Παρασκευή 30 Μαρτίου 2007

Η Ευρωπαϊκή Ένωση απέναντι στο μέλλον, αλλά και στο Διεθνές Σύστημα*

*(βλ.εκτενή αναφορά στη Βικιπαίδεια, από την οποία αντλήθηκαν χρήσιμες πληροφορίες)
Το ζήτημα της ηγεσίας της ΕΕ αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα των εργασιών της Συνέλευσης για το Μέλλον της Ευρώπης, αλλά και της Διακυβερνητικής Διάσκεψης που υιοθέτησε την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη (Ε.Σ.Σ.). Και αυτό διότι η Ένωση από ιδρύσεώς της αντιμετωπίζει το μείζον πρόβλημα της έλλειψης αποτελεσματικής ηγεσίας. Το «έλλειμμα εξουσίας» που χαρακτηρίζει την Ένωση αποτελεί, ίσως, το μεγαλύτερο «πρόβλημα» για τον περαιτέρω εκδημοκρατισμό της και την ισχυροποίηση του ρόλου της στο διαρκώς μεταλλασσόμενο διεθνές περιβάλλον.
Τα αρνητικά δημοψηφίσματα των γάλλων και ολλανδών πολιτών για την επικύρωση της Ε.Σ.Σ., αλλά και η μη εξεύρεση λύσης στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (16 – 17 Ιουνίου 2005), σχετικά με τον προϋπολογισμό της Ένωσης για την περίοδο 2007 – 2013, επιτείνουν την ανάγκη για θεσμική και πολιτική ενδυνάμωση της Ένωσης.
Το δίδαγμα που απορρέει από την πρόσφατη εμπειρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόσο στο εσωτερικό της, όσο και σε συνάρτηση με το διεθνές περιβάλλον, είναι ότι ουσιαστικά θέματα πολιτικής και θεσμικά ερωτήματα αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο και έτσι πρέπει να αντιμετωπισθούν. Τα θεσμικά ζητήματα δεν μπορούν εύκολα να διαχωριστούν από θέματα πολιτικής.
Κατ’ αρχάς, ο ρόλος και η θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο διεθνές περιβάλλον:
Πρόκειται, ίσως, για το σημαντικότερο πρόβλημα. Η Ένωση, αν και «προϊόν» της μεταπολεμικής πολιτικής τάξης πραγμάτων, επέδειξε μέχρι στιγμής εξαιρετική ικανότητα απορρόφησης των συνεπειών από τις αλλαγές και απάντησε ικανοποιητικά στις περισσότερες των προκλήσεων. Οι προκλήσεις, όμως, προσλαμβάνουν τώρα οξύτερο χαρακτήρα μετά την επιτάχυνση της διαδικασίας ενοποίησης ολόκληρης της ηπείρου, μετά και την ένταξη των δώδεκα (10 + 2) νέων κρατών μελών.
Το ερώτημα που παραμένει μετά την πρόσφατη και σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές βαθιά πολιτική κρίση (γαλλικό και ολλανδικό δημοψήφισμα – αποτυχία Ευρωπαϊκού Συμβουλίου 16ης & 17ης Ιουνίου 2005 στο θέμα του προϋπολογισμού της Ένωσης για την περίοδο 2007 – 2013) είναι εάν η ενοποιημένη πλέον «Ευρώπη» θα εξακολουθήσει να αποδίδει την ίδια σημασία στη διαδικασία προώθησης της ευρωπαϊκής ενοποίησης και εάν θα μπορέσει να απορροφήσει ομαλά τα νέα μέλη, χωρίς δηλαδή να υπονομεύσει τη θεσμική της ισορροπία και να αλλοιώσει το περιεχόμενο και τους στόχους της ενοποίησης.
Όπως καταδεικνύουν και οι αναλύσεις των δημοσκοπήσεων για τα αρνητικά αποτελέσματα του γαλλικού και του ολλανδικού δημοψηφίσματος, γίνεται ευρύτερα αποδεκτό ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αντιπροσωπεύει το οργανωτικό πλαίσιο, το οποίο μπορεί να εξασφαλίσει τη σταθερότητα και να υποβοηθήσει την ανάδειξη της νέας ευρωπαϊκής πραγματικότητας και, συνεπώς, θα πρέπει να αποτελέσει το θεσμό γύρω από τον οποίο θα οικοδομηθεί η νέα Ευρώπη, «η Ευρώπη του Μέλλοντος».
Ωστόσο, η μη επικύρωση της Ευρωπαϊκής Συνταγματικής Συνθήκης ισοδυναμεί με επιστροφή στη Συνθήκη της Νικαίας, οι διατάξεις της οποίας δυσχεραίνουν την εξέλιξη της Ένωσης τόσο στο εσωτερικό της επίπεδο όσο και στις εξωτερικές της σχέσεις.
Για το σκοπό αυτό η Ένωση θα πρέπει να αποκτήσει τις αναγκαίες «εξουσίες» και «μέσα», πράγμα που θέτει ως αίτημα τη θεσμική και πολιτική ανάπτυξη της Ένωσης προς την κατεύθυνση της διαμόρφωσης κυβερνητικών θεσμών, κάτι το οποίο επιχειρείται μέσα από τις διατάξεις της Ε.Σ.Σ. οι οποίες προβλέπουν τη θέσπιση θέσης μόνιμου Υπουργού Εξωτερικών της ΕΕ καθώς και της Υπηρεσίας Εξωτερικής δράσης η οποία θα δρα επιβοηθητικά στο έργο του.
Η έλλειψη εξωτερικής πολιτικής που να χαρακτηρίζεται από συνοχή, αποτελεσματικότητα, συνέχεια αλλά και τη λήψη αποφάσεων όχι στο πλαίσιο του ελάχιστου κοινού παρανομαστή, αποτελούν ίσως τις κύριες αιτίες, που η Ένωση δεν μπορεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικά και ενιαία στις προκλήσεις του διεθνούς περιβάλλοντος.
Ειδικότερα μέχρι σήμερα:
  1. Δεν υπάρχει αποτελεσματική ηγεσία σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αντιμετώπιση θεμάτων υψηλής πολιτικής.
  2. Η αναγκαιότητα της Πολιτικής Ένωσης και η αναγκαιότητα «ενίσχυσης του ρόλου της Ένωσης στον κόσμο» με την ανάπτυξη της κοινής εξωτερικής πολιτικής και αμυντικής πολιτικής δραματοποιήθηκε με την κρίση του 1990 στον Περσικό Κόλπο, αλλά και τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία. Κρίσεις για τη διαχείριση των οποίων η Ένωση μόνο ικανοποιημένη δεν μπορούσε να είναι. Και αυτό λόγω της απουσίας κοινής εξωτερικής και, κυρίως, αμυντικής πολιτικής σε κοινοτικό επίπεδο.
  3. Εν έτει 2007, δεκαεπτά χρόνια μετά την τελευταία κρίση στον Περσικό, παρά τα τεράστια βήματα που έχουν γίνει στους εν λόγω τομείς, η Ένωση δεν φαίνεται να πείθει τους πολίτες της ότι μπορεί να αντιδράσει αποτελεσματικά ιδιαίτερα και μετά τη κρίση στη Μέση Ανατολή και στο Ιράκ.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 κρατών μελών δεν μπορεί να συνεχίσει να δρα αποτελεσματικά σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης της Νίκαιας. Τα μειονεκτήματα αυτού του σεναρίου είναι πολυάριθμα, όχι μόνο για την Ένωση ως υπερεθνικό οργανισμό, αλλά και για κάθε κράτος μέλος ξεχωριστά ανεξαρτήτως του «ειδικού βάρους» του (πολιτικού & οικονομικού). Εάν η Ένωση συνεχίσει να δρα σύμφωνα με το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο, τότε αυτομάτως θα αποδυναμωθεί τόσο σε πολιτικό, όσο και σε διπλωματικό αλλά και σε οικονομικό επίπεδο (στάθμιση ψήφων στο Συμβούλιο, αριθμός Ευρωπαίων Επιτρόπων, δημοσιονομικό πλαίσιο, εκπροσώπηση της Ένωσης στα διεθνή φόρα κλπ). Η περίπλοκη διαδικασία λήψης αποφάσεων που ισχύει με τη Συνθήκη της Νίκαιας θα οδηγήσει ουσιαστικά σε παράλυση της Ένωσης των 27 κρατών-μελών.
Από την άλλη πλευρά ακόμη και εάν ενσωματωθεί στη Συνθήκη της Νίκαιας το 1ο μέρος της Ε.Σ.Σ. και πάλι δεν επιλύεται το πρόβλημα διακυβέρνησης της διευρυμένης Ευρώπης.
Ειδικότερα:
α) θα έθετε σε κίνδυνο το «κοινωνικό πρότυπο» και το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών της Ένωσης, από τη στιγμή που δεν θα περιλαμβάνονταν ως νομικά δεσμευτικό κείμενο ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων,
β) δεν θα έλυνε το πρόβλημα «κατανομής των εξουσιών» μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών. Βέβαια, ούτε και με τις διατάξεις του Ευρωπαϊκού Συντάγματος επιλύεται ολοκληρωτικά το πρόβλημα της οριοθέτησης των αρμοδιοτήτων. Όμως, σύμφωνα με τα άρθρα που περιέχονται στην Ε.Σ.Σ και αφορούν το εν λόγω ζήτημα, επιτρέπεται στην Ένωση των 27 να λειτουργήσει πιο ομαλά, σεβόμενη σε μεγάλο βαθμό την αρχή της επικουρικότητας, από ό,τι με τη Συνθήκη της Νίκαιας,
γ) η Ένωση θα εξακολουθούσε να χαρακτηρίζεται από έλλειμμα διαφάνειας και δημοκρατικότητας προς τους πολίτες της.
