Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2007

Αυτονόητα και υπονοούμενα: "κόμματα και κομματικοποίηση"

Επειδή στην Ελλάδα δείχνουμε ότι γνωρίζουμε πράγματα και έννοιες, που φαντάζουν πλέον αυτονόητα, πλην, όμως, στη πράξη διαπιστώνεται ότι υπάρχει πραγματική σύγχυση, συνειδητή ή ακούσια, επί πλείστων όσων θεμάτων, για τον λόγο αυτό κρίθηκε αναγκαίο, κατόπιν προτροπής μερίδας από σας, τους αναγνώστες αυτής της στήλης, να στηλιτευθεί, με όσο πιο απλό τρόπο, η πολιτική πραγματικότητα, μέσω ενοτήτων και ανά αντικείμενο. Αυτονόητη είναι η επισήμανση ότι η θεματολογία που θα αναπτυχθεί απευθύνεται στον μέσο Έλληνα πολίτη, που θεωρεί ότι έχει μεν ανησυχίες, όχι όμως την δυνατότητα να μελετήσει σε βάθος την ουσία της.
Τι εννοούμε με τον όρο “κόμμα” και τι είναι η “κομματικοποίηση”;
Το κόμμα είναι μια πολιτική οργάνωση που εκφράζει κοινωνικές ομάδες και αποβλέπει στην κατάληψη της εξουσίας. Το κόμμα εκπροσωπεί ένα μόνο «κομμάτι» της κοινωνίας, όχι ολόκληρη την κοινωνία.
Τα κόμματα διακρίνονται σε κόμματα προσώπων και σε κόμματα αρχών. Τα πρώτα προβάλλουν την έννοια του αρχηγού ή του πολιτικού μεσσία, από τη δυναμική προσωπικότητα του οποίου αναμένεται η λύση όλων των προβλημάτων. Στα κόμματα αρχών προβάλλονται περισσότερο τα προγράμματα και οι αρχές και υποχωρεί η έννοια του δυναμικού αρχηγού. Κλασική είναι η περίπτωση της Ν.Δ. και του Π.Α.ΣΟ.Κ., τα οποία ξεκίνησαν ως κόμματα προσώπων και σήμερα προσπαθούν να σταθούν ως κόμματα αρχών, ελλείψει ισχυρών πολιτικών φυσιογνωμιών.
Τα κόμματα διακρίνονται, επίσης, σε συντηρητικά (ή δεξιά), που επιδιώκουν τη διατήρηση της παραδοσιακής κοινωνικής οργάνωσης και δεν συμπαθούν τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, σε αριστερά, που έχουν την τάση για πραγματοποίηση ριζικών κοινωνικών αλλαγών και σε κεντρώα, που τοποθετούνται ανάμεσα στα δύο «άκρα» και δείχνουν την προτίμηση τους σε βαθμιαίες και «λογικές» κοινωνικές αλλαγές, χωρίς να θίγουν το δημοκρατικό πνεύμα και τον φιλελευθερισμό.
Τα συντηρητικά και τα αριστερά κόμματα έχουν και τις αποχρώσεις τους (ακροδεξιά, ακροαριστερά, μετριοπαθή αριστερά και σοσιαλιστικά κόμματα).
Τα κόμματα ανταποκρίνονται σε αντίστοιχες τάσεις κοινωνικών ομάδων και τάξεων. Δεν είναι απλά δημιουργήματα της φιλοδοξίας ορισμένων πολιτικών. Τα κόμματα, όμως, δίνουν πιο συγκεκριμένη έκφραση στα αιτήματα των κοινωνικών ομάδων. Δεν πρέπει να φανταστούμε μια σταθερή προσκόλληση των ατόμων στα ίδια πάντα κόμματα. Τέτοια σταθερή κομματική ένταξη ισχύει για ορισμένα άτομα, ίσως για τα περισσότερα. Άλλα άτομα όμως μετακινούνται από το ένα κόμμα στο άλλο. Το φαινόμενο αυτό συντελεί στην ενίσχυση ή αποδυνάμωση των κομμάτων και στην εναλλαγή τους στην εξουσία.
Τα άτομα, που δεν εντάσσονται σε ένα κόμμα, δεν παρουσιάζουν ασταθή πολιτική κρίση, ούτε σκέφτονται καιροσκοπικά. Θα λέγαμε ότι είναι απαλλαγμένα από τον πολιτικό και κομματικό δογματισμό, ότι είναι πιο ανεξάρτητα και ελεύθερα στη σκέψη τους. Κρίνουν τα πολιτικά πράγματα ρεαλιστικά και με βάση τα γεγονότα. Με τα ίδια κριτήρια κρίνουν την αξία των κομμάτων, την αποτελεσματικότητα τους ή το πολιτικό ήθος και την ικανότητα των πολιτικών αρχηγών.
