανάλια των αγροτών μέσα στο καλοκαίρι. Πόσο θα άντεχαν οι αγρότες έναν εργατικό "αγώνα", αν αυτός τους έκλεινε τα αρδευτικά κανάλια και τους απειλούσε με απόλυτη καταστροφή;  Κατανοούν τα προβλήματα των αγροτών, γιατί βρίσκονται και οι ίδιοι σε μια ανάλογη κατάσταση.  
Ήδη κάποιοι επαγγελματίες έκαναν μήνυση στους αγρότες για τις κινητοποιήσεις που τους "πνίγουν". Αν από τη νομική σύγκρουση ξεφύγουμε και πάμε στη φυσική σύγκρουση, ποιες θα είναι οι συνέπειες;  
Κι αν μεν στο ΚΚΕ μπορούν να υπερηφανεύονται για την ιστορία του, παραβλέποντας τα όσα δήλωνε στο παρελθόν για την "ελεύθερη" Μακεδονία, που κάποτε ονειρευόταν, τον εμφύλιο, τις "μάχες" της Αθήνας και των εθνικών οδών, όπως και ότι το πραγματικό του όραμα είναι να καταλάβει την εξουσία, μέσω μιας γενικευμένης λαϊκής εξέγερσης, προκειμένου να επιφέρει την σοσιαλιστική μεταρρύθμιση, όπως μόνο αυτό την εννοεί (!), εμείς οι υπόλοιποι, αγρότες και μη, χάσαμε την στοιχειώδη λογική; Αν το πλοίο (βλ. χώρα) βουλιάξει, τότε και ο μούτσος, που ήθελε να είναι ΚΚΕ, θα έχει την ίδια τύχη με το υπόλοιπο πλήρωμα. Θα πνιγεί. Ας το καταλάβουμε επιτέλους, πριν είναι πολύ αργά!!
_______________________
*βλ. και τα αξιόλογα άρθρα:
α) "ΚΚΕ και αγρότες", που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα ("http://aixmi.wordpress.com/2009/02/04/κκε-και-αγρότες-1ο-μέρος/),
β) "ΚΚΕ και αγρότες εκβιάζουν", του Γρηγ.Νικολόπουλου, που δημοσιεύθηκε στις 23/1/10 στην Ελευθεροτυπία και
γ) "Αγροτικό - Ο βρόμικος ρόλος του ΚΚΕ", του Παναγ. Τραϊανού, που δημοσιεύθηκε στις 29/1/09 στην ιστοσελία politicsgr.com/

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010

“Quo Vadis Ελλάδα;”

«“Η δύναμη ενός έθνους δεν βρίσκεται στα οχυρά του, ούτε στους στόλους του, ούτε στο μόνιμο στρατό του, μα στην ευτυχία και την καλοπέραση των πολιτών του, που είναι πάντοτε έτοιμοι να υπερασπίσουν τους εαυτούς τους και την ευημερία που απολαμβάνουν” (Αριστείδης Μπριάν)»

Λίγο ως πολύ όλοι πλέον καταλαβαίνουμε τι σημαίνει “διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση”, η οποία οδήγησε σε πρωτόγνωρη ύφεση την παγκόσμια οικονομία, με τρομακτικές επιπτώσεις στο εισόδημα, στην απασχόληση, στην ανάπτυξη, στην κοινωνική συνοχή. Απαιτήθηκε ο κρατικός παρεμβατισμός προκειμένου να διασωθεί το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και να διατηρηθεί ο ρόλος του στις αγορές.
Αυτή η κρίση δεν είχε, βέβαια, την ίδια επίδραση σε όλες τις χώρες. Στην Ελλάδα προέκυψε με εξαμηνιαία καθυστέρηση έναντι των υπολοίπων της Ευρωζώνης. Το χρηματοπιστωτικό μας σύστημα δεν είχε τον ίδιο βαθμό έκθεσης στις αγορές και τα προϊόντα που οδήγησαν στην κατάρρευση των μεγάλων διεθνών χρηματοπιστωτικών ομίλων, εξαιτίας των ιδιαιτεροτήτων της ελληνικής οικονομίας και του περιορισμού της δράσης του, κυρίως στον ελληνικό και βαλκανικό χώρο.
