Σάββατο 11 Αυγούστου 2007

H επιτομή του “Θα” της κυβερνητικής πολιτικής

«“Τα μεγαλύτερα ψέματα λέγονται πριν τις εκλογές και μετά το κυνήγι” (Τσώρτσιλ)»

Απέναντι στους συντηρητικούς που πίεζαν για λιτότητα και για θυσίες των, ως συνήθως, μη εχόντων, ο Μίλτον Κέυνς, ένας από τους μεγαλύτερους οικονομολόγους και “πατέρας” του κράτους πρόνοιας και των οικονομικών της ζήτησης του 20ου αιώνα, απάντησε: “μακροπρόθεσμα θα είμαστε όλοι νεκροί…”. Αυτή η απάντηση, κατά την άποψη του γράφοντος, ταιριάζει στην παρατεταμένη λιτότητα που επιφύλαξε για τον ελληνικό λαό η κυβέρνηση της Ν.Δημοκρατίας τα τελευταία τρεισήμισι χρόνια που βρίσκεται στη διακυβέρνηση της χώρας. Μια διακυβέρνηση, με έντονα τα χαρακτηριστικά της κλασικής δεξιάς ταξικής πολιτικής. Υιοθετήθηκε και εφαρμόζεται με έντονο μάλιστα τρόπο η αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των ολίγων και σε βάρος των πολλών. Εκτός από την επιβάρυνση των φορολογούμενων με 3.3 δισεκατομμύρια ευρώ, χειροτερεύει η σχέση έμμεσων-άμεσων φόρων, μια σχέση που πλήττει ακόμη περισσότερο τους χαμηλόμισθους και οικονομικά αδύναμους, οι οποίοι, στον αντίποδα, βλέπουν να μειώνονται οι δαπάνες για τους μισθούς και τις συντάξεις, για την παιδεία και τις κοινωνικές παροχές.

Για άλλη μια φορά πάνε περίπατο οι προεκλογικές υποσχέσεις-δεσμεύσεις όπως συνήθιζε να λέει ο πρωθυπουργός, για να αποδειχθεί πόσο δίκιο είχε ο Τσώρτσιλ (βλ.προλ.). Δυστυχώς, στην πράξη η κυβέρνηση του κ.Καραμανλή αποδεικνύεται πρώτη στις υποσχέσεις και τελευταία στις επιδόσεις. Αφού επιχείρησε δια της εκ του μακρόθεν επιστασίας να πείσει την αγορά να πάρει από μόνη της το δρόμο της, ήρθε τις τελευταίες ημέρες και ενόψει των επικείμενων εκλογών να “γλυκάνει” τους πολίτες με φιλοδωρήματα, που βαπτίζει οικονομικές ενισχύσεις!!

Ένα, όμως, είναι βέβαιο. Οι νεοφιλελεύθερες κατευθύνσεις, που προσέδωσε η κυβέρνηση στην ελληνική οικονομία, σε συνδυασμό με την ξέφρενη ακρίβεια, θα μειώσουν ακόμη περισσότερο την αγοραστική δύναμη των πολιτών. Η κυβέρνηση οδηγεί την ελληνική οικονομία σε ύφεση και φέρει τεράστια ευθύνη γι’ αυτό, καθόσον ο νυν ρυθμός ανάπτυξης οφείλεται κυρίως στις εισροές του κοινοτικού πλαισίου στήριξης.

Η αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου παραμένει άγνωστη για τη νεοδεξιά διακυβέρνηση και αυτή είναι μια σαφής ιδεολογική διαφορά από τη σοσιαλδημοκρατική αντίληψη. Και εύκολα μπορεί να αναλογισθεί κανείς τι σημαίνουν όλα αυτά για τους πολίτες του Νομού μας. Μείωση του εισοδήματος σημαίνει ακόμα μικρότερη ζήτηση για υπηρεσίες και προϊόντα, ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα στη χειμαζόμενη αγορά μας και μεγαλύτερη προσφυγή στις προσφορές των πολυκαταστημάτων – ημεδαπών και μη – που εδραιώθηκαν και στη περιοχή μας. Σημαίνει λιγότερο εσωτερικό τουρισμό και σμίκρυνση της οικονομικής δραστηριότητας στις τουριστικές περιοχές μας, αφού πλήττονται όλοι οι παρεμφερείς κλάδοι.

Χωρίς καμιά αμφιβολία στη χώρα μας χρειάζεται σήμερα μια γενναία αναδιανομή πλούτου. Η κυβέρνηση του κ. Καραμανλή δημιουργεί δυο Ελλάδες, που σε λίγο η μια δεν θα αναγνωρίζει την άλλη. Στη χώρα μας απαιτείται μια αναπτυξιακή πολιτική που στο επίκεντρό της θα έχει τον οικονομικά αδύναμο, μια προοδευτική πολιτική που θα χτυπάει στη ρίζα τους παράγοντες που δημιουργούν φτώχεια. Μια πολιτική που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την αδικία της αγοράς και θα προτάσσει την κοινωνική συνοχή. Και αυτήν την πολιτική μόνον το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δείχνει ότι μπορεί – υπό το βάρος και της μεγίστης ιστορικής του ευθύνης - να την εγγυηθεί.

Εν κατακλείδι, ποια θα ήταν η επιτομή της κυβερνητικής πολιτικής; Την απάντηση δίνει ο Τζερόμ Τζερόμ: «Είναι καλύτερη πολιτική να λες την αλήθεια. Εκτός φυσικά αν είσαι εκπληκτικά καλός ψεύτης».