Τα ενταγμένα άτομα δεν κρίνουν (τουλάχιστον δημόσια), πιστεύουν στη σπουδαιότητα των κομμάτων τους και στη χαρισματική φυσιογνωμία των αρχηγών τους. Τα ανέντακτα άτομα δεν αποκρυσταλλώνουν σταθερές και αμετάβλητες απόψεις για τα κόμματα και τους πολιτικούς. Αναθεωρούν κάθε φορά τις απόψεις τους αυτές, αντικρίζουν τα πολιτικά πράγματα κάθε φορά κάτω από καινούριο πρίσμα, ανάλογα με τις αντικειμενικές αλλαγές της πολιτικής πραγματικότητας. Οι αλλαγές αυτές δεν επηρεάζουν την κρίση των ενταγμένων, οι οποίοι διατηρούν σταθερές πεποιθήσεις παρά την αλλαγή της πολιτικής πραγματικότητας.
Η κρίση των ανέντακτων είναι εμπειρική, συγκεκριμένη, ρεαλιστική, απορρέει από γεγονότα και όχι από αρχές. Αν απέρρεε από αρχές, θα ήταν σταθερή και αναλλοίωτη, όπως η πολι¬τική σκέψη των ενταγμένων κομματικά ατόμων.
Δεν μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι τα ανέντακτα άτομα μένουν εντελώς ανεπηρέαστα από τη μεροληπτική πολιτική κριτική, την πολιτική φιλολογία και την προπαγάνδα ή την πολιτική δημαγωγία. Μερικά μόνο ανέντακτα άτομα έχουν υψηλή πολιτική κρίση και ωριμότητα και δεν είναι εύκολο να παρασυρθούν από την πολιτική δημαγωγία. Δεν είναι όμως και δύσπιστα απέναντι σε κάθε νέο πολιτικό ή σε κάθε νέο κόμμα. Το κόμμα αυτό μπορεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους, έστω κι αν δεν είχαν τη δυνατότητα να το γνωρίσουν σε βάθος και προτού δοκιμαστεί στην εξουσία. Όταν όμως το κόμμα αυτό δοκιμαστεί στην πράξη, τότε το ανέντακτο άτομο θα πάρει κριτική στάση απέναντι του, κάτι που δεν θα κάνει ο τυφλός και δογματικά σκεπτόμενος οπαδός του.
Σύμφωνα με μιαν άλλη άποψη, κανένα κόμμα δεν είναι ιδανικό ή άτρωτο και όλα θεωρούνται ότι υπόκεινται στη φθορά της εξουσίας, που είναι αναπόφευκτη. Μόνο οι απαιτητικοί πολίτες απογοητεύονται απ’ αυτά ή όσοι πιστεύουν σε ιδανικές λύσεις. Το λάθος, ωστόσο, αυτό κάνουν ορισμένα κόμματα. Αυτά υπόσχονται ιδανικές λύσεις. Οι πολίτες απλώς διαπιστώνουν την ανυπαρξία ιδανικών λύσεων. Οι ιδανικές λύσεις βρίσκονται στην ιδεολογία και την προπαγάνδα ορισμένων κομμάτων. Οι πολίτες (ή ορισμένοι απ' αυτούς) δεν πιστεύουν στις ιδανικές, αλλά στις ρεαλιστικές λύσεις. Το ιδανικό βρίσκεται στη σφαίρα της ουτοπίας. Αυτό το αντιλαμβάνονται μερικοί, είτε είναι πολιτικοί είτε απλοί πολίτες. Άλλοι, όμως, ελκύονται από τους πολιτικούς μύθους και τις πολιτικές ουτοπίες, δέχονται τουλάχιστον την πειραματική εφαρμογή τους.
Όσον αφορά τα πολιτικά κόμματα, αυτά ή καθηλώνονται δογματικά στις ουτοπίες ή τις προβάλλουν σαν ιδεολογικό δόλωμα, σαν μιαν ελκυστική πολιτική και κοινωνική ιδεολογία. Στην περίπτωση αυτή είναι δικαιολογημένη η δυσπιστία απέναντι στα κόμματα, τα οποία δεν είναι όσο θα έπρεπε ειλικρινή και τίμια απέναντι στον πολίτη. Άλλοτε δίνεται η εντύπωση ότι τα κόμματα εκμεταλλεύονται τη διανοητική ανεπάρκεια, τη χαμηλή πολιτική κρίση του λαού και άλλοτε ταυτίζονται σκόπιμα με την λαϊκή πολιτική κρίση, επιδιδόμενα στον λεγόμενο «λαϊκισμό» και σε κολακεία του πλήθους.