Στη χώρα, σε συντονισμό με την Ε.Ε., επιχειρήθηκε η εφαρμογή σχεδίου στήριξης του τραπεζικού συστήματος ύψους 28 δις ευρώ, το οποίο εξασφάλισε χρηματοπιστωτική ρευστότητα, δίχως, όμως, να υπάρξει ουσιαστικό αντίκρισμα στην πραγματική οικονομία. Η επίδραση της διεθνούς κρίσης στη χώρα μας εντοπίζεται κυρίως στη Ναυτιλία και τον Τουρισμό και είναι μικρότερη έναντι των άλλων χωρών της Ευρωζώνης.
Η κρίση στην Ελλάδα είναι Εσωτερική, κυρίως δομική και οι ευθύνες κατεξοχήν πολιτικές. Η αποτυχία της ΝΔ, στην υλοποίηση του προϋπολογισμού του 2009, είναι πρωτοφανής. Το αποδεικνύουν τα στοιχεία. Καθαρά έσοδα μόλις 49,26 δις, δηλαδή 13 δις λιγότερα των προϋπολογισθέντων. Δαπάνες 71,44 δις, δηλαδή 5,5 δις περισσότερα των προϋπολογισθέντων. Έλλειμμα 30,56 δις, δημόσιο χρέος 300 δις.
Η αποτυχία του Προϋπολογισμού 2009 αποτυπώνεται παράλληλα στη σημαντική μείωση του ρυθμού ανάπτυξης κατά 2,3 μονάδες αλλά και στις ποσοστιαίες μεταβολές των βασικών μεγεθών της Ελληνικής Οικονομίας με πτώση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,5 μονάδα, αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης κατά 11 μονάδες, μείωση των επενδύσεων κατά 19,8 μονάδες, μείωση των αγαθών και υπηρεσιών κατά 21 μονάδες, μείωση του ΑΕΠ κατά 1,2 % και με τον πληθωρισμό στο 1.2% και την ανεργία στο 9,3%.
Τα στοιχεία αυτά αποδεικνύουν τις πολιτικές ευθύνες και την ανικανότητά της ΝΔ να διαχειριστεί τα δημοσιονομικά και να συμβάλλει στην άρση των στρεβλώσεων.
Η πολιτική ευθύνη όμως της ΝΔ, δεν περιορίζεται μόνο στο 2009, αφορά στα τελευταία 5.5 χρόνια, διότι ξεκινώντας από την απογραφή του κ. Αλογοσκούφη έφθασε τη χώρα στην υπαγωγή της πιο σκληρής κοινοτικής επιτήρησης. Μια κατάσταση που προσβάλλει τους Έλληνες πολίτες, εξέθεσε τη χώρα, την κατέστησε ευάλωτη στις διεθνείς κερδοσκοπικές μεθοδεύσεις με αποτέλεσμα τη μείωση της πιστοληπτικής της ικανότητας.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό το ερώτημα είναι ποια μέτρα παίρνει η νέα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και πού αποσκοπούν αυτά;
Έχοντας επίγνωση της δύσκολης οικονομικής κατάστασης, ότι η Ελλάδα τούτη την ώρα στενάζει από το βάρος του δημοσίου χρέους των 300 δις και ότι ο κάθε πολίτης αυτής της χώρας σηκώνει φορτίο χρέους 27.000 ευρώ και πλέον (!!) και χωρίς να χάνει το κοινωνικό του προσανατολισμό, προωθεί την μετάβαση από την απραξία, στην πράξη, από τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό, στο νοικοκύρεμα, από τις σπατάλες, στη σωστή διαχείριση του δημοσίου χρήματος, από την αναξιοπιστία, στην αξιοπιστία και τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης.
