Σάββατο 11 Αυγούστου 2007

H επιτομή του “Θα” της κυβερνητικής πολιτικής


«“Τα μεγαλύτερα ψέματα λέγονται πριν τις εκλογές και μετά το κυνήγι” (Τσώρτσιλ)»
Απέναντι στους συντηρητικούς που πίεζαν για λιτότητα και για θυσίες των, ως συνήθως, μη εχόντων, ο Μίλτον Κέυνς, ένας από τους μεγαλύτερους οικονομολόγους και “πατέρας” του κράτους πρόνοιας και των οικονομικών της ζήτησης του 20ου αιώνα, απάντησε: “μακροπρόθεσμα θα είμαστε όλοι νεκροί…”. Αυτή η απάντηση, κατά την άποψη του γράφοντος, ταιριάζει στην παρατεταμένη λιτότητα που επιφύλαξε για τον ελληνικό λαό η κυβέρνηση της Ν.Δημοκρατίας τα τελευταία τρεισήμισι χρόνια που βρίσκεται στη διακυβέρνηση της χώρας. Μια διακυβέρνηση, με έντονα τα χαρακτηριστικά της κλασικής δεξιάς ταξικής πολιτικής. Υιοθετήθηκε και εφαρμόζεται με έντονο μάλιστα τρόπο η αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των ολίγων και σε βάρος των πολλών. Εκτός από την επιβάρυνση των φορολογούμενων με 3,3 δισεκατομμύρια ευρώ, χειροτερεύει η σχέση έμμεσων-άμεσων φόρων, μια σχέση που πλήττει ακόμη περισσότερο τους χαμηλόμισθους και οικονομικά αδύναμους, οι οποίοι, στον αντίποδα, βλέπουν να μειώνονται οι δαπάνες για τους μισθούς και τις συντάξεις, για την παιδεία και τις κοινωνικές παροχές.
Για άλλη μια φορά πάνε περίπατο οι προεκλογικές υποσχέσεις-δεσμεύσεις όπως συνήθιζε να λέει ο πρωθυπουργός, για να αποδειχθεί πόσο δίκιο είχε ο Τσώρτσιλ (βλ.προλ.). Δυστυχώς, στην πράξη η κυβέρνηση του κ.Καραμανλή αποδεικνύεται πρώτη στις υποσχέσεις και τελευταία στις επιδόσεις. Αφού επιχείρησε δια της εκ του μακρόθεν επιστασίας να πείσει την αγορά να πάρει από μόνη της το δρόμο της, ήρθε τις τελευταίες ημέρες και ενόψει των επικείμενων εκλογών να “γλυκάνει” τους πολίτες με φιλοδωρήματα, που βαπτίζει οικονομικές ενισχύσεις!!
Ένα, όμως, είναι βέβαιο. Οι νεοφιλελεύθερες κατευθύνσεις, που προσέδωσε η κυβέρνηση στην ελληνική οικονομία, σε συνδυασμό με την ξέφρενη ακρίβεια, θα μειώσουν ακόμη περισσότερο την αγοραστική δύναμη των πολιτών. Η κυβέρνηση οδηγεί την ελληνική οικονομία σε ύφεση και φέρει τεράστια ευθύνη γι’ αυτό, καθόσον ο νυν ρυθμός ανάπτυξης οφείλεται κυρίως στις εισροές του κοινοτικού πλαισίου στήριξης.
Η αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου παραμένει άγνωστη για τη νεοδεξιά διακυβέρνηση και αυτή είναι μια σαφής ιδεολογική διαφορά από τη σοσιαλδημοκρατική αντίληψη. Και εύκολα μπορεί να αναλογισθεί κανείς τι σημαίνουν όλα αυτά για τους πολίτες του Νομού μας. Μείωση του εισοδήματος σημαίνει ακόμα μικρότερη ζήτηση για υπηρεσίες και προϊόντα, ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα στη χειμαζόμενη αγορά μας και μεγαλύτερη προσφυγή στις προσφορές των πολυκαταστημάτων – ημεδαπών και μη – που εδραιώθηκαν και στη περιοχή μας. Σημαίνει λιγότερο εσωτερικό τουρισμό και σμίκρυνση της οικονομικής δραστηριότητας στις τουριστικές περιοχές μας, αφού πλήττονται όλοι οι παρεμφερείς κλάδοι.
Χωρίς καμιά αμφιβολία στη χώρα μας χρειάζεται σήμερα μια γενναία αναδιανομή πλούτου. Η κυβέρνηση του κ. Καραμανλή δημιουργεί δυο Ελλάδες, που σε λίγο η μια δεν θα αναγνωρίζει την άλλη. Στη χώρα μας απαιτείται μια αναπτυξιακή πολιτική που στο επίκεντρό της θα έχει τον οικονομικά αδύναμο, μια προοδευτική πολιτική που θα χτυπάει στη ρίζα τους παράγοντες που δημιουργούν φτώχεια. Μια πολιτική που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την αδικία της αγοράς και θα προτάσσει την κοινωνική συνοχή. Και αυτήν την πολιτική μόνον το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δείχνει ότι μπορεί – υπό το βάρος και της μεγίστης ιστορικής του ευθύνης - να την εγγυηθεί.
Εν κατακλείδι, ποια θα ήταν η επιτομή της κυβερνητικής πολιτικής; Την απάντηση δίνει ο Τζερόμ Τζερόμ: «Είναι καλύτερη πολιτική να λες την αλήθεια. Εκτός φυσικά αν είσαι εκπληκτικά καλός ψεύτης».

