Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2007

Περί της διυλίσεως του κώνωπος


Για τον ιστορικό του μέλλοντος η περίοδος που διανύουμε (όχι ότι οι προηγούμενες πάνε πίσω) θα αποτελούσε ένα δυσεπίλυτο μυστήριο. Τι χώρα είναι τελοσπάντων η Ελλάδα; Μια αστική δημοκρατία, με φιλελεύθερες ή σοσιαλιστικές αποχρώσεις ή μια κομμουνιστική κοινωνία; Στον αντίποδα της δημόσιας παιδείας, υγείας, συγκοινωνιών, ενέργειας, τηλεπικοινωνιών, κ.λ.π., συνυπάρχουν τα ιδιωτικά σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τα διάφορα ιδιωτικά Ι.Ε.Κ., τα “φροντιστήρια” (σ.σ. πού μας φροντίζουν από τι;), τα ιδιωτικά νοσοκομεία, τα ιδιωτικά μέσα μεταφοράς (Κ.Τ.Ε.Λ., ταξί), οι ιδιωτικές επιχειρήσεις παραγωγής ενέργειας, οι ιδιωτικοί φορείς τηλεπικοινωνιών και ο κατάλογος συνεχίζεται μακρύς. Κι, όμως, μερίδα των νεοελλήνων διαμαρτύρεται για την δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Γιατί;
Μελετώντας τον Τύπο των τελευταίων ημερών διαβάζουμε ότι:
"Αρχίζει μια εβδομάδα μαζικών και ειρηνικών κινητοποιήσεων για το άρθρο 16, το δημόσιο Πανεπιστήμιο, την ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση όλων των αποφοίτων του Λυκείου στην ανώτατη εκπαίδευση", τόνισε σε δηλώσεις του ο κ. Αλέκος Αλαβάνος. "Η κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν έχει τη δεδηλωμένη της εκπαιδευτικής κοινότητας και όλης της κοινωνίας, που θέλουν το Πανεπιστήμιο χώρο γνώσης και όχι επιχειρηματικού κέρδους. Η έκβαση στην αναμέτρηση αυτή δεν θα κριθεί σε μια απομονωμένη αίθουσα της Βουλής. Θα κριθεί στα ίδια τα Πανεπιστήμια, στους δρόμους των Πανεπιστημιουπόλεων, μέσα στην κοινωνία. Θα κριθεί στις επερχόμενες εκλογές, όπου για τον Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς η υπεράσπιση του άρθρου 16 αποτελεί κεντρικό ζήτημα. Για μια ακόμη φορά καλούμε το ΠΑΣΟΚ, την αξιωματική αντιπολίτευση, να λειτουργήσει ως αντιπολίτευση και να μην επιμείνει σ΄ αυτόν τον ιδιότυπο αρραβώνα με τη Ν.Δ., ο οποίος αντικειμενικά στρέφεται ενάντια στη δημόσια εκπαίδευση", ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΥΝ. "Το ΚΚΕ συμμετέχει ενεργά στους αγώνες κατά της αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος", δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου η Γ.Γ της ΚΕ του κόμματος Αλέκα Παπαρήγα, η οποία άσκησε έντονη κριτική, τόσο στα δύο μεγάλα κόμματα, όσο και στην πανεπιστημιακή κοινότητα για τις θέσεις που διατυπώνει ή για θέματα που δεν θέτει προς συζήτηση. Η κ. Παπαρήγα διευκρίνισε ότι η αντίθεση του ΚΚΕ στην αναθεώρηση του άρθρου 16 και γενικότερα η θέση του για τη δημόσια και δωρεάν παιδεία δεν είναι ευκαιριακή, αλλά διατυπώνεται από την ίδρυση του κόμματος μέχρι σήμερα, ότι δηλαδή το κράτος πρέπει να έχει το μονοπώλιο στην Παιδεία και να μην υπάρχει καμία επιχειρηματική δραστηριότητα στον τομέα αυτόν ".
Το επίκεντρο, λοιπόν, της αντιπαράθεσης, όπως εκφράζεται από τους παραπάνω κομματικούς χώρους, είναι ότι: α) θα πρέπει να διατηρηθεί η δημόσια δωρεάν παιδεία, β) το κράτος πρέπει να έχει το μονοπώλιο στην Παιδεία και γ) να μην υπάρχει οποιαδήποτε επιχειρηματική δραστηριότητα στον τομέα αυτόν.