Εν συγκρίσει με τη Συνθήκη της Νίκαιας, οι διατάξεις της Ε.Σ.Σ. στον τομέα της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής της Ένωσης αποτελούν ένα σημαντικό βήμα προς την ισχυροποίηση του ρόλου της Ένωσης στο διεθνές περιβάλλον, όσο και προς τη θωράκιση των εθνικών συμφερόντων των κρατών μελών της (ιδιαίτερα αυτών που αντιμετωπίζουν προβλήματα στον τομέα της εθνικής ασφάλειας). Κατ’ αυτό τον τρόπο η ενσωμάτωση ορισμένων εκ των διατάξεων του Α΄ μέρους της Ευρωπαϊκής Συνταγματικής Συνθήκης στη Συνθήκη της Νίκαιας ίσως αποτελεί μία ρεαλιστική, αλλά και προσωρινή λύση για την αποτελεσματική λειτουργία της Ένωσης των 27 κρατών μελών.
Αναφορικά με την περαιτέρω προώθηση του κειμένου του Ευρωπαϊκού Συντάγματος με την παράλληλη διάσωση ορισμένων μόνο διατάξεων και την ενσωμάτωσή τους στη Συνθήκη της Νίκαιας, όπως λ.χ. ο θεσμός του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ο Υπουργός Εξωτερικών και η Ευρωπαϊκή Διπλωματική Υπηρεσία, είναι ότι δεν αποτελούν την οριστική λύση του προβλήματος διακυβέρνησης της Ένωσης.
Ιδιαίτερα:
1. Η θέσπιση νέων θεσμών όπως του Υπουργού Εξωτερικών της Ένωσης, με τις σχετικές διατάξεις της Ε.Σ.Σ., δεν μπορεί να παρέχει «ορατή – ισχυρή – αποτελεσματική» ηγεσία για την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) της ΕΕ, καθώς και την ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας και άμυνας (ΕΠΑΑ). Η επιτυχία στο έργο του Υπουργού Εξωτερικών θα εξαρτηθεί από τη διορατικότητα του εν λόγω προσώπου καθώς και των σχέσεών του με τους ηγέτες των κρατών μελών.
2. Η επιτυχία του έργου του/της Ευρωπαίου/ας ΥΠΕΞ θα εξαρτηθεί από τη θέσπιση ενός κατάλληλου θεσμικού πλαισίου που να επιτρέπει την ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού στρατηγικού πολιτισμού στον τομέα της ασφάλειας. Η θέση αυτή δικαιολογείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 – 28 παρ. 1 & 2, οι οποίες προβλέπουν ότι: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία και με τη συμφωνία του Προέδρου της Επιτροπής, διορίζει τον Υπουργό Εξωτερικών της Ένωσης. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δύναται να τον απαλλάξει από τα καθήκοντά του με την ίδια διαδικασία. Ο Υπουργός Εξωτερικών της Ένωσης ασκεί την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας. Συμβάλλει με τις προτάσεις του στον σχεδιασμό της πολιτικής αυτής, την οποία και εκτελεί ως εντολοδόχος του Συμβουλίου. Ο Υπουργός Εξωτερικών της Ένωσης ενεργεί κατά τον ίδιο τρόπο για την κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας».
3. Το εύρος του έργου του/της ευρωπαίου ΥΠΕΞ θα εξαρτηθεί από το ποσό του κοινοτικού προϋπολογισμού που θα διατεθεί για τη στελέχωση των κοινοτικών (αρμόδιων υπηρεσιών Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης) και των εθνικών υπηρεσιών που θα συνδράμουν επιβοηθητικά στο έργο του ΥΠΕΞ. Δεδομένου ότι ο νέος κοινοτικός προϋπολογισμός δεν έχει ακόμη αποφασισθεί, πολλά θα εξαρτηθούν από τη βούληση των ευρωπαίων ηγετών για το αν επιθυμούν έναν ισχυρό Ευρωπαίο Υπουργό Εξωτερικών σε συνάρτηση με το ποσό που θα διατεθεί για την στελέχωση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης. Λαμβάνοντας υπόψη τη διαφωνία στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με το ύψος του κοινοτικού προϋπολογισμού, οι προοπτικές για χρηματοδότηση νέων θεσμικών οργάνων δεν είναι ευοίωνες.
4. Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης θεωρείται το λογικό αποτέλεσμα της δημιουργίας θέσης του Ευρωπαίου ΥΠΕΞ, προκειμένου να εξασφαλιστεί «οριζόντια» και «κάθετη» αποτελεσματικότητα στην εφαρμογή των πολιτικών που αφορούν στις εξωτερικές σχέσεις της Ένωσης. Ωστόσο, πώς θα λειτουργήσει αποτελεσματικά αυτή η υπηρεσία, αν δεν χρηματοδοτηθεί γενναιόδωρα από τους ηγέτες των κρατών μελών;
5. Ο/Η ΥΠΕΞ σύμφωνα με τις διατάξεις της Ε.Σ.Σ. δρα ως μεσολαβητής μεταξύ δύο διαμετρικά αντίθετων θεσμών (Συμβούλιο = διακυβερνητικό όργανο # Επιτροπή = Υπερεθνικό όργανο). Κατ’ αυτό τον τρόπο πώς μπορεί να εκπροσωπεί την Ένωση, εάν στο Συμβούλιο υπάρχουν μεγάλες διαφορές σε θέματα που άπτονται την εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης μεταξύ των 27 κρατών μελών; Πώς μπορεί να διαπραγματευθεί επιτυχώς, εάν δεν συμφωνούν π.χ. κράτη, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο ή η Γαλλία;
6. Η κατάργηση του συστήματος της εκ περιτροπής προεδρίας του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (όπως προβλέπεται από την Ε.Σ.Σ.) παρέχει τη δυνατότητα στον/στην ευρωπαίο/α ΥΠΕΞ να υποστηρίξει τα ευρωπαϊκά συμφέροντα ως «θεματοφύλακας» των βασικών στρατηγικών πολιτικών της Ένωσης. Δηλαδή, την εφαρμογή της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής και αμυντικής στρατηγικής. Ωστόσο, η επιτυχία των προαναφερόμενων θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από το αν θα διατηρήσει ο/η ευρωπαίος/α ΥΠΕΞ τις λεπτές ισορροπίες μεταξύ των κρατών μελών.
Σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, διίστανται οι απόψεις που αφορούν τόσο στη λειτουργία της όσο και στις επιπτώσεις που αυτή θα επιφέρει στην εξωτερική πολιτική των ευρωπαϊκών κρατών ξεχωριστά αλλά και στις αρμόδιες εθνικές υπηρεσίες.
Η Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη (ΕΣΣ) προβλέπει, μεταξύ άλλων, την δημιουργία Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), με κύρια αποστολή να επικουρεί τον Ευρωπαίο Υπουργό Εξωτερικών (ΕΥΠΕΞ) κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. Η υπηρεσία αυτή έπρεπε να είναι σε υπηρεσιακή ετοιμότητα με την ολοκλήρωση της διαδικασίας επικύρωσης της ΕΣΣ, δηλαδή στις αρχές του 2007. Όμως, λόγω της ύπαρξης της περιόδου περισυλλογής που αποφασίσθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου και αφορά στην επικύρωση ή μη της Ευρωπαϊκής Συνταγματικής Συνθήκης από τα κράτη μέλη, η εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων στην καλύτερη περίπτωση θα καθυστερήσει.
Η θέσπιση μονίμου ΕΥΠΕΞ αλλά και της ΕΥΕΔ εκτιμάται ότι θα ήταν ένα θετικό βήμα ως προς την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης αλλά και της ενίσχυσης του ρόλου της στο διεθνές περιβάλλον. Ωστόσο, λόγω της πολυπλοκότητας του εγχειρήματος αλλά και των ποικίλων και σε πολλές περιπτώσεις αντικρουόμενων συμφερόντων μεταξύ των κρατών μελών, έχει δημιουργήσει ένα προβληματισμό τόσο στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, όσο και στα περισσότερα κράτη μέλη ξεχωριστά. Η συζήτηση επικεντρώνεται στην μορφή, στις αρμοδιότητες, αλλά και στο περιεχόμενο της λειτουργίας της Κεντρικής και Εξωτερικής Υπηρεσίας της ΕΥΕΔ.
Σύμφωνα με τη μέχρι σήμερα συζήτηση:
  • Προωθείται η σύσταση μιας «κοινής συνεκτικής υπηρεσίας», η οποία θα αντικατοπτρίζει την διττή ιδιότητα του επικεφαλής της ως ΕΥΠΕΞ αλλά και Αντιπροέδρου της Επιτροπής.
  • Ενισχύεται η συνεργασία μεταξύ της Γεν. Γραμματείας του Συμβουλίου, της Επιτροπής και του ΕΥΠΕΞ.
  • Δρομολογείται η σταδιακή ενεργοποίηση της ΕΥΕΔ, ανάλογα με τις διαμορφούμενες ανάγκες οι οποίες εξαρτώνται ευθέως και από τις εξελίξεις στο εσωτερικό της ΕΕ.
  • Υπολογίζεται ότι η ΕΥΕΔ στην πλήρη ανάπτυξή της να απασχολεί περί τα 2000 στελέχη.
