Σάββατο 9 Ιουνίου 2012

“Η ΔΗΜΑΡ εμπρός στα εκβιαστικά ψευτοδιλήμματα των καιρών ”


Η πιστή, μέχρι κεραίας, εφαρμογή του μνημονίου οδήγησε σε συρρίκνωση τη ΝΔ και σε συντριβή το ΠΑΣΟΚ, τους υπεύθυνους και υπόλογους της κατάστασης, στην οποία περιήλθε η χώρα. Από την άλλη, η συνθηματολογία περί μονομερούς καταγγελίας του μνημονίου και η προσδοκία επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ σε εκλογική επιτυχία, αλλά τώρα – όπως συμβαίνει πάντα με τα ψεύτικα τα λόγια, τα μεγάλα – οδηγεί την ηγεσία του από την μια αντίφαση στην άλλη κι από την μια υπαναχώρηση στην άλλη.
Το κυρίαρχο ζήτημα, που μας απασχολεί ως πολίτες και με ακόμα πιο εκρηκτικό τρόπο θα είναι στο τραπέζι μετά τις 17 Ιουνίου, είναι αν η χώρα θα έχει κυβέρνηση. Κι εδώ, όση ευθύνη έχουν αυτοί που οδήγησαν την χώρα και την κοινωνία στα αδιέξοδα του μνημονίου και τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα της φτώχειας, άλλη τόση έχουν πλέον κι εκείνοι που αρνήθηκαν στη χώρα και τους εργαζόμενους το δικαίωμα να έχουν μια κυβέρνηση και την έριξαν στην περιπέτεια των επαναληπτικών εκλογών.
Και τα αποτελέσματα της παρατεινόμενης ακυβερνησίας συμπληρώνουν την μνημονιακή καταστροφή: άδεια ταμεία, ουσιαστικά στάση πληρωμών του δημοσίου, νέες περικοπές στις συντάξεις, μετενέργεια, πλήγμα στη διεθνή εικόνα της χώρας, ενίσχυση των σεναρίων για επιστροφή στη δραχμή. Κινδυνολογία αλλά και πραγματικοί κίνδυνοι συνυπάρχουν και ο πολίτης νοιώθει την πίεση των πραγμάτων στο πετσί του.
Κι, όμως, ενόψει των προσεχών εκλογών το σύστημα αντιστέκεται και στήνει και πάλι ένα κατά βάσιν “πολυφορεμένο” σκηνικό, που μόνο ο λαός πρέπει να αποτρέψει. Πρόκειται για μια καρικατούρα δικομματισμού, για ένα επικίνδυνο λαϊκίστικο δίπολο που αποσκοπεί στην παγίδευση των πολιτών. Από την μια οι συσπειρωμένες δυνάμεις της «δεξιάς πολυκατοικίας», που ξαναμπαίνουν στα διαμερίσματα, όχι γιατί συμφωνούν μεταξύ τους, αλλά για να διεκδικήσουν την πρώτη θέση, επισείοντας τον κίνδυνο μιας αριστεράς που κινείται σε αντιευρωπαϊκή τροχιά.
Κι από την άλλη μια αριστερά, που την μια μιλάει για καταγγελία του μνημονίου, την άλλη για επαναδιαπραγμάτευση, ενώ όταν απευθύνεται στον Μπαρόζο περιορίζεται στην επανεξέταση. Τελευταία μας είπε ότι όταν ομιλεί για μονομερή καταγγελία του μνημονίου, δεν εννοεί την καταγγελία, με την νομική έννοια του όρου, αλλά την «πολιτική» καταγγελία!! Με δυο λόγια, επινοεί όρους ανύπαρκτους για να ψαρεύει σε θολά νερά.
Η δεξιά θα κινηθεί με τις γνωστές νεοφιλελεύθερες συνταγές, με τις οποίες κινείται η δεξιά στην Ευρώπη, με αποτέλεσμα να έχει οδηγηθεί η ΕΕ σε αδιέξοδα. Είναι η πολιτική που αρχίζει ακόμα και στην Γερμανία να ηττάται, πλην, όμως, συνεχίζει να απειλεί και απαράδεκτα να παρεμβαίνει σε βάρος της χώρας μας, επισείοντας τον κίνδυνο της διακοπής της χρηματοδότησης, της αποπομπής της χώρας μας από το ευρώ, κ.α..