Κατ’ αρχήν η δημόσια δωρεάν παιδεία δεν συμπλέει με το ζητούμενο μονοπώλιο της παιδείας. Μια παιδεία μπορεί να παρέχεται και από την Πολιτεία και μάλιστα δωρεάν, χωρίς, ωστόσο, να αποκλείεται η παράλληλη λειτουργία ιδιωτικών σχολών. Απόδειξη ότι τα ιδιωτικά σχολεία (δημοτικά, γυμνάσια, λύκεια) λειτουργούν με το ίδιο ακριβώς θεσμικό καθεστώς που διέπει τη δημόσια εκπαίδευση, χωρίς, ωστόσο, η λειτουργία τους να έχει ναρκοθετήσει την λειτουργία των δημοσίων σχολείων. Συνυπήρξαν και συνυπάρχουν. Με την ίδια λογική μπορούν να συνυπάρξουν και τα δημόσια με τα όποια ιδιωτικά πανεπιστήμια ήθελε δημιουργηθούν. Η διεθνής, μάλιστα, εμπειρία στον τρόπο της αρμονικής τους συνύπαρξης θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο χρήσιμου προβληματισμού. Άλλωστε, ο κορμός τής Ανώτατης Παιδείας σε όλη την Ευρώπη ήταν, είναι και θα είναι τα δημόσια Πανεπιστήμια. Αλλού, επομένως, είναι το πρόβλημα.
Από την άλλη, αντέχει κανείς σήμερα στην ιδέα ότι το κράτος πρέπει και μπορεί να διατηρεί μονοπώλια; Την αντίληψη αυτή, δυστυχώς, εξακολουθούν να υποστηρίζουν σθεναρά οι συμμεριζόμενοι την αντίληψη περί του κράτους δεσπότη, αντίληψη που διέπνεε τα κομμουνιστικά κόμματα της Ευρώπης, τα οποία, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, αδυνατούν να βρουν το στίγμα τους στην σύγχρονη κοινωνία.
Δεν είμαστε, πια, μια κλειστή κοινωνία, όπου όλα ελέγχονται και όλα εκπορεύονται από το κράτος. Είμαστε, πλέον, μια ανοικτή κοινωνία, μέλος επί 25 έτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εις ό,τι αφορά την Παιδεία, με χιλιάδες φοιτητές να σπουδάζουν κάθε χρόνο σε πανεπιστημιακά ιδρύματα, δημόσια και ιδιωτικά, άλλων χωρών. Κατά συνέπεια η όποια επιχειρηματολογία περί μονοπωλίου, ακόμη και για την παιδεία, φαντάζει αναχρονιστική και παρωχημένη.
Στην τελευταία διεθνή έρευνα, μεταξύ 125 χωρών, η Ελλάδα κατετάγη 60ή με βάση την ποιότητα των πανεπιστημιακών της σπουδών, στην ίδια θέση με τη Ζάμπια και είκοσι θέσεις πίσω στον κατάλογο από την Ζιμπάμπουε!!. Η βαθμολογία αυτή καταδεικνύει τη σκοτεινή προοπτική που μπορεί να έχει η χώρα στη σημερινή εποχή. Αυτή, λοιπόν, η κατάσταση στην παιδεία και η προδιαγραφόμενη εξ αυτού του λόγου δυσμενής πορεία θα πρέπει να ανατραπούν. Αυτό είναι το ζητούμενο. Και τη βασική αυτή μεταβολή, όπως συμβαίνει και στις περισσότερες άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δεν μπορείς να την επιτύχεις αφήνοντας έξω από τη χρηματοδότηση τον ιδιωτικό τομέα. Τον πιο ανήσυχο και δημιουργικό, εξάλλου.
Φαινομενική, επομένως, είναι η διακύβευση των συγκρούσεων, αν η Παιδεία θα παραμείνει στο "δημόσιο" τομέα ή αν θα περάσει, εν μέρει, στον "ιδιωτικό" τομέα, η οποία, σημειωτέον, σε καμιά της μορφή δεν είναι Παιδεία αλλά μια πλημμελέστατη, όπως - όπως εν μέρει εκπαίδευση, η οποία παρέχεται κατ’ επίφασιν δωρεάν από τον δημόσιο τομέα. Ένα μεγάλο μέρος της πουλιέται από τον ιδιωτικό τομέα (βλ. Φροντιστήρια, κέντρα μελέτης, κ.λ.π.). Αυτό που έχει τελικά σημασία είναι πως αποδέκτης αυτής της ανεπαρκέστατης εκπαίδευσης, τόσο της "δημόσιας" όσο και της "ιδιωτικής", είναι η κοινωνία. Η πραγματική διακύβευση, επομένως, για την κοινωνία δεν είναι ποιό μέρος της παιδείας θα είναι "δημόσιο" και ποιό θα είναι "ιδιωτικό", αλλά κατά πόσο η Παιδεία θα παράγεται σύμφωνα με της δυνατότητες της σύγχρονης κοινωνίας και θα προσφέρεται σύμφωνα με τις ανάγκες της ίδιας σύγχρονης κοινωνίας.