  • Στοχοθετείται η αρμονική σύζευξη των βασικών αρχών που θα διέπουν την λειτουργία της ΕΥΕΔ (συνοχή των επιμέρους δράσεων της εξωτερικής πολιτικής, δημοκρατική νομιμοποίηση, ισότιμη μεταχείριση) και των ιδιαίτερων εθνικών συμφερόντων τους. Ήδη τα τρία μεγαλύτερα κράτη μέλη (ιδιαίτερα Γαλλία – Ηνωμένο Βασίλειο και εν μέρει η Γερμανία) προσπαθούν να ελέγξουν τον τρόπο λειτουργίας της ΕΥΕΔ.
Τα μικρομεσαία (Ελλάδα, Βέλγιο, Αυστρία, Πορτογαλία, Λουξεμβούργο, κλπ) αλλά και ορισμένα νέα (πχ Σλοβενία, Κύπρος) κράτη μέλη της Ένωσης, έχουν συμφέρον ως προς την δημιουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης της Ένωσης.
Ειδικότερα, για κράτη μέλη της Ένωσης, όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, αλλά και η Σλοβενία, με εξωτερικά σύνορα που γειτνιάζουν με τρίτες χώρες θεωρείται ότι:
  • Ενισχύεται η εξωτερική πολιτική τους, ενώ μειώνονται τα έξοδα των διοικητικών υπηρεσιών που σχετίζονται με θέματα εξωτερικής πολιτικής (π.χ. πρεσβείες σε τρίτες χώρες που δεν έχουν υψηλό ενδιαφέρον).
  • Με τη δημιουργία ξένων αντιπροσωπειών της ΕΕ σε τρίτες χώρες στα πλαίσια της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, πολλές ακριβές πρεσβείες σε τρίτες χώρες καθώς και η αντιπροσώπευση στους διεθνείς οργανισμούς θα γίνουν περιττές για τις μικρότερες χώρες.
  • Οι διπλωμάτες των μικρομεσαίων κρατών μελών, που θα υπηρετούν στα πλαίσια της Υπηρεσίας εξωτερικής Δράσης, θα είναι ενδεχομένως οι μόνοι αντιπρόσωποί τους σε πολλές τρίτες χώρες.
  • Τα μικρομεσαία κράτη μέλη διασφαλίζονται από τυχόν «απειλές» από τρίτες χώρες που συνορεύουν με αυτά (π.χ. Ελλάδα – Κύπρος), αφού πλέον η διαπραγμάτευση δεν θα γίνεται μεταξύ δύο κρατών μελών (κράτος μέλος της Ένωσης – τρίτη χώρα) αλλά μεταξύ της Ένωσης και της τρίτης χώρας. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να διοχετευθούν ακόμη περισσότεροι πόροι, που μέχρι σήμερα διατίθενται για την αμυντική θωράκιση των εν λόγω κρατών, σε άλλες πολιτικές πιο χρήσιμες, όπως π.χ. για την κοινωνική ευημερία και την ανάπτυξή τους.
  • Βέβαια, απαιτείται ο εκσυγχρονισμός (μεγαλύτερος εξευρωπαϊσμός) των αρμόδιων υπηρεσιών των ΥΠΕΞ των κρατών μελών της Ένωσης.
  • Οι διπλωμάτες των ΥΠΕΞ των κρατών μελών θα πρέπει να αποκτήσουν ακόμη μεγαλύτερη εξειδίκευση σε θέματα που άπτονται της ΕΕ (μεγαλύτερη εξειδίκευση στη διαπραγμάτευση μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ).
Από την άλλη πλευρά, μεγάλα κράτη μέλη, όπως η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ίσως αντιδράσουν στη θέσπιση ενός «ισχυρού» ευρωπαίου ΥΠΕΞ και της Υπηρεσίας Εξωτερικής δράσης. Ειδικότερα:
  • Είναι πιθανό να θεωρήσουν τον Υπουργό Εξωτερικών της Ένωσης και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης ως ενδεχόμενους ανταγωνιστές ως προς την εθνική διπλωματία τους.
  • Προκειμένου να προωθήσουν τα στρατηγικά ενδιαφέροντά τους παγκοσμίως, δεν θα είναι τόσο εύκολο να αποδεχθούν το «κλείσιμο» των πρεσβειών τους και να επιτρέψουν την αντικατάστασή τους από την διπλωματική υπηρεσία της ΕΕ.
  • Επίσης, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο στα πλαίσια της Διεθνούς Οργάνωσης Γαλλοφωνίας και της Κοινοπολιτείας, έχουν δημιουργήσει ένα ισχυρό lobby πολιτικής, πολιτιστικής, οικονομικής και αμυντικής συνεργασίας, το οποίο δεν θα είναι εύκολο να αποδεχθεί τη μείωση του διπλωματικού του ρόλου.
Δεν είναι ακόμα σαφές ποιος τύπος θα χρησιμοποιηθεί σχετικά με την στελέχωση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης. Ωστόσο:
  1. Τα μεγάλα κράτη μέλη ίσως χρησιμοποιήσουν το επιχείρημα ότι ο αριθμός των ευρωπαίων διπλωματών και στελεχών της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης θα πρέπει να ληφθεί σύμφωνα με το πληθυσμιακό κριτήριο.
  2. Η πρόταση αυτή θα είχε ως αποτέλεσμα τα μεγάλα κράτη μέλη να εκπροσωπούνται από έναν αντίστοιχα μεγαλύτερο αριθμό διπλωματών στο νέο θεσμικό όργανο.
  3. Παράλληλα, κράτη μέλη, όπως η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, εάν δεν εξυπηρετούνται επαρκώς τα συμφέροντά τους από την Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, θα μπορούσαν λόγω των ειδικών ενδιαφερόντων τους, να μην στελεχώσουν με τον αναμενόμενο αριθμό διπλωματών την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, ώστε να αποδυναμωθεί σκόπιμα ο ρόλος και η σημασία της.
  4. Το παραπάνω σενάριο δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μικρομεσαίων κρατών μελών, ιδιαίτερα αυτών που αντιμετωπίζουν καθημερινά προβλήματα με γειτονικά κράτη που δεν είναι μέλη της ΕΕ.
  5. Μία λύση θα ήταν ενδεχομένως η στελέχωση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης να λαμβάνει υπόψη τόσο το πληθυσμιακό όσο και το γεωγραφικό κριτήριο.
  6. Με τη θέσπιση του ευρωπαίου ΥΠΕΞ αλλά και της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης αποδυναμώνεται η άσκηση εξωτερικής πολιτικής στο πλαίσιο «διευθυντηρίου» που μέχρι σήμερα λειτουργεί εν τοις πράγμασι σε πολλούς τομείς της κοινοτικής δραστηριότητας.
Συμπεράσματα:
Στην παρούσα ανάλυση προσπαθήσαμε να παρουσιάσουμε με συνοπτικό τρόπο τη συζήτηση που αφορά στον Ευρωπαίο Υπουργό Εξωτερικών καθώς και στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης. Είναι σαφές ότι μετά το γαλλικό και ολλανδικό δημοψήφισμα έχει μεταβληθεί το περιεχόμενο της ευρωπαϊκής συζήτησης, τόσο σε επίπεδο κοινωνιών, όσο και στο επίπεδο των πολιτικών ελίτ. Ο διάλογος που διεξήχθη στην Ολλανδία, αλλά κυρίως στη Γαλλία (σ.σ. για την Ελλάδα, όπως είπαμε και σε προηγούμενο άρθρο μας, δεν γεννάται καν λόγος, επειδή εμείς ή οι "άλλοι" όλα τα έχουμε ή μας τα έχουν τακτοποιημένα!!), με αφορμή τα δημοψηφίσματα εμπεριείχε ένα κυρίαρχο μήνυμα: «Ενώ οι ευρωπαίοι πολίτες μιλούν/ανησυχούν για το κοινωνικό κράτος, τη μετανάστευση και την ανεργία, οι πολιτικές ηγεσίες ασχολούνται με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τη στάθμιση των ψήφων στο Συμβούλιο και το ρόλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής». Η παραπάνω διαφοροποίηση των προτεραιοτήτων ώθησε πολλούς αναλυτές να μιλήσουν για μια βαθιά, κατά κύριο λόγο, πολιτική κρίση που διέρχεται η Ένωση.
Όμως, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα αναπτύχθηκε μέσα από διαδοχικές κρίσεις. Διαχρονικά, κάθε κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχε ως ζητούμενο τη δημοκρατικοποίηση των θεσμών της και συνολικότερα την ισχυροποίησή της ως διεθνικού δρώντα στο διεθνές σύστημα, ενώ σε διακύβευση ήταν η προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Και η παρούσα κρίση θα πρέπει να έχει ως ζητούμενο και διέξοδο την ισχυροποίηση της Ένωσης. Όσο πιο ισχυρούς υπερεθνικούς θεσμούς διαθέτει η Ένωση, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες για μια πιο ισχυρή Ευρώπη με συνεκτικές πολιτικές που θα ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των ευρωπαίων πολιτών. Η κρίση συνήθως συνεπάγεται πρόσκαιρη οπισθοδρόμηση. Όμως, ένα βήμα πίσω μπορεί στο μέλλον να οδηγήσει σε δύο βήματα εμπρός.