Και θα είναι παράδοξο να επικρατήσει αυτή την στιγμή – έστω και προσωρινά – στη χώρα μας, που τόσο υπέφερε από τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής, που εφάρμοσαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Είναι μια αμετανόητη δεξιά του χτες, χωρίς πρόγραμμα και όραμα για την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Όμως ο κίνδυνος ενίσχυσης της «δεξιάς πολυκατοικίας» είναι υπαρκτός, αν απέναντι σε αυτή την δεξιά οι πολίτες βλέπουν μόνο τον πόλο μιας λαϊκίστικης, ανεύθυνης και αντιευρωπαϊκής στην ουσία της αριστεράς, που ανοιχτά ερωτοτροπεί με την έξοδο από το ευρώ και την επιστροφή στην δραχμή. Αυτή η αριστερά δεν έχει οικονομικό πρόγραμμα ή μάλλον έχει όσα προγράμματα έχουν οι συνιστώσες της και κάθε φορά που οι εκπρόσωποι της προσπαθούν να γίνουν συγκεκριμένοι σπέρνουν σύγχυση και πανικό.
Αυτή η Αριστερά αναπαράγει τις χειρότερες παραδόσεις της παραδοσιακής αριστεράς και του ΠΑΣΟΚ και κλείνει το μάτι στον λαϊκισμό. Αυτή η Αριστερά ζητάει ψήφο για να μείνει στην αντιπολίτευση, τρέμει στην ιδέα ότι υπάρχει περίπτωση να κυβερνήσει. Όταν λέει «κυβέρνηση της Αριστεράς» εννοεί «μένουμε στην ασφάλεια της αντιπολίτευσης».
Αυτή η Αριστερά δεν έχει σχέση με τον ορθολογισμό που εκφράζεται από την Δημοκρατική Αριστερά και ας μην ματαιοπονούν με «επιθέσεις φιλίας».
Αυτό το ψευδεπίγραφο δίπολο εξυπηρετεί και τους δύο. Η δεξιά θα κακοποιήσει την υπόθεση του ευρωπαϊσμού, αλλά θα εισπράξει από τον φόβο απέναντι στην ανεύθυνη Αριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ, που δεν θέλει - γιατί δεν μπορεί - να κυβερνήσει, θα περιοριστεί να καθίσει στις δάφνες της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αυτό είναι το σχέδιο που βολεύει και τους δυο.
Η δεξιά θα προβάλλει μόνο το δίλημμα “ευρώ ή δραχμή” και ο ΣΥΡΙΖΑ μόνο το δίλημμα “μνημόνιο – αντιμνημόνιο”.
Εμπρός, όμως, σ’ αυτά τα υποκριτικά διλήμματα, το πραγματικό δίλημμα, που, με βάση τους κανόνες της λογικής, καλείται ο πολίτης να επιλέξει για το αύριο της χώρας μας, είναι άλλο: “σταδιακή αποδέσμευση - απαγκίστρωση και επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου με ευρώ ή καταγγελία μονομερής και δραχμή;
Η ΔΗΜΑΡ, προτάσσοντας το εθνικό συμφέρον και μόνον, δεσμεύεται να κινηθεί σταθερά και αταλάντευτα στις δύο αλληλοσυμπληρούμενες κατευθύνσεις: Μέσα στην Ευρώπη και το ευρώ και σταδιακή αποδέσμευση από το μνημόνιο. Αξιοποιώντας το ευνοϊκότερο πολιτικό κλίμα που υπάρχει στην Ευρώπη, μετά το αποτέλεσμα των εκλογών στη Γαλλία και την υποχώρηση των συντηρητικών δυνάμεων στην Γερμανία, μπορούμε να διαπραγματευτούμε σκληρά για τα συμφέροντα των εργαζομένων, χωρίς να θέσουμε σε κίνδυνο την θέση της χώρας μέσα στην ευρωζώνη.