Κυριακή 5 Αυγούστου 2007

H διαχείριση των υδατικών πόρων της Θεσσαλίας στο μικροσκόπιο


Ένα από τα μεγαλύτερα περιβαλλοντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα – και θα αντιμετωπίσει εντονότερα στο μέλλον - η κοινωνία της Θεσσαλίας, είναι το πρόβλημα του νερού και της διαχείρισής του. Μια σειρά από ειδικές συνθήκες που σχετίζονται με το κλίμα, τη γεωμορφολογία και την αγροτική ανάπτυξη, έχουν γίνει η αιτία για σοβαρά και συχνά μη αναστρέψιμα προβλήματα εξάντλησης και υποβάθμισης των επιφανειακών και των υπόγειων υδατικών αποθεμάτων, που θα αγγίξουν τα όρια μεγάλης οικολογικής καταστροφής, ιδιαίτερα εάν δεν ληφθούν όλα εκείνα τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή όσων προβλέπονται στην ευρωπαϊκή Οδηγία για το νερό και αν δεν ολοκληρωθούν σύντομα τα μεγάλα έργα.
Με την ψήφιση της Οδηγίας WFD 2000/60/EC και την ενσωμάτωση της στο εσωτερικό δίκαιο με τον Ν. 3199/2003, δίνεται η ευκαιρία στη χώρα μας να οργανώσει, να εκσυγχρονίσει τα συστήματα διαχείρισης των υδατικών της πόρων και να αποκτήσει υδατική πολιτική, που θα στηρίζεται σε αρχές που έχουν υιοθετηθεί από όλες τις χώρες της Ενωμένης Ευρώπης. Με το νέο νομικό πλαίσιο επιδιώκεται να αντιμετωπισθεί σε μεγάλο βαθμό, η αποσπασματική και ευκαιριακή προσέγγιση των προβλημάτων της διαχείρισης και προστασίας των υδατικών συστημάτων που ίσχυε και να σταματήσει η πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων και πόρων.
Η επίλυση των προβλημάτων που υπάρχουν στην διαχείριση των υδατικών πόρων των 4 νομών της Θεσσαλίας είναι δύσκολη υπόθεση, εξαιτίας και των παρακάτω λόγων:
α) υπάρχουν συγκρουόμενα συμφέροντα ως προς τη χρήση του νερού,
β) παρατηρείται μείωση του υδατικού δυναμικού τα τελευταία 20 χρόνια, λόγω μιας φθίνουσας πορείας των κατακρημνισμάτων αλλά και της αύξησης των κοινωνικοοικονομικών δραστηριοτήτων,
γ) υπάρχει έλλειψη, σε πολλές περιοχές, συγχρόνων συλλογικών αρδευτικών δικτύων και μεγάλη σπατάλη νερού για αρδεύσεις μέσω ιδιωτικών γεωτρήσεων,
δ) επιτείνονται οι δυσμενείς επιπτώσεις για το περιβάλλον λόγω της συνεχούς αύξησης της ρύπανσης των επιφανειακών και υπογείων νερών από τα λύματα των οικισμών και απόβλητα των βιομηχανιών, καθώς και από τη χρήση λιπασμάτων και ζιζανιοκτόνων στην γεωργική παραγωγή,
ε) εμφανίζεται υπερβολική μείωση της παροχής ή περιοδική στείρευση ορισμένων πηγών λόγω των εντατικών αντλήσεων, που συνεπάγονται κίνδυνο για τους βιότοπους της περιοχής και
στ) είναι ορατός ο κίνδυνος τοπικής ή γενικευμένης εξάντλησης των αποθεμάτων υπογείου νερού με ενδεχόμενο την υποβάθμιση της ποιότητα τους (διείσδυση της θάλασσας και υφαλμύρινση), λόγω των εντατικών αντλήσεων από τις γεωτρήσεις, ιδίως σε περιόδους, όπως η τρέχουσα, που επικρατούν συνθήκες παρατεταμένης ανομβρίας.
Οι μελλοντικές ανάγκες της Θεσσαλίας σε νερό για τις διάφορες χρήσεις εκτιμάται ότι δεν θα μειωθούν. Οι αρδεύσεις στην θεσσαλική πεδιάδα θα συνεχισθούν και στο μέλλον, ανεξάρτητα από τις όποιες πολιτικές επιδοτήσεων ή αναδιαρθρώσεων επιβάλλει η Ε.Ε. (με την νέα Κ.Α.Π.). Η πρόβλεψη είναι ότι η καλλιέργεια του βάμβακος παραμένει σαν επικρατέστερη καλλιέργεια στην Θεσσαλία. Αλλά ακόμη και εάν αντικατασταθεί σε ένα βαθμό (είναι πιθανό στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ) με άλλες, όπως τα κτηνοτροφικά φυτά, τα ενεργειακά ή τα κηπευτικά, δεν θα είναι εφικτή η εξοικονόμηση σημαντικής ποσότητας νερού, αφού ορισμένες από τις καλλιέργειες αυτές, είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, υδροβόρες (καλαμπόκι, μηδική, κ.α.).
Ειδικότερα, η Θεσσαλία κάνει χρήση επιφανειακών νερών (που δεν έχουν αξιοποιηθεί επαρκώς) και κυρίως υπόγειων νερών, τα οποία χρειάζονται προστασία από την υπερεκμετάλλευση που γίνεται για τις αρδεύσεις. Η χρήση νερού σε τομείς όπως η Γεωργία, πρέπει να γίνει περισσότερο ορθολογική με παρεμβάσεις και μέτρα προς την κατεύθυνση εξοικονόμησης νερού (επέκταση συστημάτων στάγδην άρδευσης, τιμολόγηση νερού, κ.α.).
Και σαν να μην έφθαναν αυτά, πρόβλημα εξακολουθεί να αποτελεί και η συνύπαρξη μεγάλου αριθμού φορέων (υπουργείων, περιφερειών, τοπικής αυτοδιοίκησης, ερευνητικών ιδρυμάτων, κ.λ.π.), των οποίων οι αρμοδιότητες, οι σχετικές µε τους υδατικούς πόρους, συχνά συγκρούονται στην πράξη, κύριος απότοκος των οποίων είναι οι αποσπασματικές ενέργειες, ο στοιχειώδης ή κακός προγραμματισμός, οι επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, η σπατάλη πόρων κ.α.. Πραγματική δύναμη προώθησης έργων και δράσεων στον τομέα των υδατικών πόρων, συνήθως είναι η εξυπηρέτηση τοπικιστικών συμφερόντων, οι πιέσεις από χρήστες νερού (αρδευτές, ΤΟΕΒ, κ.α.) ή από τοπικούς φορείς (Δήμοι – Νομαρχίες), για την κάλυψη τοπικών αναγκών και όχι ο συνολικός μακροπρόθεσμος σχεδιασμός στη βάση αρχών, όπως η ιεράρχηση αναγκών και η προστασία του περιβάλλοντος. Οι αυθαίρετες επεκτάσεις αρδεύσεων, οι αυθαίρετες κατασκευές πρόχειρων ή μόνιμων έργων (συνήθως με κρατικούς ή πόρους της αυτοδιοίκησης) σε κοίτες συλλεκτήρων ή ποταμών, οι ανορύξεις παράνομων γεωτρήσεων κ.α., είναι η αντικειμενική περιγραφή μιας κατάστασης που έχει παγιωθεί και κυριαρχεί στην Θεσσαλία, σε ότι αφορά το νερό.
