Κυριακή 5 Αυγούστου 2007

H διαχείριση των υδατικών πόρων της Θεσσαλίας στο μικροσκόπιο


Ένα από τα μεγαλύτερα περιβαλλοντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα – και θα αντιμετωπίσει εντονότερα στο μέλλον - η κοινωνία της Θεσσαλίας, είναι το πρόβλημα του νερού και της διαχείρισής του. Μια σειρά από ειδικές συνθήκες που σχετίζονται με το κλίμα, τη γεωμορφολογία και την αγροτική ανάπτυξη, έχουν γίνει η αιτία για σοβαρά και συχνά μη αναστρέψιμα προβλήματα εξάντλησης και υποβάθμισης των επιφανειακών και των υπόγειων υδατικών αποθεμάτων, που θα αγγίξουν τα όρια μεγάλης οικολογικής καταστροφής, ιδιαίτερα εάν δεν ληφθούν όλα εκείνα τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή όσων προβλέπονται στην ευρωπαϊκή Οδηγία για το νερό και αν δεν ολοκληρωθούν σύντομα τα μεγάλα έργα.
Με την ψήφιση της Οδηγίας WFD 2000/60/EC και την ενσωμάτωση της στο εσωτερικό δίκαιο με τον Ν. 3199/2003, δίνεται η ευκαιρία στη χώρα μας να οργανώσει, να εκσυγχρονίσει τα συστήματα διαχείρισης των υδατικών της πόρων και να αποκτήσει υδατική πολιτική, που θα στηρίζεται σε αρχές που έχουν υιοθετηθεί από όλες τις χώρες της Ενωμένης Ευρώπης. Με το νέο νομικό πλαίσιο επιδιώκεται να αντιμετωπισθεί σε μεγάλο βαθμό, η αποσπασματική και ευκαιριακή προσέγγιση των προβλημάτων της διαχείρισης και προστασίας των υδατικών συστημάτων που ίσχυε και να σταματήσει η πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων και πόρων.
Η επίλυση των προβλημάτων που υπάρχουν στην διαχείριση των υδατικών πόρων των 4 νομών της Θεσσαλίας είναι δύσκολη υπόθεση, εξαιτίας και των παρακάτω λόγων:
α) υπάρχουν συγκρουόμενα συμφέροντα ως προς τη χρήση του νερού,
β) παρατηρείται μείωση του υδατικού δυναμικού τα τελευταία 20 χρόνια, λόγω μιας φθίνουσας πορείας των κατακρημνισμάτων αλλά και της αύξησης των κοινωνικοοικονομικών δραστηριοτήτων,
γ) υπάρχει έλλειψη, σε πολλές περιοχές, συγχρόνων συλλογικών αρδευτικών δικτύων και μεγάλη σπατάλη νερού για αρδεύσεις μέσω ιδιωτικών γεωτρήσεων,
δ) επιτείνονται οι δυσμενείς επιπτώσεις για το περιβάλλον λόγω της συνεχούς αύξησης της ρύπανσης των επιφανειακών και υπογείων νερών από τα λύματα των οικισμών και απόβλητα των βιομηχανιών, καθώς και από τη χρήση λιπασμάτων και ζιζανιοκτόνων στην γεωργική παραγωγή,
ε) εμφανίζεται υπερβολική μείωση της παροχής ή περιοδική στείρευση ορισμένων πηγών λόγω των εντατικών αντλήσεων, που συνεπάγονται κίνδυνο για τους βιότοπους της περιοχής και
στ) είναι ορατός ο κίνδυνος τοπικής ή γενικευμένης εξάντλησης των αποθεμάτων υπογείου νερού με ενδεχόμενο την υποβάθμιση της ποιότητα τους (διείσδυση της θάλασσας και υφαλμύρινση), λόγω των εντατικών αντλήσεων από τις γεωτρήσεις, ιδίως σε περιόδους, όπως η τρέχουσα, που επικρατούν συνθήκες παρατεταμένης ανομβρίας.
