“Όταν ήμουν παιδί, μου είχαν πει ότι οποιοσδήποτε μπορεί να γίνει πρόεδρος. [Βλέποντας ποιον έχουμε πρόεδρο] αρχίζω να το πιστεύω” (Clarence Darrow)
Δεν ξέρω τι συμβαίνει σε σας, αλλά πραγματικά είναι φορές που μόνο υπερήφανος ως Έλληνας δεν μπορώ να αισθάνομαι με όλα αυτά που συμβαίνουν στη χώρα μου. Θα μου πείτε πως υπήρχαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι και άλλα συναφή, μόνο που την καραμέλα αυτή δεν μπορεί να την μασάμε συνεχώς σε όλη μας τη ζωή. Άλλωστε δεν με πληγώνει η αρχαία, αλλά η νέα Ελλάδα.
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου μπορεί ο Έλληνας να περίμενε την περίοδο των εκπτώσεων για να κάνει μαζικές αγορές, πλην, όμως, βίωνε και βιώνει μια διαρκή περίοδο εκπτώσεων σε όλα τα άλλα επίπεδα, από την οποία δεν φαίνεται ότι θα εξέλθουμε σύντομα, αφού προηγουμένως δεν συνειδητοποιήσουμε την αναγκαιότητα αυτή. Άλλωστε, μια μελέτη της επικαιρότητας επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.
Η Ελλάδα έχει χάσει, χάνει και θα χάνει πολλές ευκαιρίες και χρόνο για να αναπτυχθεί. Η μεγαλύτερη, ίσως, χαμένη ευκαιρία είναι οι χρηματοδοτήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία 26 χρόνια που σκοπό είχαν να βοηθήσουν τη χώρα να δημιουργήσει ουσιαστικές παραγωγικές δομές, στις οποίες εν συνεχεία θα στηριζόταν για να επιτύχει την σταδιακή ανάπτυξή της με τις δικές της δυνάμεις.
Το πώς χρησιμοποιήθηκαν και το τι αποτέλεσμα είχαν αυτές οι γενναίες εισροές χρημάτων είναι σε γενικές γραμμές γνωστό: καταναλωτικά αγαθά (σπίτια, αυτοκίνητα, κ.ά.- βλ.περίπτωση Παντείου Πανεπιστημίου), μεγάλα τεχνικά έργα, σεμινάρια επιμόρφωσης, και άλλα παρόμοια. Είκοσι έξι χρόνια μετά η ύπαιθρος συχνά θυμίζει παλιότερες εποχές, με τη μόνη διαφορά ότι την έχουμε ρυπάνει σε απίστευτο βαθμό περιβαλλοντικά και αισθητικά, οι μειονεκτικές περιοχές παραμένουν μειονεκτικές ή χειροτερεύουν, οι παράκτιες τουριστικές περιοχές στενάζουν αλλοιωμένες και εξαθλιωμένες, η ποιότητα ζωής σε πόλεις κάθε μεγέθους είναι σε ελεύθερη πτώση, ο αναλφαβητισμός έχει αυξηθεί κατά τόπους, οι περιβαλλοντικές ασθένειες γιγαντώνονται, ο φυσικός πλούτος καταστρέφεται, ο πολιτιστικός παραμένει θαμμένος, η διαχείριση της δημόσιας περιουσίας νοσεί, για την εξυγίανση της οποίας, αντί άλλων, ανακαλύψαμε την σταδιακή εκποίησή της.
Όσο για την εγχώρια επιχειρηματικότητα; Ζητείται ορισμός της επιχειρηματικότητας, που περιλαμβάνει εκτός από τη δημιουργική-καινοτομική δραστηριότητα και την μεταπρατική, την μεταπώληση ιδεών, προϊόντων, και όχι μόνο ....