Στα χρόνια της διακυβέρνησης της χώρας από τη Ν.Δημοκρατία δεν έγινε προγραμματισμός για μέτρα που αφορούν την χρήση και την προστασία των υδάτων της. Δεν έγινε καμία σύσκεψη ή ένα έγγραφο προς τις σχετικές με το αντικείμενο υπηρεσίες και φορείς. Δεν γίνεται καμία προετοιμασία για κατάρτιση προγράμματος μέτρων και παρακολούθησης της κατάστασης των υδάτων, παρότι προβλέπεται ότι στο σχέδιο διαχείρισης θα περιλαμβάνονται υποχρεωτικά και τα προγράμματα μέτρων και παρακολούθησης, για τα οποία έχουν λόγο και οι φορείς της Θεσσαλίας. Θα ζητηθεί η γνώμη τους και πότε; Δεν είναι γνωστό σε ποιο βαθμό ασκούνται οι αρμοδιότητες και εάν έχουν υλοποιηθεί η σύνταξη αναλυτικής έκθεσης χαρακτηριστικών λεκάνης απορροής Πηνειού (μέχρι 22-12-2004) και η κατάρτιση εθνικού μητρώου προστατευόμενων περιοχών. Δεν έχει συσταθεί ακόμη το Περιφερειακό Συμβούλιο Υδάτων Θεσσαλίας. Δεν γίνεται ενημέρωση των χρηστών νερού (αγρότες) και του κοινού για την νέα Οδηγία και ουσιαστική συμμετοχή στις διαδικασίες προστασίας των υδάτων, αλλά ούτε κανένας συντονισμός των φορέων για θέματα που σχετίζονται με τον προγραμματισμό, την χρήση και την προστασία των υδάτων. Δεν άρχισε η προετοιμασία για κατάρτιση προγράμματος ειδικών μέτρων κατά της ρύπανσης επιφανειακών και υπόγειων υδάτων. Δεν υπάρχει βελτίωση στις υποδομές του ελέγχου ποιότητας νερού. Δεν προστέθηκε ούτε ένας νέος σταθμός μέτρησης ποσοτικών και ποιοτικών παραμέτρων του νερού και δεν αυξήθηκαν οι λίγες μετρήσεις - παρατηρήσεις που γινόταν από την Δ/νση Υδάτων (αντίθετα μειώθηκαν στο ελάχιστο, αφού το προσωπικό ασχολείται με την χορήγηση αδειών χρήσης κ.α.).
Παρά το γεγονός ότι παρατηρούνται φαινόμενα ρύπανσης υδατικών πόρων σε διάφορα σημεία της Θεσσαλίας, δεν γίνεται καμία συστηματική προσπάθεια για την καταπολέμηση της ρύπανσης και την επιβολή διοικητικών κυρώσεων. Δεν συνεδρίασε η Εθνική Επιτροπή Υδάτων. Η Κεντρική Υπηρεσία Υδάτων δεν ασκεί τις περισσότερες από τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στα άρθρα του Ν. 3199/2003. Δεν είναι γνωστό εάν λειτουργεί το εθνικό δίκτυο παρακολούθησης ποιότητας και ποσότητας των υδάτων, ενώ υπάρχει προβληματισμός εάν αυτό είναι δυνατόν να γίνει σύντομα, όταν απαιτούνται εκατοντάδες σταθμοί για τις 235 υδρολογικές λεκάνες της χώρας και οι περισσότερες Περιφέρειες της χώρας διαθέτουν ελάχιστους. Δεν άρχισε καμία σοβαρή προσπάθεια για να προστατευτούν αποτελεσματικά οι υδατικοί πόροι από περαιτέρω υποβάθμιση και να εφαρμοστεί η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», αρχή η οποία είναι δίκαιη μεν, αλλά πολύ δύσκολα θα εφαρμοσθεί, εάν δεν αλλάξει η νοοτροπία των χρηστών και δεν οργανωθούν αποτελεσματικοί οι διοικητικοί μηχανισμοί. Δεν άρχισε καμία σοβαρή προσπάθεια προς την κατεύθυνση της διαχείρισης της ζήτησης, που θεωρείται σήμερα ως φθηνή εναλλακτική πηγή νερού σε συνδυασμό με νέα σύγχρονα αρδευτικά συστήματα. Το αρμόδιο για την διαχείριση του νερού Υπουργείο (ΥΠΕΧΩΔΕ), δεν σχεδίασε κάποιο πρόγραμμα ενημέρωσης των χρηστών και ιδιαίτερα των αγροτών, για την ανάγκη περιορισμού της σπατάλης και για τις δεσμεύσεις - προοπτικές της Οδηγίας. Την ενημέρωση, όμως, αυτή δεν έκαναν ούτε άλλο Υπουργείο, υπηρεσία ή επιστημονικός φορέας. Χρήματα που δαπανήθηκαν για να βοηθήσουν και στην εφαρμογή της Οδηγίας, δεν αξιοποιούνται όπως έχουν σχεδιασθεί, δηλαδή ως εργαλεία που βοηθούν στην λήψη αποφάσεων για την διαχείριση των υδατικών πόρων.
Υπάρχει σοβαρό έλλειμμα ενημέρωσης για την Οδηγία, τόσο στις εμπλεκόμενες υπηρεσίες όσο και στους χιλιάδες χρήστες, που θα έπρεπε ήδη να καθοδηγούνται σε αλλαγή νοοτροπίας με κατάλληλα ενημερωτικά - επιμορφωτικά προγράμματα, σύμφωνα με όσα ορίζει η Οδηγία και ο Ν. 3199/2003.
Τα σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Θεσσαλία στη διαχείριση των υδατικών πόρων, σε θεσμικό, οικονομικό, κοινωνικό, περιβαλλοντικό και τεχνολογικό επίπεδο, μπορούν σήμερα να αντιμετωπισθούν στα πλαίσια μιας στρατηγικής εθνικής υδατικής πολιτικής, που θα πρέπει επιτέλους να χαράξει η Πολιτεία, με στόχο την εξοικονόμηση νερού και την Βιώσιμη Ανάπτυξη, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα αποκατάστασης του περιβάλλοντος, όπως μείωση της χρήσης υπόγειων νερών, σταδιακή αχρήστευση γεωτρήσεων (σε περιοχές που θα καθορισθούν μετά από μελέτες) και έργα τεχνητού εμπλουτισμού υπόγειων υδροφορέων (όπου είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό), μέτρα εξοικονόμησης νερού (εκσυγχρονισμό αρδευτικών δικτύων, νέες μεθόδους άρδευσης, κ.α.) και ενδεχομένως μέτρα διαχείρισης της ζήτησης (τιμολόγηση νερού). Για την Θεσσαλία είναι αναγκαίος ο προγραμματισμός επενδύσεων σταδιακής αντικατάστασης των υδροβόρων συστημάτων άρδευσης με άλλα πιο οικονομικά, πιλοτικό πρόγραμμα «αειφόρου» διαχείρισης και εξοικονόμησης υδατικών πόρων με σύγχρονα αυτοματοποιημένα συστήματα άρδευσης (βλ. Ισραήλ, Κύπρο, Ιταλία) και συντονισμένη προσπάθεια τοποθέτησης (έστω & δοκιμαστικά) μετρητών κατανάλωσης νερού στα συλλογικά αρδευτικά δίκτυα. Η διατήρηση των υδατικών πόρων, μέσω της εξοικονόμησης νερού, πρέπει να αποτελέσει κεντρική προτεραιότητα με αλλαγές τόσο σε πολιτικές, όσο και σε καθημερινές πρακτικές και συνήθειες.
Απαραίτητες προϋποθέσεις για τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για το περιβάλλον και για την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των οικονομικών πόρων που θα διατεθούν για παρόμοια έργα τα επόμενα χρόνια από την Ε.Ε. στη Θεσσαλία, είναι ο άμεσος εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης με εξειδικευμένο και έμπειρο τεχνικό προσωπικό και η στενή συνεργασία με όλους τους φορείς-χρήστες νερού (αγρότες, τοπική αυτοδιοίκηση κ.α.), διαφορετικά η ερημοποίηση της Θεσσαλίας θα καταστεί αναπόφευκτο γεγονός και γι’ αυτό δεν θα φέρουν ευθύνη οι κλιματολογικές αλλαγές, αλλά του κεφαλιού μας «ο κακός μας ο καιρός» και μόνον…