Είτε η Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη είναι νεκρή, όπως υποστηρίζουν οι ευρωσκεπτικιστές και αρκετοί αναλυτές, είτε παραμένει ζωντανή μετά και το αποτέλεσμα του τελευταίου δημοψηφίσματος στο Λουξεμβούργο, η πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν πρέπει να ανασταλεί. Ήδη πριν το γαλλικό δημοψήφισμα είχε ανοίξει η συζήτηση για το τι μέλλει γενέσθαι για το “Μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης”. Υπάρχουν πολλά σενάρια που αφορούν κυρίως στη μελλοντική θεσμική διάρθρωση της Ευρώπης. Το λεγόμενο “plan B” περιλαμβάνει την ενσωμάτωση των διατάξεων που αφορούν τον ΕΥΠΕΞ και την ΕΥΕΔ στη Συνθήκη της Νίκαιας.
Η συγκεκριμένη προοπτική, παρόλα τα νομικά και πολιτικά εμπόδια που ενδέχεται να συναντήσει, θα ισχυροποιήσει το διεθνή ρόλο της Ένωσης διαμορφώνοντας μια πιο συνεκτική και αξιόπιστη ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική, η οποία μελλοντικά μπορεί να αποκτήσει ισχυρότερες λειτουργικές ικανότητες. Η ιδέα της ενσωμάτωσης τόσο του ΕΥΠΕΞ όσο και της ΕΥΕΔ στη Συνθήκη της Νίκαιας εμφανίζει σημαντικό ποσοστό συναίνεσης μεταξύ των κρατών μελών, παρόλο που ενδέχεται να υπάρξουν αντιθέσεις σε επιμέρους διατάξεις.
Αναδεικνύεται ως επιτακτική ανάγκη η Ευρωπαϊκή Ένωση να αναπτύξει ισχυρή εξωτερική πολιτική σε περιοχές όπως η Μ. Ανατολή, η Κίνα και η Ρωσία. Οι «απειλές» έναντι της ευρωπαϊκής ασφάλειας προέρχονται κυρίως από τις συγκεκριμένες περιοχές. Εξάλλου, οι «ασύμμετρες» απειλές, όπως η διεθνής τρομοκρατία, υποχρεώνουν σε κοινή συσπείρωση κράτη και κυβερνήσεις για ανάπτυξη και συντονισμό κοινών δράσεων στον τομέα άσκησης και ενίσχυσης της εξωτερικής πολιτικής.
Στα παραπάνω πλαίσια το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο μπορεί να προβεί σε ορισμένες θεσμικές βελτιώσεις στην νομική βάση των υπαρχουσών Συνθηκών, έτσι ώστε ορισμένα από τα θετικά «κεκτημένα» της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης να μην πάνε χαμένα…

Πέμπτη 22 Μαρτίου 2007

Το βιογραφικό μιας ώριμης “κυρίας”…*

*(βλ.εκτενή αναφορά στην Βικιπαίδεια, απ'όπου αντλήθηκαν χρήσιμες πληροφορίες)
Το 2007 σηματοδοτεί τα 50 χρόνια από τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Ε.Ε. και στο βαθμό που κι εμείς, ως λαός, είμαστε μέλη της και συμμετέχουμε στην μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια, αλλά και στηρίζουμε την μεγάλη ευρωπαϊκή ιδέα, κρίθηκε σκόπιμο να γίνει ένα εκτενές αφιέρωμα σ’ αυτήν, το οποίο, καίτοι υπήρξε προσπάθεια συμπύκνωσης των γεγονότων, προκειμένου να χωρέσουν στα πλαίσια μιας δημοσιογραφικής στήλης, εντούτοις κατέστη αδύνατο και για το λόγο αυτό θα αναπτυχθεί σε τρία συνεχόμενα άρθρα, εκ των οποίων με το πρώτο που ακολουθεί θα προσπαθήσουμε να θυμηθούμε οι παλαιότεροι, αλλά και να γνωρίσουμε οι νεώτεροι την προϊστορία της γενέσεώς της, αλλά και τον τρόπο διάρθρωσής της και με τα υπόλοιπα να προσεγγίσουμε την προβληματική που αναπτύσσεται, για το πώς θα μπορέσει όχι μόνον να σταθεί στο διεθνές σύστημα, αλλά και να λειτουργήσει αποτελεσματικά, υπό το πρίσμα της ποικιλομορφίας των ήδη 27 κρατών – μελών της.
Μεταφερόμαστε, λοιπόν, πίσω στο χρόνο και συγκεκριμένα στο σωτήριον έτος 1957, οπότε δημιουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (Ε.Ο.Κ.), η οποία στην αρχική της μορφή αριθμούσε 6 μέλη, ενώ από τον Ιανουάριο του 2007 είναι μια ένωση 27 Ευρωπαϊκών Χωρών, που καθιερώθηκε με την Συνθήκη του Μάαστριχτ. Η νομική της βάση βρίσκεται στην συνθήκη αυτή, η οποία εφαρμόστηκε την 1η Νοεμβρίου 1993 και στις αναθεωρήσεις της με τις συνθήκες του Άμστερνταμ (1997) και της Νίκαιας (1η Φεβρουαρίου 2003).
Θεωρείται ως η ισχυρότερη ένωση κρατών μέχρι σήμερα στην παγκόσμια ιστορία, με οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό περιεχόμενο. Η Ε.Ε. έχει πολλές δραστηριότητες, η πιο σημαντική, όμως, είναι η δημιουργία της ενιαίας αγοράς, που αποτελείται από την τελωνειακή ένωση, το ενιαίο νόμισμα (έστω κι αν μερικές χώρες δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ), την κοινή πολιτική εμπορίου, την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) και την κοινή αλιευτική πολιτική.
Επίσης, υπάρχουν διάφορες πρωτοβουλίες που προσπαθούν να συντονίσουν ενέργειες στις διάφορες χώρες μέλη.
Η Ε.Ε. έχει την ιδιομορφία ότι αποτελείται από κράτη - μέλη, τα οποία όμως διατηρούν την ανεξαρτησία τους και παραμένουν κυρίαρχα στο έδαφός τους. Σε μερικά ζητήματα, όπου τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει την εθνική τους κυριαρχία στην Ένωση (π.χ. νόμισμα, νομισματική πολιτική, εσωτερική αγορά, εξωτερικό εμπόριο), η Ε.Ε. αρχίζει να μοιάζει με ομοσπονδιακό κράτος.
Όμως η Ένωση δεν είναι οργανωμένη σε ομοσπονδιακά πρότυπα, αλλά στην βάση της αρχής της επικουρικότητας (ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ιδιόμορφη κατανομή των αρμοδιοτήτων της Ένωσης). Επίσης, τα κράτη μέλη εξακολουθούν να θεωρούνται κύριοι των Συνθηκών και η Ένωση δεν έχει το δικαίωμα να μεταφέρει επιπρόσθετες αρμοδιότητες από τα κράτη μέλη στον εαυτό της. Με αυτή την μοναδική διάρθρωση, η Ε.Ε. δεν είναι ένας διεθνής οργανισμός αλλά μία οντότητα sui generis, δηλαδή οντότητα όπως καμία άλλη.
Τρέχοντα θέματα: Τα κύρια ζητήματα που απασχολούν την Ε.Ε. προς το παρόν περιλαμβάνουν την επέκταση της προς το νότο και ανατολικά, το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα που προτάθηκε από τη Σύμβαση, η σχέση με τις ΗΠΑ και η συμμετοχή στο Ευρώ των χωρών που ακόμα δεν ανήκουν στην Ευρωζώνη.
Μέθοδοι: Πέραν, όμως, των οικονομικών πτυχών, οι υποστηρικτές της Ε.Ε. συμφωνούν στο ότι αποτελεί, επίσης, μια δύναμη ειρήνης και δημοκρατίας. Οι πόλεμοι, που ήταν περιοδικό στοιχείο της ιστορίας της Δυτικής Ευρώπης έχουν εκλείψει από τότε που δημιουργήθηκε η τότε ΕΟΚ. Στις αρχές του '70 στην χώρα μας, στην Πορτογαλία και στην Ισπανία υπήρχε δικτατορία, όμως και στις τρεις χώρες εκδηλώθηκε η λαϊκή και πολιτική βούληση να ανήκουν στην Ε.Ε., προκειμένου να ενισχύσουν την μεγάλη θέλησή τους για την υποστήριξη της δημοκρατίας και της οικονομική τους ανάπτυξης.
Ιστορία: Οι προσπάθειες να ενωθούν τα ανόμοια έθνη της Ευρώπης προηγούνται των σύγχρονων εθνικών κρατών και έχουν εμφανιστεί επανειλημμένα σε όλη την ιστορία της Ευρώπης. Τρεις χιλιάδες χρόνια πριν, μεγάλο μέρος της Ευρώπης εξουσιάστηκε από τους Κέλτες και ακολούθως κατακτήθηκε και κυβερνήθηκε από την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Η φραγκική αυτοκρατορία του Καρλομάγνου και η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ένωσαν μεγάλες περιοχές κάτω από μια χαλαρή διοίκηση για εκατοντάδες χρόνια. Πιο πρόσφατα η τελωνειακή ένωση του 19ου αιώνα κάτω από τον Ναπολέοντα και οι κατακτήσεις της δεκαετίας του '40 της Γερμανίας είχαν μόνο παροδική ύπαρξη.
Λαμβάνοντας υπόψη το πλήθος των γλωσσών και τους πολιτισμούς της Ευρώπης, αυτές οι προσπάθειες περιέλαβαν συνήθως τη στρατιωτική υποταγή απρόθυμων εθνών, πράγμα που οδηγούσε στην αστάθεια, ορισμένες δε απ’αυτές διήρκεσαν εκατοντάδες έτη και αποτέλεσαν μεγάλες περίοδοι ειρήνης και οικονομικής και τεχνολογικής προόδου, όπως στην περίπτωση της Pax Romana της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Μια από τις πρώτες προτάσεις για την ειρηνική ενοποίηση, μέσω της συνεργασίας και της ισότητας της ιδιότητας μέλους, έγινε από τον ειρηνόφιλο Βίκτωρα Ουγκώ το 1851.