Περαιτέρω, με το όρο “κομματικοποίηση” εννοούμε την ένταξη των πολιτών σε ένα από τα υπάρχοντα κόμματα. Θα ήταν διατεθειμένος να δεχτεί κανείς τη μαρξιστική άποψη, σύμφωνα με την οποία μια τέτοια ένταξη καθορίζει η ταξική τοποθέτηση του κάθε ατόμου. Οι μαρξιστές μίλησαν, επίσης, για το φαινόμενο της ταξικής αποστασίας, για να εξηγήσουν γιατί ένα άτομο της ανώτερης τάξης τάσσεται πολιτικά και ηθικά με το μέρος της κατώτερης και καταπιεζόμενης τάξης.
Το αντίθετο φαινόμενο δεν χαρακτηρίζεται σαν ταξική αποστασία, αλλά σαν έλλειψη ταξικής συνείδησης, π.χ. μόνο ένας απληροφόρητος αγρότης θα μπορούσε να ενταχθεί σε ένα κόμμα που εκφράζει και υπηρετεί τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης. Είναι αλήθεια ότι οι αγρότες στη χώρα μας είναι συνήθως πολιτικά συντηρητικοί, όχι μόνο από έλλειψη κοινωνικού και πολιτικού διαφωτισμού ή λόγω της στατικής και παραδοσιακής τους σκέψης, αλλά και λόγω φοβίας μπροστά στην κοινωνικοποίηση, ακόμη και της μικρής αγροτικής ιδιοκτησίας, που νόμιζαν ότι επι¬δίωκαν ορισμένα αριστερά κόμματα. Οι αγρότες είναι συναισθηματικά δεμένοι με την ιδιοκτησία τους.
Ένας αστός θα ενταχθεί βέβαια σε ένα δεξιό ή κεντρώο κόμμα και ένας εργάτης σε ένα αριστερό ή σοσιαλιστικό κόμμα. Όλα αυτά δεν συμβαίνουν σύμφωνα με ψυχολογικές νομοτέλειες, συμβαίνουν ίσως σε γενικές γραμμές. Είναι φυσικό να εντάσσεται κάποιος στο κόμμα που ανταποκρίνεται στα συμφέροντα του, στην κοινωνική του θέση και την ιδεολογία του, που είναι ίσως ένας εξευγενισμός οικονομικών συμφερόντων.
Το συμφεροντολογικό στοιχείο είναι πιο άμεσο και πιο φανερό στην περίπτωση πολιτών που συνδέουν την υποστήριξη προς κάποιο κόμμα με τα άμεσα υλικά τους συμφέροντα, την επαγγελματική τους τακτοποίηση από το πιο κάνω κόμμα, όταν έρθει στην εξουσία. Είναι φανερό το πελατειακό στοιχείο στην πιο πάνω σχέση, η συναλλαγή (“σου δίνω για να μου δώσεις”). Μια πολιτική πράξη και σχέση μεταβάλλεται σε εμπορική. Τέτοιες καταστάσεις δεν προάγουν, βέβαια, τη δημοκρατία. Αντίθετα, είναι φανερός ο κίνδυνος για τη δημοκρατία, όταν βλέπει κανείς τα κόμματα να προχωρούν σε ψηφοθηρικές εξυπηρετήσεις και σε κοινωνικές παροχές, για να επιτύχουν την άνοδό τους στην εξουσία.
Εν κατακλείδι, δεν είναι αναγκαία η ένταξη του πολίτη σε ένα κόμμα, η κομματικοποίηση του. Καταρχήν, ένας πολίτης έχει την υποχρέωση και το δικαίωμα να είναι απλός ψηφοφόρος και ενημερωμένος για τα πολιτικά προβλήματα. Η πολιτικοποίηση όμως δεν σημαίνει κομματικοποίηση. Μερικά άτομα νιώθουν την ανάγκη να είναι ισόβια προσκολλημένα σε ένα κόμμα, επειδή το θεωρούν θέμα συνέπειας ή Αρχής. Άλλοι, πάλι, συνδέονται με ένα κόμμα υπό όρους, με αποτέλεσμα, όταν αυτό τους απογοητεύει, να το εγκαταλείπουν, αποτέλεσαν δε και αποτελούν, ως σοβαρή μειοψηφία, το μήλον της έριδος για τα μεγάλα κόμματα της χώρας μας, γιατί χωρίς και την δική τους υποστήριξη δεν πρόκειται ποτέ να καταλάβουν την εξουσία ή υπάρχει κίνδυνος να την χάσουν.
Ύστερα από τις παραπάνω επισημάνσεις σε σας εναπόκειται να κρίνετε πού βρίσκεστε και εάν θα πρέπει να παραμείνετε πολιτικοποιημένοι ή κομματικοποιημένοι. Αρκεί να ξέρετε το γιατί…