Σάββατο 28 Ιουλίου 2007

«H Δημοκρατία μας σε αδιέξοδο»*

*(αφορμή για το παρόν άρθρο αποτέλεσε η πρόσφατη συμπλήρωση 33 χρόνων
από την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα μας)

...η ίδια είσαι εσύ, Δημοκρατία, αφρόντιστη και κακογερασμένη, βρώμικη και ντυμένη με κουρέλια που δεν σου πρέπουν...” (παράφραση του Ομήρου, “Οδύσσεια” Ω 249-250)
Η περίοδος της μεταπολίτευσης και ειδικότερα η τελευταία 20ετία αποτελούν περίοδο τάχιστων αλλαγών και γενικότερα μετασχηματισμού της ελληνικής κοινωνίας, οικονομίας και πολιτείας. Χωρίς υπερβολή, η Ελλάδα του 2007 είναι σε πολλαπλά επίπεδα μια χώρα ποιοτικά διαφορετική από την Ελλάδα του 1970. Οι δε αλλαγές που έχουν επέλθει κατά την περίοδο αυτή είναι εν πολλοίς παγιωμένες και, με την εξαίρεση δυνητικών ρήξεων παγκόσμιας εμβέλειας, όπως ένας μείζων πόλεμος ή μια οικονομική κατάρρευση, μη αναστρέψιμες.
Πιο συγκεκριμένα, στο οικονομικό επίπεδο, η Ελλάδα των αρχών του 21ου αιώνα, που ανήκει στο σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εντάσσεται στις 30 ευπορότερες οικονομίες στον κόσμο, δεν έχει καμιά σχέση με την υπανάπτυκτη ή αναπτυσσόμενη Ελλάδα των δεκαετιών του 1950 και 1960. Στο πολιτικό επίπεδο, η παγίωση της δημοκρατίας που επιτεύχθηκε μεταξύ 1974 και 1981, διαμόρφωσε για πρώτη φορά στη νεώτερη ιστορία της χώρας μας ένα πολιτικό καθεστώς, στο πλαίσιο του οποίου οι έλληνες πολίτες μπορούν να απολαμβάνουν, κατά τρόπο προϊόντος πληρέστερο, τα δικαιώματά τους και τις ελευθερίες τους. Στο διεθνές επίπεδο, η προϊούσα ένταξη της χώρας στους μηχανισμούς και τη δυναμική της ενωμένης Ευρώπης οδήγησε την Ελλάδα στον εσωτερικό πυρήνα του διεθνούς συστήματος.
Στο επίπεδο γενεών, η γενιά των Ελλήνων που γεννήθηκε το 1974 αποτελεί την πρώτη γενεά στη νεότερη ιστορία της Ελλάδας που ενηλικιώθηκε και εξακολουθεί να ζει απαλλαγμένη από συλλογικές μνήμες ταυτισμένες με τραυματικές εμπειρίες, άρρηκτα συνδεδεμένες με παγκόσμιους ή εμφύλιους πολέμους, εμφύλιες διαιρέσεις, πραξικοπήματα, δικτατορίες ή μείζονες οικονομικές κρίσεις.
Η ποιοτική αυτή αλλαγή, η οποία, ίσως, είναι και η σημαντικότερη, γίνεται ακόμη πιο εμφανής από το γεγονός ότι, για πρώτη φορά στη νεότερη ιστορία της, η Ελλάδα έπαψε να είναι χώρα εξαγωγής και έγινε χώρα εισαγωγής ανθρώπινου δυναμικού.
Μολαταύτα, ποια είναι η ποιότητα της δημοκρατίας που βιώνουμε σήμερα στη χώρα μας; Δύο από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει το σύγχρονο αντιπροσωπευτικό-κοινοβουλευτικό μοντέλο μας έχουν να κάνουν με την διαπιστούμενη μείωση της συμμετοχής και της κινητοποίησης των πολιτών και τον μερικό -ή και ολικό πολλές φορές- αποκλεισμό τους από τις διαδικασίες διαμόρφωσης και λήψης των αποφάσεων, τα οποία όχι μόνον απαξίωσαν την πολιτική, μετατρέποντας τα άτομα-πολίτες σε άτομα-ιδιώτες, αλλά – το κυριότερο – έφεραν τη δημοκρατία μας σε πραγματικό αδιέξοδο, αφού της προσέδωσαν τα χαρακτηριστικά μιας παθητικής δημοκρατίας, αποτέλεσμα της οποίας ήταν να ενισχύονται τα οικονομικά κέντρα λήψης αποφάσεων έναντι των αντίστοιχων πολιτικών, διογκώνοντας το πρόβλημα του δημοκρατικού ελλείμματος, όπως αυτό εκδηλώνεται με διάφορες μορφές: απολιτική συμπεριφορά -κυρίως των νέων-, αυξανόμενη αποχή από τις εκλογικές διαδικασίες - τόσο σε τοπικό όσο και εθνικό επίπεδο-, αίσθημα απόρριψης του πολίτη από το κράτος. Εξαιτίας αυτής της εξέλιξης η πολιτική παύει να είναι για πολλούς το πεδίο όπου παίζεται η ευτυχία ή η δυστυχία μας και στο οποίο αξίζει να αφιερώσει κανείς την ενέργεια και τον χρόνο του.
Από την άλλη, η δυνατότητα της πολιτικής σκέψης να εμπνέει, ανοίγοντας νέους δρόμους και προοπτικές, αντί να αντιδρά απλώς στα ερεθίσματα και να περιορίζεται στα συνηθισμένα, έχει καταστεί από δεδομένο, απλά επιτακτική ανάγκη. Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Γκίντενς, η πολιτική ζωή χωρίς ιδανικά δεν έχει αξία, αλλά και τα ιδανικά είναι κούφια αν δεν συνδέονται με τις πραγματικές δυνατότητες. Χρειάζονται, επομένως, προσανατολισμοί και στόχοι τόσο για την κοινωνία που θέλουμε να δημιουργήσουμε, όσο και για τους τρόπους και τα μέσα που θα μας οδηγήσουν σ’ αυτήν.