Μετά από τις καταστροφές του Α' Παγκόσμιου Πολέμου και του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, η ώθηση για την ίδρυση αυτού που αργότερα θα γινόταν η Ευρωπαϊκή Ένωση αυξήθηκε πολύ, οδηγημένη από την αποφασιστικότητα να επανοικοδομηθεί η Ευρώπη και να αποβληθεί η δυνατότητα ενός άλλου πολέμου. Αυτό το συναίσθημα οδήγησε τελικά στο σχηματισμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα από τη (Δυτική) Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και τις χώρες του Μπενελούξ και ολοκληρώθηκε από τη Συνθήκη του Παρισιού, που υπογράφηκε τον Απρίλιο του 1951, και εφαρμόστηκε τον Ιούλιο του 1952.
Το παράδοξο, όμως, είναι και σαφέστατα λίγοι το γνωρίζουν ότι πρωταρχικό ρόλο στην δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον έπαιξαν οι ΗΠΑ!! Το όραμα των ΗΠΑ (για τους δικούς τους, βέβαια, λόγους) υπήρξε πολύ προωθημένο και περιελάμβανε τον Ευρωστρατό (EDC ή European Defense Community) και την πλήρη πολιτική ένωση της Ηπείρου, ώστε η Ευρώπη να αναδειχθεί σε τρίτη ανεξάρτητη υπερδύναμη. Αυτός ο φιλόδοξος στόχος των ΗΠΑ δεν επετεύχθη, διότι απορρίφθηκε από την Γαλλία.
Η πρώτη πλήρης τελωνειακή ένωση ήταν γνωστή αρχικά, όπως προαναφέραμε, ως Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, που καθιερώθηκε από τη Συνθήκη της Ρώμης το 1957 και εφαρμόστηκε την 1η Ιανουαρίου 1958. Αυτή άλλαξε αργότερα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, που είναι τώρα ο «πρώτος πυλώνας» της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ε.Ε. έχει εξελιχθεί από ένα εμπορικό σώμα σε μια οικονομική και πολιτική συνεργασία. Ως πρόεδρος της Συνθήκης σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης, ο πρώην Γάλλος Πρόεδρος Βαλερί Ζισκάρ ντ'Εσταίν πρότεινε να αλλάξει το όνομα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε Ενωμένη Ευρώπη αλλά η πρότασή του δεν υιοθετήθηκε.
Κράτη μέλη και διαδοχικές διευρύνσεις: Από την 1 Ιανουαρίου 2007 η Ευρωπαϊκή Ένωση απαρτίζεται από 27 κράτη μέλη.
Το 1952/1958 τα έξι ιδρυτικά μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα ήταν: το Βέλγιο, η Γαλλία, η Δυτική Γερμανία, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο και η Ολλανδία.
Είκοσι μία χώρες εισήχθησαν σε διαδοχικά κύματα διεύρυνσης:
το 1973: η Δανία, η Ιρλανδία, και το Ηνωμένο Βασίλειο,
το 1981: η Ελλάδα,
το 1986: η Πορτογαλία και η Ισπανία,
το 1990: Η ενοποίηση της Γερμανίας προσέθεσε τα εδάφη της Ανατολικής Γερμανίας,
το 1995: η Αυστρία, η Φινλανδία και η Σουηδία,
το 2004: η Κύπρος, η Τσεχία, η Εσθονία, η Ουγγαρία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Μάλτα, η Πολωνία, η Σλοβακία και η Σλοβενία και
το 2007: η Βουλγαρία και η Ρουμανία.
Χώρες όπως το Μονακό και η Ανδόρρα, αν και δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ωστόσο έχουν συνάψει ειδικές συμφωνίες συνεργασίας με αυτήν.
Η συνολική έκταση των 27 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι 4.325.675 km². Αν ήταν μια χώρα, θα ήταν η 7η μεγαλύτερη στον κόσμο σε έκταση. Ο αριθμός των κατοίκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα 27 κράτη μέλη, υπολογίζεται σε 456.000.000. Στατιστικά, θα ήταν η 3η μεγαλύτερη στον κόσμο, μετά την Ινδία και την Κίνα.
Όργανα και νομικό πλαίσιο: Όργανα της ΕΕ:
Η λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποστηρίζεται από διάφορα όργανα:
α) το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (732 μέλη, με μέγιστο αριθμό τα 750),
β) το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ή «του Συμβουλίου των υπουργών» - 25 μέλη),
γ) η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (25 μέλη),
δ) το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (που ενσωματώνει το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων - 25 δικαστές & 25 δικαστές του CFI,
ε) το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (25 μέλη),
στ) το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (26 μέλη, ήτοι 25 ηγέτες των κρατών μελών + ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) - του οποίου ο μοναδικός ρόλος ίσως περιγράφεται καλύτερα ως ενός «σχεδόν-οργάνου».
Υπάρχουν διάφοροι οικονομικοί οργανισμοί:
i) η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (που παράλληλα με τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, συνθέτει το Ευρωπαϊκό Σύστημα των Κεντρικών Τραπεζών) και
ii) η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Ταμείο Επενδύσεων).
Υπάρχουν επίσης διάφορες συμβουλευτικές επιτροπές στα όργανα:
α) η Επιτροπή των Περιφερειών που συμβουλεύει για τα περιφερειακά ζητήματα,
β) η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, που συμβουλεύει για την οικονομική και κοινωνική πολιτική (κυρίως σχέσεις μεταξύ των εργαζομένων και των εργοδοτών) και
γ) Η Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας, που καθιερώνεται στα πλαίσια της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, που ελέγχει και που συμβουλεύει για τα διεθνή ζητήματα της σφαιρικής ασφάλειας.
Υπάρχει επίσης ένας μεγάλος αριθμός οργανισμών, που οργανώνεται συνήθως από τη δευτεροβάθμια νομοθεσία, οι οποίοι υπάρχουν για να εφαρμόσουν τις ιδιαίτερες πολιτικές. Αυτές είναι οι αντιπροσωπείες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παραδείγματα είναι ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, η Ευρωπαϊκή Αντιπροσωπεία Ασφάλειας Αεροπορίας και το Γραφείο Εναρμόνισης στην Εσωτερική Αγορά.
Τέλος, ο Ευρωπαϊκός Διαμεσολαβητής ερευνά καταγγελίες κακής διαχείρησης από τα όργανα της ΕΕ.
Έδρα των οργάνων της ΕΕ:
Η ΕΕ δεν έχει καμία επίσημη πρωτεύουσα και τα όργανα της διαιρούνται μεταξύ διάφορων πόλεων:
i) Βρυξέλλες, Βέλγιο:
α) θεωρείται de facto πρωτεύουσα της ΕΕ,
β) έδρα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
γ) τόπος συναντήσεως για τις συνεδριάσεις και τις μίνι-συνόδους των επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και
δ) πόλη που υποδέχεται όλες τις συνόδους κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (από το 2004),
ii) Στρασβούργο, Γαλλία:
α) έδρα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τόπος συναντήσεως των δώδεκα ολομελειών διάρκειας μίας εβδομάδας κάθε έτους,
β) επίσης, η έδρα δύο βασικών ευρωπαϊκών οργανώσεων - του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων - που είναι διαφορετικά από την ΕΕ και έχουν ένα ευρύτερο πλήθος μελών από την Ε.Ε,
iii) Πόλη του Λουξεμβούργου, Λουξεμβούργο:
α) έδρα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου & της Γραμματείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και
β) έδρα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων,
iii) Φρανκφούρτη, Γερμανία:
έδρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και
iv) Χάγη, Κάτω Χώρες:
έδρα της Europol (της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας).
Οι τρεις πυλώνες: Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελείται από τρεις πυλώνες.
Ο 1ος πυλώνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελείται από τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, δηλαδή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα (πρώην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα - Ε.Ο.Κ.) και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕURΑΤΟΜ). Μέχρι το 2002 που καταργήθηκε, στον πρώτο πυλώνα ανήκε και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα.
Ο 2ος πυλώνας ή πυλώνας της “Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας” (ΚΕΠΠΑ) αφορά στην εξωτερική πολιτική και σε στρατιωτικά ζητήματα.
Ο 3ος πυλώνας ή πυλώνας “Αστικής και Δικαστικής Συνεργασίας σε Ζητήματα Εγκληματικότητας”(PJCC) αφορά στη συνεργασία για την καταπολέμηση του εγκλήματος.
Ο πιο ισχυρός και ανεπτυγμένος πυλώνας είναι αναμφισβήτητα ο πρώτος και συγκεκριμένα η Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Από αυτόν προέρχονται και τα περισσότερα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και ο συντριπτικά μεγαλύτερος όγκος του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
Επίσης, σε αντίθεση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει νομική προσωπικότητα και είναι η μόνη που μπορεί να συμβάλλεται αυτοτελώς, ανεξάρτητα από τα κράτη-μέλη σε διεθνείς συνθήκες.