Οι μελλοντικές ανάγκες της Θεσσαλίας σε νερό για τις διάφορες χρήσεις εκτιμάται ότι δεν θα μειωθούν. Οι αρδεύσεις στην θεσσαλική πεδιάδα θα συνεχισθούν και στο μέλλον, ανεξάρτητα από τις όποιες πολιτικές επιδοτήσεων ή αναδιαρθρώσεων επιβάλλει η Ε.Ε. (με την νέα Κ.Α.Π.). Η πρόβλεψη είναι ότι η καλλιέργεια του βάμβακος παραμένει σαν επικρατέστερη καλλιέργεια στην Θεσσαλία. Αλλά ακόμη και εάν αντικατασταθεί σε ένα βαθμό (είναι πιθανό στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ) με άλλες, όπως τα κτηνοτροφικά φυτά, τα ενεργειακά ή τα κηπευτικά, δεν θα είναι εφικτή η εξοικονόμηση σημαντικής ποσότητας νερού, αφού ορισμένες από τις καλλιέργειες αυτές, είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, υδροβόρες (καλαμπόκι, μηδική, κ.α.).
Ειδικότερα, η Θεσσαλία κάνει χρήση επιφανειακών νερών (που δεν έχουν αξιοποιηθεί επαρκώς) και κυρίως υπόγειων νερών, τα οποία χρειάζονται προστασία από την υπερεκμετάλλευση που γίνεται για τις αρδεύσεις. Η χρήση νερού σε τομείς όπως η Γεωργία, πρέπει να γίνει περισσότερο ορθολογική με παρεμβάσεις και μέτρα προς την κατεύθυνση εξοικονόμησης νερού (επέκταση συστημάτων στάγδην άρδευσης, τιμολόγηση νερού, κ.α.).
Και σαν να μην έφθαναν αυτά, πρόβλημα εξακολουθεί να αποτελεί και η συνύπαρξη μεγάλου αριθμού φορέων (υπουργείων, περιφερειών, τοπικής αυτοδιοίκησης, ερευνητικών ιδρυμάτων, κ.λ.π.), των οποίων οι αρμοδιότητες, οι σχετικές µε τους υδατικούς πόρους, συχνά συγκρούονται στην πράξη, κύριος απότοκος των οποίων είναι οι αποσπασματικές ενέργειες, ο στοιχειώδης ή κακός προγραμματισμός, οι επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, η σπατάλη πόρων κ.α.. Πραγματική δύναμη προώθησης έργων και δράσεων στον τομέα των υδατικών πόρων, συνήθως είναι η εξυπηρέτηση τοπικιστικών συμφερόντων, οι πιέσεις από χρήστες νερού (αρδευτές, ΤΟΕΒ, κ.α.) ή από τοπικούς φορείς (Δήμοι – Νομαρχίες), για την κάλυψη τοπικών αναγκών και όχι ο συνολικός μακροπρόθεσμος σχεδιασμός στη βάση αρχών, όπως η ιεράρχηση αναγκών και η προστασία του περιβάλλοντος. Οι αυθαίρετες επεκτάσεις αρδεύσεων, οι αυθαίρετες κατασκευές πρόχειρων ή μόνιμων έργων (συνήθως με κρατικούς ή πόρους της αυτοδιοίκησης) σε κοίτες συλλεκτήρων ή ποταμών, οι ανορύξεις παράνομων γεωτρήσεων κ.α., είναι η αντικειμενική περιγραφή μιας κατάστασης που έχει παγιωθεί και κυριαρχεί στην Θεσσαλία, σε ότι αφορά το νερό.