Διακόσια χρόνια μετά από την υιοθέτηση του αντιπροσωπευτικού συστήματος, αυτό το οποίο με βεβαιότητα μπορούμε να πούμε είναι ότι το σύστημα αυτό έχει εκπληρώσει τον ιστορικό του κύκλο. Είναι σήμερα ένα σύστημα το οποίο τελειώνει, ένα σύστημα το οποίο υποχωρεί καθημερινά και δίνει πλέον την θέση του σε ένα νέο πολίτευμα, το οποίο ιστορικά δημιουργείται και θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «δημοκρατία των πολιτών». Μα θα μου πείτε, υπάρχει άλλη δημοκρατία, εκτός από την δημοκρατία των πολιτών; Δεν ταυτίζεται το αντιπροσωπευτικό σύστημα με την Δημοκρατία; Όπως έγραψε ο Αριστοτέλης, Δημοκρατία είναι το πολίτευμα στο οποίο «δήμος εστί ο κρατών», είναι το πολίτευμα στο οποίο ο λαός παίρνει ο ίδιος τις αποφάσεις για τα θέματα που τον αφορούν, μέσα από μια δημοψηφισματική διαδικασία, διότι, όπως είπε, «Ευδιαφθορότεροι γαρ εισίν οι ολίγοι των πολλών», δηλ. τους λίγους μπορείς να τους διαφθείρεις με χάρες, ρουσφέτια και με χρήματα, δεν μπορείς, όμως, να διαφθείρεις τους πολλούς και αυτή ακριβώς είναι και η δύναμη του δημοκρατικού πολιτεύματος. Όταν άλλοι παίρνουν τις αποφάσεις «αντί του λαού», αυτό δεν είναι δημοκρατία, είναι αντιπροσωπευτικό σύστημα. Κατά κυριολεξία, δεν υπάρχει δημοκρατία αντιπροσώπων, υπάρχει μόνο δημοκρατία των πολιτών.
Σήμερα που ο λαός μας έχει ένα άλλο, πολύ ανώτερο βιοτικό και διανοητικό – παρόλες τις προσπάθειες για τον υποβιβασμό του- επίπεδο, δεν μπορούμε να μιλάμε πλέον για αντιπροσώπους ποιότητας, όπως στο παρελθόν, αλλά για λαό ποιότητας, ο οποίος θα διεκδικεί συμμετοχή στην άσκηση της εξουσίας. Ιδιαίτερα σοβαρά ζητήματα δεν μπορούν σήμερα να διευθετηθούν με αποτελεσματικότητα και προοπτική να αντέξουν στο χρόνο, αν δεν αποφασιστούν με τη συμμετοχή του ίδιου του Λαού. Η συγκατάθεση, η συναίνεση του λαϊκού παράγοντα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την λήψη, αλλά και για τη διατήρηση και ευόδωση των θεμελιωδών τουλάχιστον αποφάσεων, όπως απαραίτητη είναι ασφαλώς η ουσιαστική και διαρκής ενημέρωση του ελληνικού λαού, ώστε να αποφασίσει υπεύθυνα ασκώντας το κυριαρχικό του δικαίωμα.
Η απάντηση σε όλα αυτά είναι η ισχυροποίηση της Κοινωνικής Δημοκρατίας, το θεμέλιο της οποίας είναι η ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Μια έννοια, οι ρίζες της οποίας βρίσκονται στην άμεση δημοκρατία της Αρχαίας Αθήνας. Συμμετοχική Δημοκρατία σημαίνει ενίσχυση του ρόλου της διαβούλευσης σε όλα τα επίπεδα, έτσι ώστε να ξαναδημιουργηθεί ένας ευνοϊκός συσχετισμός δυνάμεων υπέρ του κόσμου της εργασίας, με το κράτος ρυθμιστή και όχι θεατή της αγοράς και εγγυητή της κοινωνικής πολιτικής. Σημαίνει συμμετοχή στα κέντρα λήψης αποφάσεων μέσα από την αναβάθμιση της πληροφόρησης, με δικαιοδοσίες και εξουσίες στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας, είτε σε επίπεδο κόμματος, είτε σε επίπεδο κράτους με σημείο αναφοράς την περιφέρεια. Η συμμετοχική δημοκρατία είναι εκ των προτέρων μια προοδευτική δημοκρατία, γιατί θέτει ως προτεραιότητα στο επίκεντρο της πολιτικής τον Πολίτη και προϋποθέτει τη ριζική αποκέντρωση, την προοδευτική και συμμετοχική διακυβέρνηση.
Οι θεσμοί της συμμετοχικής δημοκρατίας είναι τρεις: το δημοψήφισμα, η ανάκληση και η νομοθετική πρωτοβουλία πολιτών, δηλαδή η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία. Οι θεσμοί αυτοί και κυρίως το δημοψήφισμα – ένας κατεξοχήν θεμελιώδης, δημοκρατικός, ελληνικός θεσμός - αποτελούν την μόνη απάντηση στην γενικότερη κρίση που μας περιβάλλει, η οποία είναι μεταξύ άλλων κρίση πολιτική, είναι κρίση θεσμών, κρίση αξιών. Και το παράδοξο είναι ότι όσο αυτή η κρίση του αντιπροσωπευτικού συστήματος μεγαλώνει τόσο, όσο πιο κοντά είναι η δημοκρατία των πολιτών. Ένα από τα πλέον γνωστά ιστορικά παραδείγματα επιβεβαιώνει αυτή την διαπίστωση.
Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στη Καλιφόρνια, όπου πλέον η διαφθορά είχε φθάσει στο αποκορύφωμά της, μια ομάδα πολιτών κατόρθωσε να τοποθετήσει στην διαδικασία αναθεώρησης του συντάγματος μία διάταξη για το δημοψήφισμα με πρωτοβουλία πολιτών, δηλαδή το δημοψήφισμα στη διεξαγωγή του οποίου είναι υποχρεωμένη να προχωρήσει η κρατική εξουσία, εφόσον συγκεντρωθεί ένας αριθμός υπογραφών. Από τότε η Καλιφόρνια των ΗΠΑ αποτελεί λαμπρό παράδειγμα εφαρμογής θεσμών άμεσης δημοκρατίας παγκοσμίως. Και αν αναλογιστεί κανείς ότι η Καλιφόρνια είναι πέντε φορές μεγαλύτερη από την Ελβετία σε πληθυσμό και πολύ περισσότερη σε έκταση αντιλαμβάνεστε την μεγάλη σημασία αυτής της εξέλιξης.
Η συμμετοχική δημοκρατία είναι αυτή που μπορεί να ξανακάνει τη δημοκρατία μας ενεργητική, είναι η απάντηση της σύγχρονης αριστεράς στον νεοδεξιό λαϊκισμό, είναι ο ριζοσπαστισμός που απαιτείται για να στρέψουν το βλέμμα οι πολίτες και πάλι στην πολιτική με πίστη και αισιοδοξία. Είναι το μεγάλο στοίχημα για τις προοδευτικές δυνάμεις στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα και ταυτόχρονα ένας δρόμος δύσκολος, προκλητικός αλλά και όμορφος. Αν δεν αναληφθεί άμεσα δράση, αύριο ο πολίτης θα γίνει περισσότερο κυνικός. Την επόμενη ημέρα θα είναι θυμωμένος και την μεθεπόμενη θα χάσει κάθε ελπίδα ή θα βρει ελπίδα στον εξτρεμισμό, τον φονταμενταλισμό και τη βία…