Περαιτέρω, στοιχειώδης όρος για την ίδρυση ιδιωτικών (μη κερδοσκοπικών) πανεπιστημίων είναι πρώτιστα ότι τα δημόσια πανεπιστήμια δεν θα εγκαταλειφθούν στην τύχη τους για να ευημερήσουν κάποια ιδιωτικά. Αυτό που «σηκώνει» συζήτηση είναι το «δωρεάν» και «πόσο δωρεάν» μέσα στα άθλια οικονομικά της Ευρώπης και με μια κρατική νοοτροπία που φαίνεται να αλλάζει και στην Ευρώπη, κάνοντας διαφορετικές επιλογές δαπανών και διαφορετικές ιεραρχήσεις. Από 'κει και πέρα, για λόγους ίσης μεταχείρισης, ή θα απελευθερωθούν από το ασφυκτικό θεσμικό καθεστώς που περιορίζει την αυτοτέλειά τους και τα δημόσια πανεπιστήμια ή θα υπαχθούν στο ίδιο θεσμικό καθεστώς τα υπό ίδρυσιν ιδιωτικά πανεπιστήμια, για να μπορούν να ανταγωνίζονται τα μεν τα δε επί ίσοις όροις. Αν μιλάμε για μια ποιότητα σπουδών που πρέπει να εξασφαλισθεί και για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, πρέπει να υπάρξουν κανόνες και μηχανισμοί αξιόπιστου ελέγχου. Αλλιώς δεν έχει νόημα η ίδρυσή τους.
Από την άλλη, εάν η Ελλάδα ήθελε υιοθετήσει την μονοπωλιακή αυτή αντίληψη και καταδικασθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για την μη χορήγηση αδειών στην λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, ακολούθως, ως συνέπεια, θα είναι υποχρεωμένη να αναγνωρίζει τα διπλώματα οποιουδήποτε ξένου πανεπιστημίου παρέχει μέσω του ιδιωτικού τομέα σπουδές στην Ελλάδα, χωρίς να έχει κανένα δικαίωμα να ελέγξει την ποιότητα των σπουδών.
Μήπως, λοιπόν, με αφορμή αυτό, γίνει συνείδηση στους κομματικούς μηχανισμούς που αντιδρούν ότι το πρωτεύον σήμερα είναι το τι κανόνες λειτουργίας θέτονται και πώς διασφαλίζεται η ποιότητα των ανώτατων σπουδών και όχι το εάν τα πανεπιστήμια είναι κρατικά ή ιδιωτικά, με την ευρεία έννοια; Η ποιότητα είναι το μείζον θέμα. Διότι διαφορετικά, εάν το ζητούμενο ήταν ο νομικός χαρακτήρας του ανώτατου ιδρύματος, γιατί τα κρατικά πανεπιστήμια βρίσκονται σε αυτό το χάλι; Προτεραιότητα και ουσία και σημασία έχει να λυθούν τα θέματα της δημόσιας Ανώτατης Παιδείας με σωστές και ώριμες πια ρυθμίσεις, το ήδη καλό επίπεδο των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων μπορεί να γίνει τάχιστα καλύτερο. Φτάνει να υπάρξουν τόλμη εκ μέρους της Πολιτείας και σύνεση εκ μέρους των πανεπιστημιακών. H ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων καθ' εαυτή δεν αποτελεί πρόβλημα, ούτε και λύση κανενός προβλήματος, δίνει απλώς τη δυνατότητα πρόσθετων επιλογών πλάι σε μια δεσπόζουσα δημόσια εκπαίδευση.
Εν κατακλείδι, πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, χωρίς να έχουν μελετηθεί εις βάθος τα προβλήματα που αναφύονται. H ελληνική βιασύνη (και προχειρότητα) έχει λειτουργήσει και σ' αυτή την περίπτωση. Θα έπρεπε ήδη να έχει προηγηθεί ουσιαστική συζήτηση, πριν αρθεί η συνταγματική απαγόρευση και να έχουν προσδιορισθεί οι βασικές προϋποθέσεις ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων με δεσμεύσεις των κομμάτων και κυρίως με διασφάλιση τής δημόσιας Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Αλλά για τέτοια σοβαρά ζητήματα, όπως και για πλείστα όσα άλλα και πάλι δεν βρήκαμε, ως χώρα, τον χρόνο να προβληματιστούμε και τώρα, προκειμένου να αποφύγουμε την καταδίκη μας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και μόνον, σκεφτόμαστε απλά και πρόχειρα την συνταγματική αναθεώρηση. Ενώ καταπίνουμε συστηματικά κοπάδια καμήλων, εντούτοις εξακολουθούμε να επιδεικνύουμε περισπούδαστη σχολαστικότητα στην διύλιση του κώνωπα…