Στο πλαίσιο του κάθε πυλώνα υφίσταται διαφορετική ισορροπία μεταξύ των υπερεθνικών (=τείνουν προς ομοσπονδιακό κράτος) και των διακυβερνητικών (=παραμένουν χαλαρή ένωση κρατών) αρχών. Ο υπερεθνικός χαρακτήρας είναι ισχυρότερος στον πρώτο πυλώνα, ενώ οι άλλοι δυο πυλώνες έχουν περισσότερο διακυβερνητικό χαρακτήρα. Στην ΚΕΠΠΑ και την PJCC η εξουσία του Κοινοβουλίου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, σε σύγκριση με το Συμβούλιο, είναι αρκετά περιορισμένη, χωρίς ωστόσο να είναι και μηδενική. Η ισορροπία που διέπει τον πρώτο πυλώνα συχνά αναφέρεται ως "κοινοτική μέθοδος", καθώς είναι εκείνη που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα.
Κλείνοντας, αναγκαία κρίνεται η επισήμανση ότι επειδή σε εθνικό επίπεδο σπανίζει η προσπάθεια εκτενούς ενημερωτικής αναφοράς για το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι (ιδίως μάλιστα όταν το 80% περίπου του έργου του ελληνικού κοινοβουλίου αναλώνεται απλά και μόνον στην επικύρωση του ευρωπαϊκού νομοθετικού έργου και στην προσαρμογή του ελληνικού δικαίου σ’αυτό!!) και όχι μόνον, ίσως γιατί θεωρούν οι “αρμόδιοι” ότι οι Έλληνες είναι ή θα πρέπει να είναι εξ ορισμού “ευρωπαϊστές” και δεν χρειάζεται να γνωρίζουν - ένεκα της πνευματικής τους μειονεξίας ή πλεονεξίας, εσείς προσθέστε - με πάσα λεπτομέρεια τι εστί ευρωπαϊκό οικοδόμημα, ή ίσως πάλι γιατί διευκολύνονται για να αποφασίζουν αυτοί για μας, πλην, όμως, ερήμην μας, όπως συνέβη άλλωστε πολλές φορές στο παρελθόν, με αποκορύφωμα την υπερψήφιση του “ευρωσυντάγματος”, χωρίς, ωστόσο, ο ελληνικός λαός να γνωρίζει τις φανερές, αλλά και κρυφές πτυχές του, εν συγκρίσει με τους Γάλλους ή τους Ολλανδούς λ.χ., για το λόγο αυτό σας συστήνω να φυλάξετε τα άρθρα της αναφοράς μας για κάθε αναγκαία μελλοντική σας χρήση. Άλλωστε, μόνον ο ενημερωμένος πολίτης είναι πολίτης με όλη τη σημασία της λέξης. Ο “άλλος” είναι απλά χειροκροτητής κατά παραγγελίαν και ποίμνιο, που άγεται και φέρεται. Τις υπόλοιπες σκέψεις, που ως λογική ακολουθία θα μπορούσαν να ανακύψουν, τις αφήνω σε σας…

Κυριακή 11 Μαρτίου 2007

Όταν η βία προκαλεί…


Μόλις προχθές νέες εικόνες ντροπής εμφανίστηκαν στους τηλεοπτικούς μας δέκτες. Σε θάλαμο αερίων μετατράπηκε η πλατεία Συντάγματος, ενώ άγριες οδομαχίες μαίνονταν στο κέντρο της Αθήνας κατά το συλλαλητήριο. Oμάδες νεαρών έκαψαν με βόμβες μολότοφ το φυλάκιο στον Άγνωστο Στρατιώτη, ενώ άλλοι έκαψαν την ελληνική σημαία!!
Μέχρι τις 7 το βράδυ είχαν προσαχθεί περίπου 60 άτομα στην Aσφάλεια, ενώ λίγο μετά τις 6.30 σημειώθηκε δεύτερο σοβαρό επεισόδιο στη διασταύρωση Όθωνος και Αμαλίας. Ομάδες νεαρών συγκρούστηκαν με δυνάμεις των ΜΑΤ με πέτρες και κομμάτια μάρμαρο, που έσπασαν από την πλατεία Συντάγματος. Οι αστυνομικοί έκαναν εκτεταμένη χρήση δακρυγόνων και διέλυσαν ξανά την πορεία, ο κύριος όγκος της οποίας κατευθύνθηκε προς την οδό Ερμού, ενώ ένα τμήμα της υποχώρησε προς την οδό Πανεπιστημίου.
Σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά από την Αστυνομία, τα επεισόδια ξεκίνησαν περί τις 4 το απόγευμα, όταν ομάδα διαδηλωτών επιχείρησε να σπάσει τον αστυνομικό κλοιό έξω από τη Βουλή, πετώντας πέτρες και άλλα αντικείμενα. Οι αστυνομικές δυνάμεις έκαναν χρήση χημικών, με αποτέλεσμα η πορεία να κοπεί στα δύο. Στην Πανεπιστημίου οι αστυνομικοί έκαναν χρήση δακρυγόνων για να τους διαλύσουν. Ταυτόχρονα, ομάδες νεαρών έκαψαν με βόμβες μολότοφ το φυλάκιο του επόπτη στον Άγνωστο Στρατιώτη, ενώ για αρκετή ώρα συνεχίστηκαν τα επεισόδια και σε εκείνο το σημείο.
Το «μπλοκ» που κατέβηκε την Πανεπιστημίου, αφού έφτασε στα Προπύλαια, γύρισε από την οδό Πεσματζόγλου στη Σταδίου, για να ανέβει και πάλι στη Βουλή. Στο ύψος της οδού Χρήστου Λαδά όμως, τα ΜΑΤ τους έκοψαν το δρόμο και δημιουργήθηκε νέα ένταση, η οποία εκτονώθηκε λίγο αργότερα, χωρίς να γίνουν επεισόδια, αφού τους επετράπη να προχωρήσουν προς τη Βουλή. Εκεί σημειώθηκαν νέα επεισόδια, που οδήγησαν σε μια ακόμα διάλυση της πορείας. Λόγω της έκρυθμης κατάστασης που δημιουργήθηκε μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη, απομακρύνθηκαν και οι εύζωνοι, που ήταν αδύνατο να παραμείνουν, λόγω της αποπνικτικής ατμόσφαιρας από τα χημικά και τον κίνδυνο από τις μολότοφ και τις πέτρες. Οι δυνάμεις της Αστυνομίας συνέχιζαν τις προσαγωγές. Παράλληλα, ο αντεισαγγελέας Εφετών, Ισίδωρος Ντογιάκος, έλαβε εντολή από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών, Γιώργο Κολιοκώστα, να μεταβεί με ομάδα τεσσάρων εισαγγελέων στη Γ.Α.Δ.Α., προκειμένου να σχηματισθούν δικογραφίες και να ασκηθούν διώξεις σε βάρος συλληφθέντων των επεισοδίων κατά τη διάρκεια του πανεκπαιδευτικού συλλαλητηρίου.
Την ίδια ώρα, στα Προπύλαια, περίπου 100 κουκουλοφόροι καταλάμβαναν το κτίριο της Πρυτανείας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έξω από το χώρο του Πανεπιστημίου βρίσκονταν ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις. Με ανακοίνωσή τους οι καταληψίες ζητούν απόσυρση του νόμου πλαισίου, απελευθέρωση των συλληφθέντων, απελευθέρωση «του Γερμανού φοιτητή Τίμο Μπέχρεντ που συνελήφθη στις 20 Φεβρουαρίου και κρατείται στις φυλακές Κομοτηνής». Καλούν επίσης σε συγκέντρωση στα δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων, την Παρασκευή στις 9:00 και συγκέντρωση στην Πρυτανεία, στις 18:00 την ίδια ημέρα και διαδήλωση. Την ίδια ώρα, το Συντονιστικό των Γενικών Συνελεύσεων καλεί σε συγκέντρωση και πορεία στο Πολυτεχνείο. «Η κυβέρνηση επιστράτευσε την πιο άγρια εκδοχή της αστυνομικής τρομοκρατίας για να καταστείλει το μεγαλειώδες συλλαλητήριο των 40.000 φοιτητών και πανεπιστημιακών» αναφέρει σε ανακοίνωσή του το Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα και ζητεί την απελευθέρωση των συλληφθέντων.
Επειδή το φαινόμενο αυτό δεν είναι μεν το μοναδικό, τουναντίον συνέβη και στην Θεσσαλονίκη, ξεπέρασε, όμως, σε ένταση κάθε προηγούμενο για το λόγο αυτό κρίθηκε αναγκαίο να γίνουν οι ακόλουθες επισημάνσεις και υπενθυμίσεις.
Ο πολυπράγμων Αριστοτέλης, υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ότι: «η Δημοκρατία είναι το άριστον πολίτευμα που ο πολίτης έχει την δύναμη, την γνώση και την θέληση να άρχει, αλλά και να άρχεται επί τη βάσει των Νόμων και της Αρετής» και συνέχισε «η άκρατος ελευθερία οδηγεί στην δημαγωγία και στην οργανική αποσύνθεση της κοινωνίας αν ο πολίτης δεν διδαχθεί την αυτοπειθαρχία που οδηγεί στην σωτηρία».
Στις μέρες μας ο πολίτης δεν έχει ούτε τη δύναμη, ούτε τη γνώση να άρχει και να άρχεται, επιβεβαιώνοντας την άποψη ότι ο πολίτης δεν γεννιέται, αλλά γίνεται, υπό την έννοια ότι πρέπει να εκπαιδευτεί ο νέος άνθρωπος για το πώς πρέπει να συμπεριφέρεται ως πολίτης (“η αγωγή του πολίτη”). Τώρα το ποιος θα είναι αυτός που θα αναλάβει να τον εκπαιδεύσει για την Αρετή, την αυτοπειθαρχία, κ.α., με τι είδους υλικό και ποιες γνώσεις αυτό είναι μια άλλη πικρή ιστορία (…), καθόσον το ομώνυμο μάθημα, που διδάσκεται στα σχολεία, στερείται ενδιαφέροντος από απόψεως περιεχομένου και μεθοδολογίας και αποτελεί κατ’ ουσίαν ώρα για χαλάρωση διδασκόντων και διδασκομένων.