Παράλληλα, προχωρεί στην υλοποίηση των προγραμματικών δεσμεύσεων με μέτρα κοινωνικής και δημοσιονομικής πολιτικής, που ενισχύουν την κοινωνική συνοχή και στηρίζουν την πραγματική οικονομία. Τα μέτρα αυτά στοχεύουν στη μείωση του ελλείμματος, στη συγκράτηση του ρυθμού αύξησης του δημόσιου χρέους, στην ενίσχυση των εσόδων, στην περιστολή της κρατικής σπατάλης, σε ένα δίκαιο και αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα, στην ορθολογική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, στην στήριξη του εισοδήματος, στην ενίσχυση των οικονομικά ασθενέστερων, στην αύξηση του επιδόματος ανεργίας, στην αύξηση των αγροτικών συντάξεων, στην αύξηση επιστροφής του ΦΠΑ των αγροτών από 7% σε 11%, στην αύξηση των δαπανών για την εκπαίδευση, την υγεία και τις επενδύσεις, στην αύξηση των θέσεων παραγωγικής απασχόλησης και στην αύξηση των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
Ο νέος Προϋπολογισμός του 2010 επιχειρεί δημοσιονομική αναπροσαρμογή μείωσης του ελλείμματος στο 9,1% του ΑΕΠ, δηλαδή μία μείωση 8,4 δις ευρώ, που προκύπτει σχεδόν ισόποσα από την μείωση κατά 2,25 δις στις πρωτογενείς δαπάνες, 0,46 δις στις προμήθειες νοσοκομείων, 0,46 δις στις εξοπλιστικές δαπάνες και αύξηση των καθαρών εσόδων κατά 4,44 δις.
Σημαντική πολιτική επιλογή της νέας κυβέρνησης αποτελεί η φορολογική διεύρυνση στη βάση της πραγματικής κατάστασης των εισοδημάτων και της φοροδοτικής ικανότητας των φορολογουμένων. Η υλοποίηση αυτής της πολιτικής θα γίνει με τα μέτρα της ενιαίας προοδευτικής τιμαριθμοποιημένης φορολογικής κλίμακας για όλα τα εισοδήματα, την εφαρμογή της προοδευτικής φορολόγησης της μεγάλης ακίνητης περιουσίας, την επαναφορά του φόρου κληρονομιάς και γονικών παροχών, την κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης για όλα τα εισοδήματα και τα μισθολογικά επιδόματα του Δημοσίου, την κατάργηση των χαριστικών φοροαπαλλαγών, την φορολόγηση των διανεμόμενων κερδών στα φυσικά πρόσωπα, την φορολόγηση της υπεραξίας από βραχυχρόνιες χρηματιστηριακές συναλλαγές με συμψηφισμό των ζημιών και την φορολόγηση των συναλλαγών με τις off shore (οφ-σορ) εταιρείες.
Παράλληλα, η πάταξη της φοροδιαφυγής αποτελεί ζήτημα στοιχειώδους κοινωνικής δικαιοσύνης και διαφάνειας, διότι σε διαφορετική περίπτωση τα βάρη θα πέφτουν πάντα στους μισθωτούς και συνταξιούχους. Ο συνδυασμός της διαφάνειας, της δίκαιης φορολογίας και της ορθής χρήσης των δαπανών επ’ ωφελεία του κοινωνικού συνόλου αποτελεί το μεγάλο στοίχημα.
Γι’ αυτούς που μας οδήγησαν στην αφόρητη κατάσταση που βιώνουμε όλοι μας, μια ελάχιστη, ειλικρινής, συγνώμη δεν βλάπτει, ενώ για κείνους της άλλης Αριστεράς, που σκέφτηκαν να διοργανώσουν όσες διαδηλώσεις δεν είχαν γίνει στα πεντέμισι χρόνια της διακυβέρνησης της ΝΔ. αναγκαία είναι η επισήμανση ότι η επίτευξη του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας προϋποθέτει μεγάλες ρήξεις και συγκρούσεις, αλλά και παράλληλη ωρίμανση των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών.
Τώρα είναι η ώρα της ευθύνης, της Εθνικής ευθύνης, για όλους μας, γιατί το έλλειμμα εκτροχιάστηκε, γιατί το δημόσιο χρέος αποτελεί εθνικό ζήτημα και είναι επιτακτική η ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε το πού έχουμε φτάσει και ότι δεν μας περισσεύει πλέον καμία ημέρα. Δυστυχώς σήμερα, η ρήση του Ανδρέα Παπανδρέου «είτε η Ελλάδα θα αφανίσει το χρέος, είτε το χρέος την Ελλάδα» καθίσταται επίκαιρη όσο ποτέ και μας αφορά όλους. Ως Ελλάδα έχουμε ασφαλώς δυνατότητες και ως Έλληνες έχουμε χρέος να ανταποκριθούμε άμεσα, εάν θέλουμε να υπερασπίσουμε  τους εαυτούς μας και την ευημερία που απολαμβάνουμε. Εδώ και τώρα…