H επιτομή του “Θα” της κυβερνητικής πολιτικής

«“Τα μεγαλύτερα ψέματα λέγονται πριν τις εκλογές και μετά το κυνήγι” (Τσώρτσιλ)»

Απέναντι στους συντηρητικούς που πίεζαν για λιτότητα και για θυσίες των, ως συνήθως, μη εχόντων, ο Μίλτον Κέυνς, ένας από τους μεγαλύτερους οικονομολόγους και “πατέρας” του κράτους πρόνοιας και των οικονομικών της ζήτησης του 20ου αιώνα, απάντησε: “μακροπρόθεσμα θα είμαστε όλοι νεκροί…”. Αυτή η απάντηση, κατά την άποψη του γράφοντος, ταιριάζει στην παρατεταμένη λιτότητα που επιφύλαξε για τον ελληνικό λαό η κυβέρνηση της Ν.Δημοκρατίας τα τελευταία τρεισήμισι χρόνια που βρίσκεται στη διακυβέρνηση της χώρας. Μια διακυβέρνηση, με έντονα τα χαρακτηριστικά της κλασικής δεξιάς ταξικής πολιτικής. Υιοθετήθηκε και εφαρμόζεται με έντονο μάλιστα τρόπο η αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των ολίγων και σε βάρος των πολλών. Εκτός από την επιβάρυνση των φορολογούμενων με 3.3 δισεκατομμύρια ευρώ, χειροτερεύει η σχέση έμμεσων-άμεσων φόρων, μια σχέση που πλήττει ακόμη περισσότερο τους χαμηλόμισθους και οικονομικά αδύναμους, οι οποίοι, στον αντίποδα, βλέπουν να μειώνονται οι δαπάνες για τους μισθούς και τις συντάξεις, για την παιδεία και τις κοινωνικές παροχές.

Για άλλη μια φορά πάνε περίπατο οι προεκλογικές υποσχέσεις-δεσμεύσεις όπως συνήθιζε να λέει ο πρωθυπουργός, για να αποδειχθεί πόσο δίκιο είχε ο Τσώρτσιλ (βλ.προλ.). Δυστυχώς, στην πράξη η κυβέρνηση του κ.Καραμανλή αποδεικνύεται πρώτη στις υποσχέσεις και τελευταία στις επιδόσεις. Αφού επιχείρησε δια της εκ του μακρόθεν επιστασίας να πείσει την αγορά να πάρει από μόνη της το δρόμο της, ήρθε τις τελευταίες ημέρες και ενόψει των επικείμενων εκλογών να “γλυκάνει” τους πολίτες με φιλοδωρήματα, που βαπτίζει οικονομικές ενισχύσεις!!

Ένα, όμως, είναι βέβαιο. Οι νεοφιλελεύθερες κατευθύνσεις, που προσέδωσε η κυβέρνηση στην ελληνική οικονομία, σε συνδυασμό με την ξέφρενη ακρίβεια, θα μειώσουν ακόμη περισσότερο την αγοραστική δύναμη των πολιτών. Η κυβέρνηση οδηγεί την ελληνική οικονομία σε ύφεση και φέρει τεράστια ευθύνη γι’ αυτό, καθόσον ο νυν ρυθμός ανάπτυξης οφείλεται κυρίως στις εισροές του κοινοτικού πλαισίου στήριξης.

Η αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου παραμένει άγνωστη για τη νεοδεξιά διακυβέρνηση και αυτή είναι μια σαφής ιδεολογική διαφορά από τη σοσιαλδημοκρατική αντίληψη. Και εύκολα μπορεί να αναλογισθεί κανείς τι σημαίνουν όλα αυτά για τους πολίτες του Νομού μας. Μείωση του εισοδήματος σημαίνει ακόμα μικρότερη ζήτηση για υπηρεσίες και προϊόντα, ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα στη χειμαζόμενη αγορά μας και μεγαλύτερη προσφυγή στις προσφορές των πολυκαταστημάτων – ημεδαπών και μη – που εδραιώθηκαν και στη περιοχή μας. Σημαίνει λιγότερο εσωτερικό τουρισμό και σμίκρυνση της οικονομικής δραστηριότητας στις τουριστικές περιοχές μας, αφού πλήττονται όλοι οι παρεμφερείς κλάδοι.

Χωρίς καμιά αμφιβολία στη χώρα μας χρειάζεται σήμερα μια γενναία αναδιανομή πλούτου. Η κυβέρνηση του κ. Καραμανλή δημιουργεί δυο Ελλάδες, που σε λίγο η μια δεν θα αναγνωρίζει την άλλη. Στη χώρα μας απαιτείται μια αναπτυξιακή πολιτική που στο επίκεντρό της θα έχει τον οικονομικά αδύναμο, μια προοδευτική πολιτική που θα χτυπάει στη ρίζα τους παράγοντες που δημιουργούν φτώχεια. Μια πολιτική που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την αδικία της αγοράς και θα προτάσσει την κοινωνική συνοχή. Και αυτήν την πολιτική μόνον το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δείχνει ότι μπορεί – υπό το βάρος και της μεγίστης ιστορικής του ευθύνης - να την εγγυηθεί.

Εν κατακλείδι, ποια θα ήταν η επιτομή της κυβερνητικής πολιτικής; Την απάντηση δίνει ο Τζερόμ Τζερόμ: «Είναι καλύτερη πολιτική να λες την αλήθεια. Εκτός φυσικά αν είσαι εκπληκτικά καλός ψεύτης».