Μερίδα των πολιτών, είτε πρόσκειται σε κάποιο επίσημο πολιτικό χώρο, είτε όχι, έχει παρανοήσει ότι κανένα πρόβλημα δεν λύνεται με τη βία, ότι η χρήση βίας υπονομεύει εκείνα τα μεγάλα ιδανικά, τα οποία υποτίθεται ότι προσπαθεί να περισώσει και ότι, αντιθέτως, πρέπει να έχει ως κανόνα στη ζωή του “ποτέ να μη σε νικήσει η βία, ώστε να μισείς και να ποδοπατάς τη δικαιοσύνη” (“Μηδ’ η βία σε μηδαμώς νικησάτω τόσο ουδέ μισείν ώστε την δίκην πατείν”). Και στη προκειμένη περίπτωση, η προσφυγή στη βαρβαρότητα πρώτιστα αποσκοπεί στην συγκάλυψη των ελαττωμάτων του πνεύματος.
Από την άλλη, η διαδήλωση ως μαζική λαϊκή πολιτική κινητοποίηση προϋπόθετε πάντοτε ένα ορισμένο πάθος για την πολιτική. Προϋπόθετε τη θέληση των πολιτών να συμμετέχουν ως ενεργά υποκείμενα στην πάλη για μια κοινή υπόθεση. Αντίθετα, όταν μια διαδήλωση εξελίσσεται σε κινητοποίηση του όχλου, τότε η τυφλή δύναμη των αριθμών γίνεται η μόνη φιλοσοφία. Το άτομο, που ανήκει στον όχλο δεν είναι πια το ίδιο, χάνει τη συνειδητή προσωπικότητά του και μεταβάλλεται σε ένα αυτόματο, που δεν το καθοδηγεί πλέον η θέλησή του. Αυτονόητο αποτέλεσμα της μεταβολής αυτής είναι και η καταστροφή δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, αλλά και η υβριστική μεταχείριση εθνικών συμβόλων.
Υπάρχει μια αξεπέραστη αντινομία μεταξύ ουτοπίας και δημοκρατίας. Ο οποιοσδήποτε είναι μεν ελεύθερος να επιθυμεί την ουτοπία, από τη στιγμή, όμως, που γίνεται μέλος του όχλου, αποκρύπτει τα φυσικά χαρακτηριστικά του με την χρήση κουκούλας κ.λ.π. και ακολούθως επιδίδεται σε βανδαλισμούς, τότε γυρίζει την πλάτη στη δημοκρατία. Άλλωστε, ποτέ και πουθενά η δημοκρατία δεν ιδρύθηκε από δειλούς, ούτε και διατηρήθηκε από δειλούς. Δυστυχώς, όμως, η δημοκρατία έχει και το τίμημά της…
Η δημοκρατία μπορεί να μην αρέσει σε ορισμένους ή να μην την κατανοούν, ιδίως μάλιστα σ’ αυτούς που, ταχθέντες, ως μειοψηφία, στο περιθώριο της πολιτικής ζωής, την εκλαμβάνουν εκ συστήματος ως την δικτατορία της πλειοψηφίας, μολαταύτα, θεωρείται εύστοχα ως το χειρότερο καθεστώς διακυβέρνησης, αν εξαιρέσουμε όλα τα άλλα καθεστώτα που έχουν δοκιμαστεί μέχρι σήμερα και το καλύτερο, γιατί προσφέρει τη δυνατότητα για διορθώσεις. Ούτε, βέβαια, αποτελεί τον παράδεισο, όπου πηγαίνει μια χώρα, αφού λύσει τα προβλήματά της, αλλά η μέθοδος για την επίλυσή τους και για να επιβιώσει, αλλά και να αποκτήσει βάθος έχει ανάγκη από αξίες.
Η ίδια η ποιότητα της δημοκρατίας μετριέται κυρίως με τα “τρέχοντα”, από την ικανότητά της δηλαδή να μετατρέπει σε καθημερινή πράξη την προσήλωσή της σε θεμελιώδεις “αρχές” και “αξίες”, λέξεις και έννοιες με πλούσιο ιστορικό και περιεχόμενο, αλλά που τείνουν να διαγραφούν από το σύγχρονο νεοελληνικό λεξιλόγιό μας.
Κι εδώ η ευθύνη ανήκει σε όλους και πρώτιστα στα κόμματα και τις κομματικές οργανώσεις, οι οποίες οφείλουν να σέβονται τη Δημοκρατία και τους δημοκρατικούς θεσμούς, άσχετα εάν διαφωνούν με τους χειρισμούς του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος. Δεν ζούμε σε μια άναρχη κοινωνία, ούτε απαγορεύεται η εκδήλωση της διαφωνίας, απεναντίας μάλιστα υπάρχουν επιτρεπτοί κανόνες συμπεριφοράς, ακόμη και για την εκδήλωση της διαφωνίας, είτε την συμμερίζονται οι λοιποί, είτε όχι.
Αν, όμως, επιθυμούν την κατάλυση της δημοκρατίας και την εγκαθίδρυση κάποιου άλλου πολιτικού συστήματος, τότε θα πρέπει να βγουν και να το πουν καθαρά και έντιμα, αναλαμβάνοντας και τις ευθύνες τους απέναντι στο λαό και όχι να κρύβονται πίσω απ’ αυτόν, διότι ουσιαστικά η επιλογή της δημοκρατίας ήταν επιλογή του ίδιου του λαού, στο όνομα του οποίου υποτίθεται ότι δρουν και όχι κάποιου συγκεκριμένου κόμματος. Πρέπει να δοθεί ένα τέλος στην υποκρισία και την όποια “επαναστατική” ανευθυνότητα. Διαφορετικά, με τη δική τους ευθύνη, θα προκαλέσουν την εκδήλωση αντιβίας από μηχανισμούς και αντιλήψεις που η ίδια η δημοκρατία περιόρισε, με τελικό χαμένο όλο το κοινωνικό σύνολο. Και για τους περισσότερο σκεπτόμενους, εύστοχη είναι η παροιμία ότι “στην αντάρα ο λύκος χαίρεται”. Όσο για το ποιοι παίζουν ή θα ήθελαν να παίξουν το ρόλο του χαρούμενου λύκου εύκολο – πιστεύω – είναι να το αντιληφθείτε.
Τέλος και αντί επιλόγου, σας παραπέμπω στον Ισοκράτη, ο απόηχος των λόγων του οποίου για την ποιότητα της δημοκρατίας της εποχής του αντηχεί μέχρι και σήμερα:
“Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται
Διότι καταχράστηκε το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας.
Διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν
την αυθάδεια ως δικαίωμα,
την παρανομία ως ελευθερία,
την αναίδεια του λόγου ως ισότητα
και την αναρχία ως ευδαιμονία”.

Κυριακή 4 Μαρτίου 2007

Η κλιματική αλλαγή & ο εγωισμός της ενοχής


Ο κίνδυνος που συνιστά η κλιματική αλλαγή για τον πλανήτη ισοδυναμεί το λιγότερο με τις συνέπειες ενός πολέμου, δηλώνει ο νέος Γ.Γ. του ΟΗΕ Μπαν Γκι-μουν και καλεί τις ΗΠΑ - τη χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου - να αναλάβουν κεντρικό ρόλο στον αγώνα κατά της παγκόσμιας θέρμανσης.
Στην πρώτη του αναφορά επί του θέματος, ο Μπαν Γκι-μουν εκτίμησε πως οι αλλαγές στο κλίμα είναι πιθανόν να καταστούν κινητήριος δύναμη μελλοντικών πολέμων και συγκρούσεων. Υπογράμμισε πως θα εστιάσει στην κλιματική αλλαγή στις συνομιλίες του με τους ηγέτες των πλέον ανεπτυγμένων βιομηχανικά κρατών του πλανήτη (G8), τον προσεχή Ιούνιο. Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν ήδη προγραμματίσει μεγάλη διάσκεψη για το κλίμα στο Μπαλί της Ινδονησίας το Δεκέμβριο του 2007.
Αξιωματούχοι του ΟΗΕ, αρμόδιοι για θέματα περιβάλλοντος, καλούσαν τον Μπαν Γκι-μουν να προχωρήσει σε παρεμβάσεις για το θέμα της κλιματικής αλλαγής, τονίζοντας ότι απαιτούνται δυνατές φωνές σε παγκόσμιο επίπεδο και η δική του θα μπορούσε να έχει αντίκτυπο.
Μιλώντας σε 600 φοιτητές από όλο τον κόσμο στο πλαίσιο συνεδρίου στα Ηνωμένα Έθνη, ο Γενικός Γραμματέας είπε πως η δική του γενιά ήταν «κάπως απρόσεκτη» απέναντι στην πλανήτη, δήλωσε όμως αισιόδοξος πως αυτό μπορεί να αλλάξει. «Το μεγαλύτερο κομμάτι της εργασίας του ΟΗΕ εστιάζει στην πρόληψη και τερματισμό συρράξεων. Όμως, ο κίνδυνος που ενέχει ο πόλεμος για όλη την ανθρωπότητα και τον πλανήτη μας είναι τουλάχιστον ισοδύναμος με την κλιματική αλλαγή και την παγκόσμια θέρμανση» τόνισε. Μόλις τον περασμένο μήνα, σημαντική έκθεση του ΟΗΕ - στην οποία θα βασιστεί η διεθνής πολιτική για το φαινόμενο- κατέληγε πως η παρατηρούμενη κλιματική αλλαγή οφείλεται στον άνθρωπο με πιθανότητα 90% και οι επιπτώσεις της θα διαρκέσουν σίγουρα αιώνες. Πλημμύρες, ξηρασία και τυφώνες είναι οι ορατές συνέπειες.