Στα χρόνια της διακυβέρνησης της χώρας από τη Ν.Δημοκρατία δεν έγινε προγραμματισμός για μέτρα που αφορούν την χρήση και την προστασία των υδάτων της. Δεν έγινε καμία σύσκεψη ή ένα έγγραφο προς τις σχετικές με το αντικείμενο υπηρεσίες και φορείς. Δεν γίνεται καμία προετοιμασία για κατάρτιση προγράμματος μέτρων και παρακολούθησης της κατάστασης των υδάτων, παρότι προβλέπεται ότι στο σχέδιο διαχείρισης θα περιλαμβάνονται υποχρεωτικά και τα προγράμματα μέτρων και παρακολούθησης, για τα οποία έχουν λόγο και οι φορείς της Θεσσαλίας. Θα ζητηθεί η γνώμη τους και πότε; Δεν είναι γνωστό σε ποιο βαθμό ασκούνται οι αρμοδιότητες και εάν έχουν υλοποιηθεί η σύνταξη αναλυτικής έκθεσης χαρακτηριστικών λεκάνης απορροής Πηνειού (μέχρι 22-12-2004) και η κατάρτιση εθνικού μητρώου προστατευόμενων περιοχών. Δεν έχει συσταθεί ακόμη το Περιφερειακό Συμβούλιο Υδάτων Θεσσαλίας. Δεν γίνεται ενημέρωση των χρηστών νερού (αγρότες) και του κοινού για την νέα Οδηγία και ουσιαστική συμμετοχή στις διαδικασίες προστασίας των υδάτων, αλλά ούτε κανένας συντονισμός των φορέων για θέματα που σχετίζονται με τον προγραμματισμό, την χρήση και την προστασία των υδάτων. Δεν άρχισε η προετοιμασία για κατάρτιση προγράμματος ειδικών μέτρων κατά της ρύπανσης επιφανειακών και υπόγειων υδάτων. Δεν υπάρχει βελτίωση στις υποδομές του ελέγχου ποιότητας νερού. Δεν προστέθηκε ούτε ένας νέος σταθμός μέτρησης ποσοτικών και ποιοτικών παραμέτρων του νερού και δεν αυξήθηκαν οι λίγες μετρήσεις - παρατηρήσεις που γινόταν από την Δ/νση Υδάτων (αντίθετα μειώθηκαν στο ελάχιστο, αφού το προσωπικό ασχολείται με την χορήγηση αδειών χρήσης κ.α.).
Παρά το γεγονός ότι παρατηρούνται φαινόμενα ρύπανσης υδατικών πόρων σε διάφορα σημεία της Θεσσαλίας, δεν γίνεται καμία συστηματική προσπάθεια για την καταπολέμηση της ρύπανσης και την επιβολή διοικητικών κυρώσεων. Δεν συνεδρίασε η Εθνική Επιτροπή Υδάτων. Η Κεντρική Υπηρεσία Υδάτων δεν ασκεί τις περισσότερες από τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στα άρθρα του Ν. 3199/2003. Δεν είναι γνωστό εάν λειτουργεί το εθνικό δίκτυο παρακολούθησης ποιότητας και ποσότητας των υδάτων, ενώ υπάρχει προβληματισμός εάν αυτό είναι δυνατόν να γίνει σύντομα, όταν απαιτούνται εκατοντάδες σταθμοί για τις 235 υδρολογικές λεκάνες της χώρας και οι περισσότερες Περιφέρειες της χώρας διαθέτουν ελάχιστους. Δεν άρχισε καμία σοβαρή προσπάθεια για να προστατευτούν αποτελεσματικά οι υδατικοί πόροι από περαιτέρω υποβάθμιση και να εφαρμοστεί η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», αρχή η οποία είναι δίκαιη μεν, αλλά πολύ δύσκολα θα εφαρμοσθεί, εάν δεν αλλάξει η νοοτροπία των χρηστών και δεν οργανωθούν αποτελεσματικοί οι διοικητικοί μηχανισμοί. Δεν άρχισε καμία σοβαρή προσπάθεια προς την κατεύθυνση της διαχείρισης της ζήτησης, που θεωρείται σήμερα ως φθηνή εναλλακτική πηγή νερού σε συνδυασμό με νέα σύγχρονα αρδευτικά συστήματα. Το αρμόδιο για την διαχείριση του νερού Υπουργείο (ΥΠΕΧΩΔΕ), δεν σχεδίασε κάποιο πρόγραμμα ενημέρωσης των χρηστών και ιδιαίτερα των αγροτών, για την ανάγκη περιορισμού της σπατάλης και για τις δεσμεύσεις - προοπτικές της Οδηγίας. Την ενημέρωση, όμως, αυτή δεν έκαναν ούτε άλλο Υπουργείο, υπηρεσία ή επιστημονικός φορέας. Χρήματα που δαπανήθηκαν για να βοηθήσουν και στην εφαρμογή της Οδηγίας, δεν αξιοποιούνται όπως έχουν σχεδιασθεί, δηλαδή ως εργαλεία που βοηθούν στην λήψη αποφάσεων για την διαχείριση των υδατικών πόρων.