Δευτέρα 16 Ιουλίου 2007

Η Ελλάδα σε ελεύθερη πτώση…

Όταν ήμουν παιδί, μου είχαν πει ότι οποιοσδήποτε μπορεί να γίνει πρόεδρος. [Βλέποντας ποιον έχουμε πρόεδρο] αρχίζω να το πιστεύω” (Clarence Darrow)

Δεν ξέρω τι συμβαίνει σε σας, αλλά πραγματικά είναι φορές που μόνο υπερήφανος ως Έλληνας δεν μπορώ να αισθάνομαι με όλα αυτά που συμβαίνουν στη χώρα μου. Θα μου πείτε πως υπήρχαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι και άλλα συναφή, μόνο που την καραμέλα αυτή δεν μπορεί να την μασάμε συνεχώς σε όλη μας τη ζωή. Άλλωστε δεν με πληγώνει η αρχαία, αλλά η νέα Ελλάδα.
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου μπορεί ο Έλληνας να περίμενε την περίοδο των εκπτώσεων για να κάνει μαζικές αγορές, πλην, όμως, βίωνε και βιώνει μια διαρκή περίοδο εκπτώσεων σε όλα τα άλλα επίπεδα, από την οποία δεν φαίνεται ότι θα εξέλθουμε σύντομα, αφού προηγουμένως δεν συνειδητοποιήσουμε την αναγκαιότητα αυτή. Άλλωστε, μια μελέτη της επικαιρότητας επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.
Η Ελλάδα έχει χάσει, χάνει και θα χάνει πολλές ευκαιρίες και χρόνο για να αναπτυχθεί. Η μεγαλύτερη, ίσως, χαμένη ευκαιρία είναι οι χρηματοδοτήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία 26 χρόνια που σκοπό είχαν να βοηθήσουν τη χώρα να δημιουργήσει ουσιαστικές παραγωγικές δομές, στις οποίες εν συνεχεία θα στηριζόταν για να επιτύχει την σταδιακή ανάπτυξή της με τις δικές της δυνάμεις.
Το πώς χρησιμοποιήθηκαν και το τι αποτέλεσμα είχαν αυτές οι γενναίες εισροές χρημάτων είναι σε γενικές γραμμές γνωστό: καταναλωτικά αγαθά (σπίτια, αυτοκίνητα, κ.ά.- βλ.περίπτωση Παντείου Πανεπιστημίου), μεγάλα τεχνικά έργα, σεμινάρια επιμόρφωσης, και άλλα παρόμοια. Είκοσι έξι χρόνια μετά η ύπαιθρος συχνά θυμίζει παλιότερες εποχές, με τη μόνη διαφορά ότι την έχουμε ρυπάνει σε απίστευτο βαθμό περιβαλλοντικά και αισθητικά, οι μειονεκτικές περιοχές παραμένουν μειονεκτικές ή χειροτερεύουν, οι παράκτιες τουριστικές περιοχές στενάζουν αλλοιωμένες και εξαθλιωμένες, η ποιότητα ζωής σε πόλεις κάθε μεγέθους είναι σε ελεύθερη πτώση, ο αναλφαβητισμός έχει αυξηθεί κατά τόπους, οι περιβαλλοντικές ασθένειες γιγαντώνονται, ο φυσικός πλούτος καταστρέφεται, ο πολιτιστικός παραμένει θαμμένος, η διαχείριση της δημόσιας περιουσίας νοσεί, για την εξυγίανση της οποίας, αντί άλλων, ανακαλύψαμε την σταδιακή εκποίησή της.
Όσο για την εγχώρια επιχειρηματικότητα; Ζητείται ορισμός της επιχειρηματικότητας, που περιλαμβάνει εκτός από τη δημιουργική-καινοτομική δραστηριότητα και την μεταπρατική, την μεταπώληση ιδεών, προϊόντων, και όχι μόνο ....
Μερικές δεκαετίες πιο πίσω, η μεταπολεμική Ελλάδα προσκάλεσε πάλι επενδύσεις. Έγινε κάποιος απολογισμός να μάθουμε τι παραγωγικό κεφάλαιο και ποιότητα ζωής απέμειναν; Μα κι εκεί που έγινε απολογισμός δεν φαίνεται να ωφέλησε. Για τις κρατικές ενισχύσεις που δόθηκαν μετά το ’60 και δίνονται ακόμα με τους αναπτυξιακούς νόμους για τουριστική ανάπτυξη, τα θετικά αποτελέσματα είναι πενιχρά, σε σχέση με τα κονδύλια που διατέθηκαν. Διαρροές τουριστικών εισπράξεων στο εξωτερικό, ισοζύγιο του κλάδου αρνητικό (περισσότερες εισαγωγές από εξαγωγές), προσφορά και ζήτηση διεθνώς ελεγχόμενη και εξαρτημένη, περιβαλλοντική και κοινωνική επιβάρυνση σοβαρότατη (υπερκατανάλωση νερού, υπερπαραγωγή απορριμμάτων, καταστροφή δασών, υδροβιοτόπων, ακτών, αισθητική και πολιτιστική αλλοίωση, πτώση μορφωτικού επιπέδου), υπερπροσφορά κλινών.
Και σήμερα η χώρα βρίσκεται σε αναπτυξιακή τροχιά που καταστρέφει το εγχώριο παραγωγικό κεφάλαιο και μαζί του τις ευκαιρίες εγχώριας διαρκούς ανάπτυξης, που μόνο αυτό μπορεί να υποστηρίξει.