Το Διακυβερνητικό Σώμα για τις Κλιματικές Αλλαγές του ΟΗΕ (IPCC) έδωσε την Παρασκευή στη δημοσιότητα την περίληψη της νέας του έκθεσης, για την οποία εργάστηκαν πάνω από 3.700 επιστήμονες σε πάνω από 130 χώρες. Περισσότεροι από 500 ειδικοί συνεδρίασαν στο Παρίσι κεκλεισμένων των θυρών για να οριστικοποιήσουν τη φρασεολογία της έκθεσης, οι προβλέψεις της οποίας είχαν ήδη διαρρεύσει στον Τύπο.
Τα ευρήματα θα αποτελέσουν τη βάση για τον καθορισμό των μέτρων κατά του φαινομένου του θερμοκηπίου, έπειτα από την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης του Πρωτοκόλλου του Κιότο το 2012. Οι ΗΠΑ έχουν, ως γνωστόν, αρνηθεί να το επικυρώσουν, επικαλούμενες τις οικονομικές επιπτώσεις και τις υποτιθέμενες επιστημονικές αβεβαιότητες.
Πρόκειται για ένα «πολύ σημαντικό έγγραφο που προχωρά αρκετά βήματα πέρα από τις προηγούμενες έρευνες», δήλωσε ο επικεφαλής του IPCC Ραζέντα Πακάουρι.
Οι κυριότερες προβλέψεις:
α) Η μέση θερμοκρασία του πλανήτη θα αυξηθεί από 1,1 έως 6,4 βαθμούς Κελσίου έως το 2100, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, με πιθανότερη μια άνοδο κατά 1,8 έως 4 βαθμούς Κελσίου ανάλογα με τα μέτρα που θα ληφθούν. Το φαινόμενο είναι αναπόφευκτο και θα διαρκέσει έως και μια χιλιετία. Στη προηγούμενη έκθεσή του το 2001, το IPCC πρόβαλε αύξηση από 1,4 έως 5,8 βαθμούς Κελσίου.
β) Η στάθμη των ωκεανών θα ανέβει έως το τέλος του αιώνα κατά 18 έως 59 εκατοστά, σε σχέση με το 1990, αν και η άνοδος θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη, σε περίπτωση που λιώσει το κάλυμμα πάγου στην Ανταρκτική και τη Γροιλανδία. Το 2001, το IPCC προέβλεπε άνοδο κατά 9 έως 88 εκατοστά.
γ) Η δραστηριότητα των τροπικών κυκλώνων και τυφώνων θα ενταθεί, με πιθανότητα 66%.
δ) Το δεύτερο μισό του 21ου αιώνα το κάλυμμα επιπλέοντος πάγου θα εξαφανίζεται το καλοκαίρι από την Αρκτική. Ξηρασίες αναμένονται με αυξημένη συχνότητα σε όλο τον πλανήτη.
Αν και η έκθεση του ΟΗΕ προσφέρει τη συνολικότερη μέχρι σήμερα εικόνα για την πορεία της κλιματικής αλλαγής, οι προβλέψεις της θα μπορούσαν να αποδειχθούν υπεραισιόδοξες, εκτιμούν ορισμένοι επιστήμονες. Την Πέμπτη, για παράδειγμα, έρευνα που δημοσιεύεται στο περιοδικό Science καταλήγει ότι η στάθμη των ωκεανών ανυψώνεται ταχύτερα από τις προβλέψεις του ΟΗΕ το 2001. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, η στάθμη ανεβαίνει με ρυθμό 3,3 χιλιοστά ανά έτος, κατά μέσο όρο, συγκριτικά με 2 χιλιοστά ανά έτος στην πρόβλεψη του ΟΗΕ.
Τα πλήρη κείμενα της έκθεσης του IPCC δημοσιεύονται σε τρεις φάσεις. Το κεφάλαιο που δημοσιοποιήθηκε την Παρασκευή αφορά την επιστημονική γνώση που έχει συγκεντρωθεί για την κλιματική αλλαγή. Το δεύτερο κεφάλαιο, που αναμένεται στις 2 Απριλίου, αναφέρεται στις επιπτώσεις του φαινομένου, ενώ το τρίτο, που θα δημοσιοποιηθεί το Μάιο, προτείνει μέτρα για την αντιμετώπισή του.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους ενέκρινε χωρίς επιφυλάξεις τα αποτελέσματα της έκθεσης.
«Η έκθεση αυτή συνεισφέρει στο σύνολο όσων γνωρίζουμε για να μπορέσουμε να μελετήσουμε και να κατανοήσουμε με τον καλύτερο τρόπο τις προκλήσεις των κλιματολογικών αλλαγών και θεωρούμε ότι λόγω τούτου, η έκθεση είναι εξαιρετικά πολύτιμη» δήλωσε ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Τόνι Φράτο προσθέτοντας: «τα αποτελέσματά της είναι πράγματι πολύ σημαντικά».
Από την άλλη, ο Γάλλος πρόεδρος Ζακ Σιράκ, που έχει από καιρό εκφράσει τις ανησυχίες του σχετικά με τα θέματα του περιβάλλοντος, δήλωσε ότι ο πλανήτης υποφέρει: «Γιατί είμαστε τόσο καθυστερημένοι στη λήψη των απαραίτητων μέτρων; Διότι μας καταλαμβάνει ο εγωισμός της ενοχής και αρνούμαστε να αποδεχθούμε τις επιπτώσεις» της καταστροφής του περιβάλλοντος.
Κοντολογίς, στη φύση δεν υπάρχουν ανταμοιβές ή τιμωρίες. Υπάρχουν μόνο συνέπειες. Για να αποτρέψουμε τις δυσμενείς αλλαγές που έρχονται, προσέτι δε να μπορέσει να επιβιώσει ο άνθρωπος στον πλανήτη Γη, είναι απαραίτητη η δημιουργία περιβαλλοντικής συνείδησης μεταξύ των πολιτών και κανόνων περιβαλλοντικής ηθικής, ζητήματα για τα οποία δεν αρκεί η προσωπική μεμονωμένη εγρήγορση, αλλ’ αντιθέτως απαιτείται η άμεση ανάληψη συγκεκριμένων πρωτοβουλιών από την Πολιτεία και σε τοπικό επίπεδο τόσο από τη Νομαρχία, όσο και από τους κατά τόπους Δήμους για την πληρέστερη ενημέρωση και δραστηριοποίηση των πολιτών.
Στα πλαίσια του προβληματισμού και των πρωτοβουλιών που πρέπει να αναπτυχθούν είναι αυτονόητη η δέσμευση ότι από την στήλη αυτή θα καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για την καταγραφή όχι μόνον των διεθνών εξελίξεων, αλλά και συγκεκριμένων ενεργειών, που θα μπορούσαν να μας καταστήσουν όλους συμμέτοχους εφικτών λύσεων.
Είναι, άλλωστε, διαπίστωση ότι η Γη ανήκει πάντα στη ζώσα γενιά. Αυτή θα αποφασίσει τι θα ακολουθήσει μετά τη χρησιμοποίησή της. Κι αυτά που βιώνουμε σήμερα εμείς, η παρούσα ζώσα γενιά, δεν αποτελούν σενάριο μιας φανταστικής χολιγουντιανής υπερπαραγωγής, που σκοπό έχει την μέσω διασποράς ανησυχίας στο φιλοθέαμον κοινό, επίτευξη του μεγίστου οικονομικού οφέλους. Βιώνουμε απλά την ίδια τη ζωή, η οποία δεν κάνει σενάρια, αφού εμείς είμαστε οι σκηνοθέτες της και εάν δεν μας αρέσει το πώς εξελίσσεται η ιστορία, τότε καλά θα κάνουμε να την αλλάξουμε. Στα αρχαία δράματα οι δραματουργοί είχαν εφεύρει τον “από μηχανής Θεό”, ο οποίος εμφανιζόταν από το πουθενά και έδινε επί σκηνής άμεση λύση στο πρόβλημα και ανακούφιση στους συναισθηματικά βασανισμένους θεατές. Στη ζωή, όμως, τέτοιες λύσεις δεν υπάρχουν, εκτός κι αν μας αρέσει να ζούμε με ψευδαισθήσεις και παραμύθια…
Αν, ύστερα από όλα αυτά, πιστεύουμε στις έννοιες του περιβάλλοντος και του γενικού συμφέροντος, τότε θα πρέπει να ασχοληθούμε μ’ αυτές, ακόμη και αν οι άλλοι δεν δίνουν δεκάρα. Κάτω από το πρίσμα των επισημάνσεων αυτών, ανεξάρτητα από το τι θα κάνει ο ΟΗΕ ή οι μεγάλες χώρες και γενικά “οι άλλοι”, σημασία έχει τι μπορούμε να κάνουμε κι “εμείς” σε εθνικό, αλλά και τοπικό επίπεδο, θέτοντας στο περιθώριο εγωιστικές ή παθητικές προσεγγίσεις, που είχαν ως αποτέλεσμα να τεθούμε στο περιθώριο των εξελίξεων, αναμένοντας στωικά το μοιραίο !!...