Θέτει ως άμεση προτεραιότητα την διαπραγμάτευση για την επιμήκυνση μέχρι το 2017 του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής, για να πάρει ο τόπος μια βαθειά ανάσα. Παράλληλα, προτάσσει την κατάργηση της πράξης νομοθετικού περιεχομένου για την μείωση των κατώτατων μισθών που συμπαρέσυρε όλες τις αμοιβές προς τα κάτω και την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και τη μετενέργεια.
Οι ειλημμένες δεσμεύσεις της χώρας μας για νέα μέτρα τον Ιούνιο του 2012, με στόχευση τις συντάξεις και το κοινωνικό κράτος, μπορούν να υποκατασταθούν από:
α) περικοπές των δημοσίων δαπανών, με στόχο τη μείωση 4 δις και απορρέουν από την περιστολή των δαπανών για την άμυνα, τη νοσοκομειακή και φαρμακευτική δαπάνη, που βρίσκεται σε μαύρη τρύπα, χωρίς, ωστόσο, να θίγεται η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των ασφαλισμένων που δεινοπαθούν και ως προς τη δημόσια διοίκηση μόνο κατά το σημαντικό σκέλος της καταπολέμησης της σπατάλης και της ανορθολογικής διαχείρισης πόρων και όχι με περικοπές μισθών και δαπανών στο κοινωνικό κράτος,
β) καταπολέμηση της διαφθοράς, μέσω των νέων συστημάτων ελέγχου των δημοσίων δαπανών και των διαγωνισμών, με στόχο τη μείωση κατά 2 δις του ποσού των δημόσιων προμηθειών και
γ) καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, που υπολογίζεται στο 30% του ΑΕΠ, με στόχο να συλληφθεί το 1/3 και να προστεθούν στα έσοδα 6 δις.
Αυτά θα είναι τα άμεσα μέτρα και η επαναδιαπραγμάτευση θα συνεχίζεται. Όμως, για να διαπραγματευτεί η χώρα και να προχωρήσει στην σταδιακή αποδέσμευση από το μνημόνιο και τους επαχθείς όρους του, πρέπει να έχει κυβέρνηση. Και όσο ισχυρότερη βγει η ΔΗΜΑΡ και ο τρίτος πόλος που συγκροτεί από την κάλπη, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες να σχηματιστεί προοδευτική κυβέρνηση, ικανή να κρατήσει τη χώρα μέσα στην Ευρώπη και να προχωρήσει στη σταδιακή απαγκίστρωση από το μνημόνιο.
Δεν πάμε, λοιπόν, στις εκλογές με μόνο αυτούς τους δυο πόλους. Ο πολίτης έχει μπροστά του ένα τρίτο πόλο, αριστερό και ευρωπαϊκό, δημοκρατικό και σοσιαλιστικό, βαθειά μεταρρυθμιστικό. Αλλιώς η χώρα θα μπει σε μεγαλύτερες περιπέτειες.
Και δεν μένουμε εδώ. Η εκλογική αποτυχία του ΠΑΣΟΚ, που πνέει τα λοίσθια, δεν μπορεί να κινητοποιήσει τον δημοκρατικό κόσμο της ευρύτερης αριστεράς, της «κεντροαριστεράς», σε αντίθεση με την ΔΗΜΑΡ, που, καλούμενη να ανταποκριθεί στην ιστορική της ευθύνη και απελευθερωμένη από φθαρμένα σχήματα και αφερέγγυα πρόσωπα, σηκώνει την σημαία αυτού του τρίτου πόλου και δίνει διέξοδο στους πολίτες εκείνους που αρνούνται να παγιδευτούν όχι μόνο στα συντρίμμια της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, αλλά και στην καρικατούρα του δικομματισμού που στήνεται από το σύστημα άρον – άρον.
Το εκλογικό αποτέλεσμα θα δώσει το έναυσμα για τη συγκρότηση μιας πανίσχυρης μεταρρυθμιστικής παράταξης του δημοκρατικού σοσιαλισμού, που γύρω της θα συγκεντρωθούν οι πιο ζωντανές, τίμιες και δημιουργικές δυνάμεις της χώρας, μιας παράταξης που πολύ σύντομα θα κληθεί να πάρει τις τύχες της Ελλάδας στα χέρια της. Μπορεί, προς στιγμήν, να φαντάζει φιλόδοξος στόχος, ωστόσο, είναι στο χέρι μας να τον κάνουμε πραγματικότητα…