Μερικές δεκαετίες πιο πίσω, η μεταπολεμική Ελλάδα προσκάλεσε πάλι επενδύσεις. Έγινε κάποιος απολογισμός να μάθουμε τι παραγωγικό κεφάλαιο και ποιότητα ζωής απέμειναν; Μα κι εκεί που έγινε απολογισμός δεν φαίνεται να ωφέλησε. Για τις κρατικές ενισχύσεις που δόθηκαν μετά το ’60 και δίνονται ακόμα με τους αναπτυξιακούς νόμους για τουριστική ανάπτυξη, τα θετικά αποτελέσματα είναι πενιχρά, σε σχέση με τα κονδύλια που διατέθηκαν. Διαρροές τουριστικών εισπράξεων στο εξωτερικό, ισοζύγιο του κλάδου αρνητικό (περισσότερες εισαγωγές από εξαγωγές), προσφορά και ζήτηση διεθνώς ελεγχόμενη και εξαρτημένη, περιβαλλοντική και κοινωνική επιβάρυνση σοβαρότατη (υπερκατανάλωση νερού, υπερπαραγωγή απορριμμάτων, καταστροφή δασών, υδροβιοτόπων, ακτών, αισθητική και πολιτιστική αλλοίωση, πτώση μορφωτικού επιπέδου), υπερπροσφορά κλινών.
Και σήμερα η χώρα βρίσκεται σε αναπτυξιακή τροχιά που καταστρέφει το εγχώριο παραγωγικό κεφάλαιο και μαζί του τις ευκαιρίες εγχώριας διαρκούς ανάπτυξης, που μόνο αυτό μπορεί να υποστηρίξει.
Η εξήγηση όλων τούτων είναι γνωστή και χιλιοειπωμένη. Χάσαμε, χάνουμε και θα χάνουμε ευκαιρίες γιατί στη μεταπολεμική Ελλάδα η ανάπτυξη αφέθηκε και παραμένει χωρίς καθοδήγηση από όραμα και δημόσιο σχεδιασμό για να υλοποιήσει αυτό το όραμα. Αλλά ο δημόσιος σχεδιασμός, με γνώμονα το κοινό καλό, αυτό το ταλαίπωρο «δημόσιο συμφέρον», θέλει πρωτίστως συνετούς άρχοντες και αρχόμενους. Είναι κοινή διαπίστωση ότι επικρατεί ένας ανελέητος ατομικισμός, γέννημα και γενεσιουργός αιτία της έλλειψης δημόσιου σχεδιασμού. Έτσι, σπάνια οι πόροι χρησιμοποιούνται σωστά και όταν συμβεί αυτό μάλλον κατά (καλή) τύχη συμβαίνει. Και οι πακτωλοί των χρημάτων που εισέρευσαν και εισρέουν (από τα ΚΠΣ) χάθηκαν και χάνονται για ενίσχυση μικρών και μεγάλων ιδιωτών, αντί να χρηματοδοτήσουν το δημόσιο σχεδιασμό.