Η εξήγηση όλων τούτων είναι γνωστή και χιλιοειπωμένη. Χάσαμε, χάνουμε και θα χάνουμε ευκαιρίες γιατί στη μεταπολεμική Ελλάδα η ανάπτυξη αφέθηκε και παραμένει χωρίς καθοδήγηση από όραμα και δημόσιο σχεδιασμό για να υλοποιήσει αυτό το όραμα. Αλλά ο δημόσιος σχεδιασμός, με γνώμονα το κοινό καλό, αυτό το ταλαίπωρο «δημόσιο συμφέρον», θέλει πρωτίστως συνετούς άρχοντες και αρχόμενους. Είναι κοινή διαπίστωση ότι επικρατεί ένας ανελέητος ατομικισμός, γέννημα και γενεσιουργός αιτία της έλλειψης δημόσιου σχεδιασμού. Έτσι, σπάνια οι πόροι χρησιμοποιούνται σωστά και όταν συμβεί αυτό μάλλον κατά (καλή) τύχη συμβαίνει. Και οι πακτωλοί των χρημάτων που εισέρευσαν και εισρέουν (από τα ΚΠΣ) χάθηκαν και χάνονται για ενίσχυση μικρών και μεγάλων ιδιωτών, αντί να χρηματοδοτήσουν το δημόσιο σχεδιασμό.
Η διαφθορά, η κακοδιαχείριση και η κακοδιοίκηση είναι η ντροπή της σύγχρονης κοινωνίας. Υποσκάπτει τα θεμέλια της, εισάγοντας μεθόδους υποκόσμου στην καθημερινή ζωή. Καλλιεργεί κλίμα παρακμής, ανηθικότητας, σήψης, διάλυσης, παράλυσης και υπονομεύει κάθε έννοια αξιοκρατίας, υγιούς προσπάθειας, αξιοσύνης, και ηθικής. Δικαιώνει τον ανήθικο, τον καιροσκόπο, τον ανεπρόκοπο, τον φανφαρόνο και τιμωρεί τον άξιο, τον ευθύ, τον εργατικό, τον παραγωγικό και τίμιο άνθρωπο. Έχει μέγιστες αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνική ηθική, στον πολιτισμό, στην κουλτούρα της χώρας, τελματώνει την υγιή δημιουργία και επιβάλει την ηγεμονία των μετρίων και των αθλίων. Για την οικονομία, είναι κατ’εξοχήν αντιπαραγωγική, αποτρέπει τις επενδύσεις, μειώνει κατακόρυφα την ανταγωνιστικότητα με οδυνηρές συνέπειες στο μέτωπο της ανεργίας. Για όλα τα παραπάνω, δεν πρέπει να αρκεστούμε πλέον στον εξορκισμό της. Χρειάζεται επειγόντως η κατάλληλη στρατηγική και πολιτική βούληση για την αντιμετώπισή της με την προώθηση των αναγκαίων θεσμών διαφάνειας και ελέγχων. Η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση, οι διάφοροι αντιπροσωπευτικοί φορείς της κοινωνίας, η ΓΣΕΕ, ο ΣΕΒ, τα ΜΜΕ, οφείλουν να κινητοποιηθούν και να δημιουργήσουν το κατάλληλο κλίμα. Για το ίδιο θέμα, θα πρέπει να συσταθεί διακομματική επιτροπή της Βουλής που θα μελετήσει το όλο πρόβλημα και θα καταλήξει σε συγκεκριμένες προτάσεις. Το νομοθετικό πλαίσιο ελέγχων και κυρώσεων πρέπει να ισχυροποιηθεί και να γίνει πιο αποτελεσματικό στην πράξη. Ακόμη, προτείνεται η αναβάθμιση, ενίσχυση και ισχυροποίηση του Σώματος Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης που θα αναφέρονται στο Συνήγορο του Πολίτη και θα στελεχώνονται από εναλλασσόμενους ανά τριετία ανώτερους δημόσιους λειτουργούς ή κατ’ ανάθεση εναλλασσόμενα στελέχη που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα, δικηγόροι, φοροτεχνικοί, μηχανικοί, χημικοί, περιβαλλοντολόγοι, κλπ..
Η εναλλαγή των διευθυντικών στελεχών σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες και φορείς ανά τριετία, αποτελεί ένα απόλυτα αναγκαίο διοικητικό μέτρο ενάντια στην κακοδιαχείριση και κακοδιοίκηση. Τέλος, το «πόθεν έσχες» όλων των δημόσιων υπαλλήλων, δικαστικών, στρατιωτικών, αστυνομικών, πανεπιστημιακών, είναι αυτονόητο πως πρέπει να αποτελεί κοινή πρακτική. Γιατί η συντριπτική πλειοψηφία των υγιών δημόσιων υπαλλήλων και λειτουργών δεν μπορεί να είναι υπόλογοι για τους ελάχιστους επίορκους, οι οποίοι όμως δανείζουν το γκρίζο χρώμα τους στη δημόσια διοίκηση της χώρας, που όλοι θέλουμε και αναμένουμε να είναι αλλιώτικη απ’ αυτή που είναι. Γιατί η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι Μπανανία.
Πάνω στα προβλήματα αυτά η κυβέρνηση της Ν.Δ. ευαγγελίστηκε ότι θα επιφέρει σημαντικές αλλαγές, δίνοντας απλόχερα υποσχέσεις προς όλους. Δυστυχώς, όμως, τρία χρόνια μετά ο απολογισμός είναι θλιβερός. Πλήρης ανεπάρκεια διαχείρισης και επίλυσης των προβλημάτων, αντιμετώπιση της χώρας ως λάφυρο, όπου γίνονται έργα βιτρίνας και όχι ουσίας. Άλλα τρία χρόνια χαμένα…
Εν κατακλείδι, αν και η πολιτική χαρακτηρίστηκε ως η τέχνη του εφικτού (Otto Von Bismarck), δυστυχώς τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας μετεξελίχθηκε ως η επιλογή ανάμεσα στο δυσάρεστο και το καταστροφικό (J.K.Galbraith), για να διατηρηθεί ή να κατακτήσει ένα κόμμα την εξουσία. “Είναι γηρασμένη, αποτυχημένη και χωρίς έμπνευση”, όπως είχε πει και ένας έφηβος στην Βουλή... Η νέα γενιά έχει νου και γνώση, εμείς;