Υπάρχει σοβαρό έλλειμμα ενημέρωσης για την Οδηγία, τόσο στις εμπλεκόμενες υπηρεσίες όσο και στους χιλιάδες χρήστες, που θα έπρεπε ήδη να καθοδηγούνται σε αλλαγή νοοτροπίας με κατάλληλα ενημερωτικά - επιμορφωτικά προγράμματα, σύμφωνα με όσα ορίζει η Οδηγία και ο Ν. 3199/2003.
Τα σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Θεσσαλία στη διαχείριση των υδατικών πόρων, σε θεσμικό, οικονομικό, κοινωνικό, περιβαλλοντικό και τεχνολογικό επίπεδο, μπορούν σήμερα να αντιμετωπισθούν στα πλαίσια μιας στρατηγικής εθνικής υδατικής πολιτικής, που θα πρέπει επιτέλους να χαράξει η Πολιτεία, με στόχο την εξοικονόμηση νερού και την Βιώσιμη Ανάπτυξη, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα αποκατάστασης του περιβάλλοντος, όπως μείωση της χρήσης υπόγειων νερών, σταδιακή αχρήστευση γεωτρήσεων (σε περιοχές που θα καθορισθούν μετά από μελέτες) και έργα τεχνητού εμπλουτισμού υπόγειων υδροφορέων (όπου είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό), μέτρα εξοικονόμησης νερού (εκσυγχρονισμό αρδευτικών δικτύων, νέες μεθόδους άρδευσης, κ.α.) και ενδεχομένως μέτρα διαχείρισης της ζήτησης (τιμολόγηση νερού). Για την Θεσσαλία είναι αναγκαίος ο προγραμματισμός επενδύσεων σταδιακής αντικατάστασης των υδροβόρων συστημάτων άρδευσης με άλλα πιο οικονομικά, πιλοτικό πρόγραμμα «αειφόρου» διαχείρισης και εξοικονόμησης υδατικών πόρων με σύγχρονα αυτοματοποιημένα συστήματα άρδευσης (βλ. Ισραήλ, Κύπρο, Ιταλία) και συντονισμένη προσπάθεια τοποθέτησης (έστω & δοκιμαστικά) μετρητών κατανάλωσης νερού στα συλλογικά αρδευτικά δίκτυα. Η διατήρηση των υδατικών πόρων, μέσω της εξοικονόμησης νερού, πρέπει να αποτελέσει κεντρική προτεραιότητα με αλλαγές τόσο σε πολιτικές, όσο και σε καθημερινές πρακτικές και συνήθειες.
Απαραίτητες προϋποθέσεις για τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για το περιβάλλον και για την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των οικονομικών πόρων που θα διατεθούν για παρόμοια έργα τα επόμενα χρόνια από την Ε.Ε. στη Θεσσαλία, είναι ο άμεσος εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης με εξειδικευμένο και έμπειρο τεχνικό προσωπικό και η στενή συνεργασία με όλους τους φορείς-χρήστες νερού (αγρότες, τοπική αυτοδιοίκηση κ.α.), διαφορετικά η ερημοποίηση της Θεσσαλίας θα καταστεί αναπόφευκτο γεγονός και γι’ αυτό δεν θα φέρουν ευθύνη οι κλιματολογικές αλλαγές, αλλά του κεφαλιού μας «ο κακός μας ο καιρός» και μόνον…

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Poly kalo to parapano keimeno.
Pisteuo oti kapia stigmh oi agrotes prepei na stamatisoun thn alogisth xrhsh tou nerou.
Auto omos tha ginei mono an yparxoun oi analoges poines.
Einai geloio na fonazoun oti den exoun allo nero.