Η διαφθορά, η κακοδιαχείριση και η κακοδιοίκηση είναι η ντροπή της σύγχρονης κοινωνίας. Υποσκάπτει τα θεμέλια της, εισάγοντας μεθόδους υποκόσμου στην καθημερινή ζωή. Καλλιεργεί κλίμα παρακμής, ανηθικότητας, σήψης, διάλυσης, παράλυσης και υπονομεύει κάθε έννοια αξιοκρατίας, υγιούς προσπάθειας, αξιοσύνης, και ηθικής. Δικαιώνει τον ανήθικο, τον καιροσκόπο, τον ανεπρόκοπο, τον φανφαρόνο και τιμωρεί τον άξιο, τον ευθύ, τον εργατικό, τον παραγωγικό και τίμιο άνθρωπο. Έχει μέγιστες αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνική ηθική, στον πολιτισμό, στην κουλτούρα της χώρας, τελματώνει την υγιή δημιουργία και επιβάλει την ηγεμονία των μετρίων και των αθλίων. Για την οικονομία, είναι κατ’εξοχήν αντιπαραγωγική, αποτρέπει τις επενδύσεις, μειώνει κατακόρυφα την ανταγωνιστικότητα με οδυνηρές συνέπειες στο μέτωπο της ανεργίας. Για όλα τα παραπάνω, δεν πρέπει να αρκεστούμε πλέον στον εξορκισμό της. Χρειάζεται επειγόντως η κατάλληλη στρατηγική και πολιτική βούληση για την αντιμετώπισή της με την προώθηση των αναγκαίων θεσμών διαφάνειας και ελέγχων. Η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση, οι διάφοροι αντιπροσωπευτικοί φορείς της κοινωνίας, η ΓΣΕΕ, ο ΣΕΒ, τα ΜΜΕ, οφείλουν να κινητοποιηθούν και να δημιουργήσουν το κατάλληλο κλίμα. Για το ίδιο θέμα, θα πρέπει να συσταθεί διακομματική επιτροπή της Βουλής που θα μελετήσει το όλο πρόβλημα και θα καταλήξει σε συγκεκριμένες προτάσεις. Το νομοθετικό πλαίσιο ελέγχων και κυρώσεων πρέπει να ισχυροποιηθεί και να γίνει πιο αποτελεσματικό στην πράξη. Ακόμη, προτείνεται η αναβάθμιση, ενίσχυση και ισχυροποίηση του Σώματος Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης που θα αναφέρονται στο Συνήγορο του Πολίτη και θα στελεχώνονται από εναλλασσόμενους ανά τριετία ανώτερους δημόσιους λειτουργούς ή κατ’ ανάθεση εναλλασσόμενα στελέχη που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα, δικηγόροι, φοροτεχνικοί, μηχανικοί, χημικοί, περιβαλλοντολόγοι, κλπ..
Η εναλλαγή των διευθυντικών στελεχών σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες και φορείς ανά τριετία, αποτελεί ένα απόλυτα αναγκαίο διοικητικό μέτρο ενάντια στην κακοδιαχείριση και κακοδιοίκηση. Τέλος, το «πόθεν έσχες» όλων των δημόσιων υπαλλήλων, δικαστικών, στρατιωτικών, αστυνομικών, πανεπιστημιακών, είναι αυτονόητο πως πρέπει να αποτελεί κοινή πρακτική. Γιατί η συντριπτική πλειοψηφία των υγιών δημόσιων υπαλλήλων και λειτουργών δεν μπορεί να είναι υπόλογοι για τους ελάχιστους επίορκους, οι οποίοι όμως δανείζουν το γκρίζο χρώμα τους στη δημόσια διοίκηση της χώρας, που όλοι θέλουμε και αναμένουμε να είναι αλλιώτικη απ’ αυτή που είναι. Γιατί η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι Μπανανία.
Πάνω στα προβλήματα αυτά η κυβέρνηση της Ν.Δ. ευαγγελίστηκε ότι θα επιφέρει σημαντικές αλλαγές, δίνοντας απλόχερα υποσχέσεις προς όλους. Δυστυχώς, όμως, τρία χρόνια μετά ο απολογισμός είναι θλιβερός. Πλήρης ανεπάρκεια διαχείρισης και επίλυσης των προβλημάτων, αντιμετώπιση της χώρας ως λάφυρο, όπου γίνονται έργα βιτρίνας και όχι ουσίας. Άλλα τρία χρόνια χαμένα…
Εν κατακλείδι, αν και η πολιτική χαρακτηρίστηκε ως η τέχνη του εφικτού (Otto Von Bismarck), δυστυχώς τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας μετεξελίχθηκε ως η επιλογή ανάμεσα στο δυσάρεστο και το καταστροφικό (J.K.Galbraith), για να διατηρηθεί ή να κατακτήσει ένα κόμμα την εξουσία. “Είναι γηρασμένη, αποτυχημένη και χωρίς έμπνευση”, όπως είχε πει και ένας έφηβος στην Βουλή... Η νέα γενιά έχει νου και γνώση, εμείς;
Δεν ξέρω τι συμβαίνει σε σας, αλλά πραγματικά είναι φορές που μόνο υπερήφανος ως Έλληνας δεν μπορώ να αισθάνομαι με όλα αυτά που συμβαίνουν στη χώρα μου. Θα μου πείτε πως υπήρχαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι και άλλα συναφή, μόνο που την καραμέλα αυτή δεν μπορεί να την μασάμε συνεχώς σε όλη μας τη ζωή. Άλλωστε δεν με πληγώνει η αρχαία, αλλά η νέα Ελλάδα.