Παρασκευή 6 Ιουλίου 2007

Οι ήρωες του καναπέ…

Eάν επιχειρήσεις να ελέγξεις ένα παιδί για την ζημιά που έκανε, εννιά στις δέκα περιπτώσεις θα αρνηθεί ότι το έκανε το ίδιο και θα επιρρίψει, χωρίς δεύτερη σκέψη, την ευθύνη σε άλλον, άσχετα αν πρόκειται ακόμη και για το μοναδικό παιδί στο σπίτι. Εάν, από την άλλη, ρωτήσεις το “παιδοβούβαλο” της γειτονιάς, που πουλάει αγριάδα στα άλλα παιδάκια, πώς είναι δυνατόν να τον έχει “ξυλοφορτώσει” κάποιο άλλο παιδί, ποτέ δεν θα παραδεχθεί ότι “τις έφαγε” από ένα μικροκαμωμένο, αλλά ευέλικτο νιάνιαρο, αλλ’ απεναντίας θα σου πει ότι ο αντίπαλός του ήταν πιο μεγαλόσωμος απ’ αυτόν και πολύ πιο γυμνασμένος.
Η απόσειση των ευθυνών από πάνω μας και η μεταφορά τους σε κάποιον τρίτον ή το καμουφλάρισμα της αδυναμίας μας, μέσω της πρόσδωσης μυθολογικών χαρακτηριστικών στον αντίπαλο, είναι η φυσική άμυνα που προβάλλουμε από τα παιδικά μας ακόμη χρόνια, αναπαράγοντας ακούσια το μοντέλο συμπεριφοράς των πρωτοπλάστων.
Θέλει γενναιότητα ψυχής, αλλά και καλλιέργεια του πνεύματος έτσι ώστε να μπορέσει κάποιος να ξεπεράσει αυτά τα πρωτόγονα αντανακλαστικά του, αναλαμβάνοντας όχι μόνον τις ευθύνες του για τα σφάλματα και τις παραλείψεις του, αλλά και να μη διστάσει να ζητήσει ταπεινά συγνώμη από εκείνον ή εκείνους που ζημίωσε ηθελημένα ή άθελά του.
Εν προκειμένω, πάνε τρία χρόνια και μισό από τις τελευταίες εθνικές εκλογές. Πριν και μετά από αυτές, η Δεξιά είχε δώσει τρεις και μισή μεγάλες υποσχέσεις. Η πρώτη να επανιδρύσει το κράτος· Ο απολογισμός της μέχρι σήμερα περιέχει ανακρίσεις Πακιστανών προσφύγων από ξένους πράκτορες σε ελληνικό έδαφος, τηλεφωνικές υποκλοπές εις βάρος πολιτών και πολιτικών από ξένα κέντρα, ξυλοδαρμούς πολιτών σε αστυνομικά τμήματα και στους δρόμους, κατάλυση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και, τέλος, την αδυναμία προστασίας του τελευταίου δάσους της Αττικής. Του δάσους της Πάρνηθας.
Η δεύτερη υπόσχεση ήταν να κυβερνήσει σεμνά και ταπεινά· Απολογισμός της μέχρι σήμερα η εξαπάτηση των συμβασιούχων, η στελέχωση του δημόσιου χώρου με, ήδη υπόδικους, ημετέρους, ο ανεξήγητος πλουτισμός «δικών της παιδιών» και η προκλητική συμπεριφορά τους.
Η τρίτη υπόσχεση της ήταν να εξυγιάνει την οικονομία· Ο απολογισμός μέχρι σήμερα περιέχει αύξηση της έμμεσης φορολογίας (19% ο Φ.Π.Α., απλησίαστα τα καύσιμα), αύξηση της ακρίβειας, η οποία εξανέμισε εισοδήματα, αύξηση της ανεργίας στο πρώτο τρίμηνο του 2007, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδος (ΕΣΥΕ), ατράνταχτη απόδειξη για την απραξία της Κυβέρνησης στο μείζον κοινωνικό πρόβλημα που αφορά όχι μόνο τους νέους αλλά και ευρύτερες κοινωνικές ομάδες, όπως τις γυναίκες. Συγκεκριμένα, διαμορφώθηκε στο 9,1% στο πρώτο τρίμηνο του 2007, έναντι 8,8% στο τέταρτο τρίμηνο του 2006, με τους μακροχρόνια ανέργους (πάνω από ένα χρόνο χωρίς δουλειά) να αποτελούν το 49% του συνόλου. Το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (13,9%) εξακολουθεί να είναι υπερδιπλάσιο από εκείνο των ανδρών (5,7%), ενώ το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας (18,2%) παρατηρείται στους νέους, ηλικίας 15-29 ετών, με το αντίστοιχο ποσοστό των νέων γυναικών να φθάνει στο 24,8% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού τους.
Και σαν να μην έφταναν αυτά, σε μια στιγμή που η χώρα βιώνει ήδη τα αποτελέσματα μιας οικολογικής καταστροφής, την ώρα που η Πάρνηθα, ο τελευταίος πνεύμονας πρασίνου της Αττικής, καταστράφηκε, την ώρα που έχει γίνει στάχτη η μισή Ελλάδα (συμπεριλαμβανομένου και του νοτίου Πηλίου, για να μην ξεχνιόμαστε), ο κ.Καραμανλής μιλώντας στο προσυνέδριο του κόμματός του στα Γιάννενα για το περιβάλλον και την αειφόρο ανάπτυξη:
• Δεν βρήκε μια λέξη να πει, που να αφορά τις ευθύνες του ιδίου και της κυβέρνησης του και βεβαίως την ανάληψη τους.
• Δεν εξήγησε, γιατί έχει αφήσει την Πυροσβεστική Υπηρεσία χωρίς στελέχη και τον τεχνικό εξοπλισμό και τα οχήματα του Σώματος χωρίς κάλυψη, αφού δεν προσέλαβε επί τρεισήμισι έτη, τους 4.000 πυροσβέστες που είναι αναγκαίοι, “ξεχνώντας” τη δική του δέσμευση, το 2004, για άμεση πρόσληψη 3.000 πυροσβεστών.
• Δεν εξήγησε, πως η κυβέρνηση του ιεραρχεί τις προτεραιότητες. Γιατί προσλαμβάνει αγροφύλακες και όχι πυροσβέστες.
• Δεν είπε μια λέξη για το μηδενισμό των επενδύσεων στη ΔΕΗ και το επί 4 χρόνια ασυντήρητο δίκτυό της.
Εν τέλει, με εξαίρεση τοπικό βουλευτή του κυβερνώντος κόμματος, που αισθάνθηκε την ανάγκη να ζητήσει ανοικτά συγνώμη, ουδείς έτερος αισθάνθηκε την ανάγκη να ζητήσει συγνώμη και να αναλάβει απερίφραστα τις ευθύνες του, έστω για τα αποκαΐδια της εμφανούς απραξίας τους, απεναντίας, προκειμένου να καμουφλάρουν τις ευθύνες τους, επιχείρησαν να εμφανίσουν τους εαυτούς τους οι μεν υπουργοί εν είδει ηρώων του καναπέ, ο δε πρωθυπουργός ως στρατηλάτη του γραφείου, οι οποίοι έδωσαν τάχα μια άνιση μάχη εναντίον των καιρικών φαινομένων, στα οποία προσέδωσαν προηγουμένως μυθολογικές διαστάσεις, άσχετα εάν γνωρίζαμε οι πάντες από μήνες πριν για το θερμό καλοκαίρι που θα ερχόταν, φροντίζοντας ήδη από τότε να μας καθησυχάζουν για την δήθεν πλήρη ετοιμότητα του κρατικού μηχανισμού.
Το χειρότερο, όμως, είναι ότι αυτές τις δικαιολογίες δεν τις ακούμε πλέον από παιδάκια, αλλά από μια κυβέρνηση που θέλει να λέγεται υπεύθυνη…