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου μπορεί ο Έλληνας να περίμενε την περίοδο των εκπτώσεων για να κάνει μαζικές αγορές, πλην, όμως, βίωνε και βιώνει μια διαρκή περίοδο εκπτώσεων σε όλα τα άλλα επίπεδα, από την οποία δεν φαίνεται ότι θα εξέλθουμε σύντομα, αφού προηγουμένως δεν συνειδητοποιήσουμε την αναγκαιότητα αυτή. Άλλωστε, μια μελέτη της επικαιρότητας επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.
Η Ελλάδα έχει χάσει, χάνει και θα χάνει πολλές ευκαιρίες και χρόνο για να αναπτυχθεί. Η μεγαλύτερη, ίσως, χαμένη ευκαιρία είναι οι χρηματοδοτήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία 26 χρόνια που σκοπό είχαν να βοηθήσουν τη χώρα να δημιουργήσει ουσιαστικές παραγωγικές δομές, στις οποίες εν συνεχεία θα στηριζόταν για να επιτύχει την σταδιακή ανάπτυξή της με τις δικές της δυνάμεις.
Το πώς χρησιμοποιήθηκαν και το τι αποτέλεσμα είχαν αυτές οι γενναίες εισροές χρημάτων είναι σε γενικές γραμμές γνωστό: καταναλωτικά αγαθά (σπίτια, αυτοκίνητα, κ.ά.- βλ.περίπτωση Παντείου Πανεπιστημίου), μεγάλα τεχνικά έργα, σεμινάρια επιμόρφωσης, και άλλα παρόμοια. Είκοσι έξι χρόνια μετά η ύπαιθρος συχνά θυμίζει παλιότερες εποχές, με τη μόνη διαφορά ότι την έχουμε ρυπάνει σε απίστευτο βαθμό περιβαλλοντικά και αισθητικά, οι μειονεκτικές περιοχές παραμένουν μειονεκτικές ή χειροτερεύουν, οι παράκτιες τουριστικές περιοχές στενάζουν αλλοιωμένες και εξαθλιωμένες, η ποιότητα ζωής σε πόλεις κάθε μεγέθους είναι σε ελεύθερη πτώση, ο αναλφαβητισμός έχει αυξηθεί κατά τόπους, οι περιβαλλοντικές ασθένειες γιγαντώνονται, ο φυσικός πλούτος καταστρέφεται, ο πολιτιστικός παραμένει θαμμένος, η διαχείριση της δημόσιας περιουσίας νοσεί, για την εξυγίανση της οποίας, αντί άλλων, ανακαλύψαμε την σταδιακή εκποίησή της.
Όσο για την εγχώρια επιχειρηματικότητα; Ζητείται ορισμός της επιχειρηματικότητας, που περιλαμβάνει εκτός από τη δημιουργική-καινοτομική δραστηριότητα και την μεταπρατική, την μεταπώληση ιδεών, προϊόντων, και όχι μόνο ....
Μερικές δεκαετίες πιο πίσω, η μεταπολεμική Ελλάδα προσκάλεσε πάλι επενδύσεις. Έγινε κάποιος απολογισμός να μάθουμε τι παραγωγικό κεφάλαιο και ποιότητα ζωής απέμειναν; Μα κι εκεί που έγινε απολογισμός δεν φαίνεται να ωφέλησε. Για τις κρατικές ενισχύσεις που δόθηκαν μετά το ’60 και δίνονται ακόμα με τους αναπτυξιακούς νόμους για τουριστική ανάπτυξη, τα θετικά αποτελέσματα είναι πενιχρά, σε σχέση με τα κονδύλια που διατέθηκαν. Διαρροές τουριστικών εισπράξεων στο εξωτερικό, ισοζύγιο του κλάδου αρνητικό (περισσότερες εισαγωγές από εξαγωγές), προσφορά και ζήτηση διεθνώς ελεγχόμενη και εξαρτημένη, περιβαλλοντική και κοινωνική επιβάρυνση σοβαρότατη (υπερκατανάλωση νερού, υπερπαραγωγή απορριμμάτων, καταστροφή δασών, υδροβιοτόπων, ακτών, αισθητική και πολιτιστική αλλοίωση, πτώση μορφωτικού επιπέδου), υπερπροσφορά κλινών.
Και σήμερα η χώρα βρίσκεται σε αναπτυξιακή τροχιά που καταστρέφει το εγχώριο παραγωγικό κεφάλαιο και μαζί του τις ευκαιρίες εγχώριας διαρκούς ανάπτυξης, που μόνο αυτό μπορεί να υποστηρίξει.
Η εξήγηση όλων τούτων είναι γνωστή και χιλιοειπωμένη. Χάσαμε, χάνουμε και θα χάνουμε ευκαιρίες γιατί στη μεταπολεμική Ελλάδα η ανάπτυξη αφέθηκε και παραμένει χωρίς καθοδήγηση από όραμα και δημόσιο σχεδιασμό για να υλοποιήσει αυτό το όραμα. Αλλά ο δημόσιος σχεδιασμός, με γνώμονα το κοινό καλό, αυτό το ταλαίπωρο «δημόσιο συμφέρον», θέλει πρωτίστως συνετούς άρχοντες και αρχόμενους. Είναι κοινή διαπίστωση ότι επικρατεί ένας ανελέητος ατομικισμός, γέννημα και γενεσιουργός αιτία της έλλειψης δημόσιου σχεδιασμού. Έτσι, σπάνια οι πόροι χρησιμοποιούνται σωστά και όταν συμβεί αυτό μάλλον κατά (καλή) τύχη συμβαίνει. Και οι πακτωλοί των χρημάτων που εισέρευσαν και εισρέουν (από τα ΚΠΣ) χάθηκαν και χάνονται για ενίσχυση μικρών και μεγάλων ιδιωτών, αντί να χρηματοδοτήσουν το δημόσιο σχεδιασμό.
Η διαφθορά, η κακοδιαχείριση και η κακοδιοίκηση είναι η ντροπή της σύγχρονης κοινωνίας. Υποσκάπτει τα θεμέλια της, εισάγοντας μεθόδους υποκόσμου στην καθημερινή ζωή. Καλλιεργεί κλίμα παρακμής, ανηθικότητας, σήψης, διάλυσης, παράλυσης και υπονομεύει κάθε έννοια αξιοκρατίας, υγιούς προσπάθειας, αξιοσύνης, και ηθικής. Δικαιώνει τον ανήθικο, τον καιροσκόπο, τον ανεπρόκοπο, τον φανφαρόνο και τιμωρεί τον άξιο, τον ευθύ, τον εργατικό, τον παραγωγικό και τίμιο άνθρωπο. Έχει μέγιστες αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνική ηθική, στον πολιτισμό, στην κουλτούρα της χώρας, τελματώνει την υγιή δημιουργία και επιβάλει την ηγεμονία των μετρίων και των αθλίων. Για την οικονομία, είναι κατ’εξοχήν αντιπαραγωγική, αποτρέπει τις επενδύσεις, μειώνει κατακόρυφα την ανταγωνιστικότητα με οδυνηρές συνέπειες στο μέτωπο της ανεργίας. Για όλα τα παραπάνω, δεν πρέπει να αρκεστούμε πλέον στον εξορκισμό της. Χρειάζεται επειγόντως η κατάλληλη στρατηγική και πολιτική βούληση για την αντιμετώπισή της με την προώθηση των αναγκαίων θεσμών διαφάνειας και ελέγχων. Η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση, οι διάφοροι αντιπροσωπευτικοί φορείς της κοινωνίας, η ΓΣΕΕ, ο ΣΕΒ, τα ΜΜΕ, οφείλουν να κινητοποιηθούν και να δημιουργήσουν το κατάλληλο κλίμα. Για το ίδιο θέμα, θα πρέπει να συσταθεί διακομματική επιτροπή της Βουλής που θα μελετήσει το όλο πρόβλημα και θα καταλήξει σε συγκεκριμένες προτάσεις. Το νομοθετικό πλαίσιο ελέγχων και κυρώσεων πρέπει να ισχυροποιηθεί και να γίνει πιο αποτελεσματικό στην πράξη. Ακόμη, προτείνεται η αναβάθμιση, ενίσχυση και ισχυροποίηση του Σώματος Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης που θα αναφέρονται στο Συνήγορο του Πολίτη και θα στελεχώνονται από εναλλασσόμενους ανά τριετία ανώτερους δημόσιους λειτουργούς ή κατ’ ανάθεση εναλλασσόμενα στελέχη που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα, δικηγόροι, φοροτεχνικοί, μηχανικοί, χημικοί, περιβαλλοντολόγοι, κλπ..
Η εναλλαγή των διευθυντικών στελεχών σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες και φορείς ανά τριετία, αποτελεί ένα απόλυτα αναγκαίο διοικητικό μέτρο ενάντια στην κακοδιαχείριση και κακοδιοίκηση. Τέλος, το «πόθεν έσχες» όλων των δημόσιων υπαλλήλων, δικαστικών, στρατιωτικών, αστυνομικών, πανεπιστημιακών, είναι αυτονόητο πως πρέπει να αποτελεί κοινή πρακτική. Γιατί η συντριπτική πλειοψηφία των υγιών δημόσιων υπαλλήλων και λειτουργών δεν μπορεί να είναι υπόλογοι για τους ελάχιστους επίορκους, οι οποίοι όμως δανείζουν το γκρίζο χρώμα τους στη δημόσια διοίκηση της χώρας, που όλοι θέλουμε και αναμένουμε να είναι αλλιώτικη απ’ αυτή που είναι. Γιατί η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι Μπανανία.
Πάνω στα προβλήματα αυτά η κυβέρνηση της Ν.Δ. ευαγγελίστηκε ότι θα επιφέρει σημαντικές αλλαγές, δίνοντας απλόχερα υποσχέσεις προς όλους. Δυστυχώς, όμως, τρία χρόνια μετά ο απολογισμός είναι θλιβερός. Πλήρης ανεπάρκεια διαχείρισης και επίλυσης των προβλημάτων, αντιμετώπιση της χώρας ως λάφυρο, όπου γίνονται έργα βιτρίνας και όχι ουσίας. Άλλα τρία χρόνια χαμένα…
Εν κατακλείδι, αν και η πολιτική χαρακτηρίστηκε ως η τέχνη του εφικτού (Otto Von Bismarck), δυστυχώς τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας μετεξελίχθηκε ως η επιλογή ανάμεσα στο δυσάρεστο και το καταστροφικό (J.K.Galbraith), για να διατηρηθεί ή να κατακτήσει ένα κόμμα την εξουσία. “Είναι γηρασμένη, αποτυχημένη και χωρίς έμπνευση”, όπως είχε πει και ένας έφηβος στην Βουλή... Η νέα γενιά έχει νου και γνώση, εμείς;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου