“Ο άνθρωπος που χαμογελά, όταν όλα πάνε στραβά, έχει σκεφτεί κάποιον να ρίξει το φταίξιμο ” (Ανώνυμος).
Στην έναρξη του 7ου Τακτικού Συνεδρίου (06/07/07) της Ν.Δ., ο Πρωθυπουργός κ.Κώστας Καραμανλής, προσδιορίζοντας τα χαρακτηριστικά της πολιτικής ευθύνης, ανέφερε, μεταξύ άλλων,: “Όλοι μαζί επιλέξαμε το δρόμο της ευθύνης. Ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας είναι να απευθύνεται στους πολίτες με ξεκάθαρες θέσεις. Ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας είναι να τους μιλά με ρεαλισμό...Οι πολίτες θέλουν από την πολιτική ηγεσία …να λέει την αλήθεια, ακόμα και αν είναι δύσκολη. Οι πολίτες ξέρουν ότι αυτοί που δε τους κρύβουν την αλήθεια, που δεν υπεκφεύγουν, που δεν υποχωρούν μπροστά στο λεγόμενο πολιτικό κόστος, είναι εκείνοι που πραγματικά νοιάζονται για τον Τόπο. Αυτός είναι ο δρόμος της ευθύνης… ”.
Μολαταύτα, την Τρίτη, 16/12/2008, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, αυτή τη φορά από το βήμα της συνεδρίασης της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ και υπό το βάρος των αποκαλύψεων για το σκάνδαλο της Μονής Βατοπαιδίου, επιχειρώντας να προσδώσει μια άλλη ερμηνευτική διάσταση στην πολιτική ευθύνη, δήλωσε: “Οφείλω να πω - και το λέω ευθέως - ότι υποτίμησα και εγώ το θέμα. Δεν είδα έγκαιρα τις διαστάσεις του. Δεν είχα πλήρη εικόνα, όταν κλήθηκα για πρώτη φορά να τοποθετηθώ. Το λάθος αυτό δεν το χρεώνω σε κανέναν άλλον. Δικό μου ήταν… Αναγνωρίζω ότι οφείλαμε να έχουμε ισχυρότερα αντανακλαστικά. Να ήμασταν περισσότερο υποψιασμένοι σε υστερόβουλες επιδιώξεις... Η Κυβέρνηση έχει αντικειμενική, πολιτική ευθύνη για κάθε ζήτημα που πληγώνει τους πολίτες. Αναλαμβάνω λοιπόν με ευθύτητα το μερίδιο των ευθυνών που μας αναλογεί… ”.
Ύστερα απ’ αυτήν την παραδοχή του πρωθυπουργού περί υπάρξεως πολιτικών ευθυνών στην κυβέρνησή του και την ανάληψή τους, όπως την εννοεί, το θέμα φαίνεται να έλαβε τέλος. Είναι, όμως, τελικά έτσι; Ρώτησε κανείς από την πολιτική ηγεσία του τόπου τους πολίτες, στο όνομα των οποίων συνηθίζει να μιλά ο πρωθυπουργός, εάν θέλουν απλά και μόνο να λέει την αλήθεια, χωρίς υπεκφυγές ή και να επισύρονται συνέπειες σε βάρος εκείνων των στελεχών μιας κυβέρνησης ή ακόμη και αυτής της ίδιας της κυβέρνησης, όταν από την δράση τους έχει προκληθεί ζημία στα συμφέροντα του Δημοσίου, την προάσπιση των οποίων ανέλαβαν με την εκλογή τους; Η λεκτική ανάληψη των ευθυνών, χωρίς την επιβολή δυσμενών συνεπειών, είναι λογική ή ακατανόητη; Τι είναι, τελικά και τι ισχύει με αυτή την “πολιτική ευθύνη”, που μονοπώλησε την καθημερινότητά μας τις τελευταίες ημέρες;
Πολλοί χρησιμοποιούν συχνά τον όρο χωρίς να εννοούν τίποτα, γιατί δεν θέλουν να εννοήσουν κάτι το συγκεκριμένο. Κι, όμως, η πολιτική ευθύνη δεν είναι κάτι αόριστο, αντιθέτως, ως συνταγματικά τυποποιημένη ευθύνη, έχει σοβαρές νομικές εκφάνσεις, εσωτερικά δε διακρίνεται σε αντικειμενική και υποκειμενική. Δεν νοείται διακυβέρνηση και αρμοδιότητες, χωρίς ανάληψη πολιτικής ευθύνης. Εξουσία και πολιτική ευθύνη πάνε μαζί, εκτός κι αν αποδεχτούμε ότι μπορεί κάποιος να απολαμβάνει το πολιτικό όφελος από τα όποια θετικά συμβαίνουν στον τομέα του, αλλά όχι και το κόστος από τα στραβοπατήματα.
Στα πλαίσια της υπαρκτής διάκρισης μεταξύ κράτους και κοινωνίας, όπου το κράτος κατέχει το μονοπώλιο της πολιτικής, ενώ η κοινωνία είναι α-πολιτική και ανήκει στον ιδιωτικό χώρο, η πολιτική τάξη, σε αντίθεση με όλους εμάς τους κοινούς θνητούς, που δυνητικά μπορεί να ελεγχθούμε για τυχόν ποινικές, πειθαρχικές και αστικές ευθύνες, τοποθετείται υπεράνω του νόμου, δεν υπόκεινται στη δικαιοσύνη και απολαμβάνει ευρύτατης ασυλίας, η οποία καλύπτει και τα αδικήματα που αφορούν στο κοινό ή ιδιωτικό δίκαιο, δίνοντας τη δυνατότητα στους φορείς της εξουσίας (κυβέρνηση, υπουργοί, κόμματα, βουλευτές) να παριστάνουν τους ανεύθυνους και να επαφίεται στην ευαισθησία του καθενός η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης. Έτσι, κατοχυρώνεται το πολιτικώς ανεύθυνο των φορέων της πολιτικής εξουσίας.
Κατά συνέπεια δεν αναγνωρίζεται στον πολίτη το δικαίωμα να ελέγχει - δεν έχει δηλαδή το λεγόμενο έννομο συμφέρον - τους φορείς της πολιτικής εξουσίας για την καταχρηστική τους λειτουργία (π.χ. διαφθορά), την ορθότητα και το σκοπό της πολιτικής ή να τους εγκαλέσει για τυχόν βλάβη που του προξένησαν.
Η άποψη ότι η μόνη δυνατότητα του πολίτη για την απονομή δικαιοσύνης είναι η, μέσω των εκλογών, «εναλλαγή» των φορέων της εξουσίας, στο τέλος της θητείας τους, είναι τουλάχιστον αφελής, αφού η οποιαδήποτε κύρωση προϋποθέτει την ύπαρξη πραγματικής τάξεως δικαίου, που όμως δεν υπάρχει, αφού η «εκλογή» συνιστά «επιλογή» διακυβέρνησης για το μέλλον και όχι απονομή δικαιοσύνης.
Κι αφού το μόνο που απομένει είναι η σύνδεση της πολιτικής ευθύνης απλά και μόνον με το κόστος απώλειας της εξουσίας, γι’ αυτό και οι φορείς της επικεντρώνονται αρχικά στην συσκότιση των ευθυνών δια της μεθόδου του συμψηφισμού με πράξεις ή παραλείψεις προηγουμένων κυβερνήσεων ή σε συνδυασμό με πολλά άλλα γεγονότα (λ.χ. διεθνείς κρίσεις, κουκουλοφόροι) και μέσα από πολλά άλλα συμφραζόμενα κι αν αυτό δεν πετύχει, ιδίως σε περιπτώσεις λαϊκής κατακραυγής, όπως συμβαίνει την τρέχουσα περίοδο, ακολούθως καταφεύγουν στην ανεύρεση μεθοδεύσεων για την αποφυγή της ανάληψης πολιτικής ευθύνης.
Ιδού μερικά ενδεικτικά διαχρονικά παραδείγματα ανάληψης (σ.σ. κατ’ουσίαν αποποίησης) της πολιτικής ευθύνης:
- Δηλώνω δημόσια ότι «αναλαμβάνω πλήρως τις ευθύνες μου» και παραμένω στη θέση μου! Δηλαδή, η ανάληψη ευθύνης είναι ρητορεία και δεν συνοδεύεται από παραίτηση.
- Δηλώνω δημόσια ότι «δεν γνώριζα, δεν ενημερώθηκα» και ξεμπερδεύω! Λες και η άγνοια καθιστά κάποιον πολιτικά ανεύθυνο!
- Μεταθέτω την ευθύνη σε άλλους. Έτσι, δηλώνω δημόσια ότι «δεν φέρω ευθύνη εγώ ή η κυβέρνηση, αλλά …οι άπληστοι μοναχοί με τις υστερόβουλες επιδιώξεις, οι ανεπαρκείς δημόσιοι υπάλληλοι, οι υπνωτισμένοι λειτουργοί, οι ιδιοτελείς εργολάβοι και άλλοτε οι Άγγλοι, οι Αμερικάνοι, η αντιπολίτευση». Λες και ο τόπος είναι ακυβέρνητος και φταίνε όλοι οι άλλοι, εκτός από αυτούς που κυβερνούν.
Ο Αριστοτέλης, ωστόσο, δεν παραλείπει να υπογραμμίσει ότι, ευλόγως, το πολιτικό έγκλημα τιμωρείται αυστηρότερα, στη δημοκρατία, επειδή προκαλεί συλλογική, άρα μεγαλύτερη βλάβη, απ’ ότι το κοινό έγκλημα, κι όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κώστας Τσουκαλάς, καθηγητής κοινωνιολογίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, σε αθηναϊκή εφημερίδα, “ευθύνη σημαίνει κύρωση. Πολιτική ευθύνη σημαίνει πολιτική κύρωση. Πολιτική κύρωση σε μια δημοκρατία σημαίνει είτε παραίτηση είτε αποπομπή. Τα άτομα είτε παραιτούνται οικειοθελώς και φεύγουν είτε διώχνονται. Παραίτηση σημαίνει αναχώρηση. Την αποπομπή την αναλαμβάνει ο λαός. Με άλλα λόγια ο πολιτικός παραιτείται, ο λαός αποπέμπει. Ενδιάμεσος χώρος για κάτι άλλο δεν υφίσταται. Συμπέρασμα: Ο περί πολιτικής ευθύνης λόγος είναι ακόμα ένα άδειο ρητορικό σχήμα. Και γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο αναλαμβάνεται τόσο εύκολα”.
Κι αν μεν για τους άπληστους μοναχούς, με τις υστερόβουλες επιδιώξεις, τους ανεπαρκείς δημοσίους υπαλλήλους, τους υπνωτισμένους λειτουργούς, τους ιδιοτελείς εργολάβους θα αποφανθεί η Δικαιοσύνη, για την ίδια την κυβέρνηση που όχι με μία, δύο ή τρεις αποφάσεις, αλλά πολλές, πάρα πολλές αποφάσεις πολλών υπουργείων, παραχωρήθηκαν 260 ακίνητα (!!) του Ελληνικού Δημοσίου, επικαλούμενη, δια στόματος του πρωθυπουργού, το ευτελές επιχείρημα ότι δεν έδωσε σημασία, δεν εκτίμησε σωστά, παραπλανήθηκε και τα τοιαύτα, ποιος θα την ελέγξει και θα αποφανθεί; Όλοι εμείς κι επειδή πολλοί από αυτούς, που σήμερα λέγονται φορείς της πολιτικής εξουσίας, μας θεωρούν ότι διαθέτουμε ασθενή μνήμη, ώρα είναι να τους διαψεύσουμε!! Διαφορετικά δεν θα μας αξίζει καμία καλύτερη τύχη και θα είμαστε άξιοι των όσων δεινών ήρθαν, έρχονται, αλλά και θα έρθουν...
Στην έναρξη του 7ου Τακτικού Συνεδρίου (06/07/07) της Ν.Δ., ο Πρωθυπουργός κ.Κώστας Καραμανλής, προσδιορίζοντας τα χαρακτηριστικά της πολιτικής ευθύνης, ανέφερε, μεταξύ άλλων,: “Όλοι μαζί επιλέξαμε το δρόμο της ευθύνης. Ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας είναι να απευθύνεται στους πολίτες με ξεκάθαρες θέσεις. Ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας είναι να τους μιλά με ρεαλισμό...Οι πολίτες θέλουν από την πολιτική ηγεσία …να λέει την αλήθεια, ακόμα και αν είναι δύσκολη. Οι πολίτες ξέρουν ότι αυτοί που δε τους κρύβουν την αλήθεια, που δεν υπεκφεύγουν, που δεν υποχωρούν μπροστά στο λεγόμενο πολιτικό κόστος, είναι εκείνοι που πραγματικά νοιάζονται για τον Τόπο. Αυτός είναι ο δρόμος της ευθύνης… ”.
Μολαταύτα, την Τρίτη, 16/12/2008, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, αυτή τη φορά από το βήμα της συνεδρίασης της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ και υπό το βάρος των αποκαλύψεων για το σκάνδαλο της Μονής Βατοπαιδίου, επιχειρώντας να προσδώσει μια άλλη ερμηνευτική διάσταση στην πολιτική ευθύνη, δήλωσε: “Οφείλω να πω - και το λέω ευθέως - ότι υποτίμησα και εγώ το θέμα. Δεν είδα έγκαιρα τις διαστάσεις του. Δεν είχα πλήρη εικόνα, όταν κλήθηκα για πρώτη φορά να τοποθετηθώ. Το λάθος αυτό δεν το χρεώνω σε κανέναν άλλον. Δικό μου ήταν… Αναγνωρίζω ότι οφείλαμε να έχουμε ισχυρότερα αντανακλαστικά. Να ήμασταν περισσότερο υποψιασμένοι σε υστερόβουλες επιδιώξεις... Η Κυβέρνηση έχει αντικειμενική, πολιτική ευθύνη για κάθε ζήτημα που πληγώνει τους πολίτες. Αναλαμβάνω λοιπόν με ευθύτητα το μερίδιο των ευθυνών που μας αναλογεί… ”.
Ύστερα απ’ αυτήν την παραδοχή του πρωθυπουργού περί υπάρξεως πολιτικών ευθυνών στην κυβέρνησή του και την ανάληψή τους, όπως την εννοεί, το θέμα φαίνεται να έλαβε τέλος. Είναι, όμως, τελικά έτσι; Ρώτησε κανείς από την πολιτική ηγεσία του τόπου τους πολίτες, στο όνομα των οποίων συνηθίζει να μιλά ο πρωθυπουργός, εάν θέλουν απλά και μόνο να λέει την αλήθεια, χωρίς υπεκφυγές ή και να επισύρονται συνέπειες σε βάρος εκείνων των στελεχών μιας κυβέρνησης ή ακόμη και αυτής της ίδιας της κυβέρνησης, όταν από την δράση τους έχει προκληθεί ζημία στα συμφέροντα του Δημοσίου, την προάσπιση των οποίων ανέλαβαν με την εκλογή τους; Η λεκτική ανάληψη των ευθυνών, χωρίς την επιβολή δυσμενών συνεπειών, είναι λογική ή ακατανόητη; Τι είναι, τελικά και τι ισχύει με αυτή την “πολιτική ευθύνη”, που μονοπώλησε την καθημερινότητά μας τις τελευταίες ημέρες;
Πολλοί χρησιμοποιούν συχνά τον όρο χωρίς να εννοούν τίποτα, γιατί δεν θέλουν να εννοήσουν κάτι το συγκεκριμένο. Κι, όμως, η πολιτική ευθύνη δεν είναι κάτι αόριστο, αντιθέτως, ως συνταγματικά τυποποιημένη ευθύνη, έχει σοβαρές νομικές εκφάνσεις, εσωτερικά δε διακρίνεται σε αντικειμενική και υποκειμενική. Δεν νοείται διακυβέρνηση και αρμοδιότητες, χωρίς ανάληψη πολιτικής ευθύνης. Εξουσία και πολιτική ευθύνη πάνε μαζί, εκτός κι αν αποδεχτούμε ότι μπορεί κάποιος να απολαμβάνει το πολιτικό όφελος από τα όποια θετικά συμβαίνουν στον τομέα του, αλλά όχι και το κόστος από τα στραβοπατήματα.
Στα πλαίσια της υπαρκτής διάκρισης μεταξύ κράτους και κοινωνίας, όπου το κράτος κατέχει το μονοπώλιο της πολιτικής, ενώ η κοινωνία είναι α-πολιτική και ανήκει στον ιδιωτικό χώρο, η πολιτική τάξη, σε αντίθεση με όλους εμάς τους κοινούς θνητούς, που δυνητικά μπορεί να ελεγχθούμε για τυχόν ποινικές, πειθαρχικές και αστικές ευθύνες, τοποθετείται υπεράνω του νόμου, δεν υπόκεινται στη δικαιοσύνη και απολαμβάνει ευρύτατης ασυλίας, η οποία καλύπτει και τα αδικήματα που αφορούν στο κοινό ή ιδιωτικό δίκαιο, δίνοντας τη δυνατότητα στους φορείς της εξουσίας (κυβέρνηση, υπουργοί, κόμματα, βουλευτές) να παριστάνουν τους ανεύθυνους και να επαφίεται στην ευαισθησία του καθενός η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης. Έτσι, κατοχυρώνεται το πολιτικώς ανεύθυνο των φορέων της πολιτικής εξουσίας.
Κατά συνέπεια δεν αναγνωρίζεται στον πολίτη το δικαίωμα να ελέγχει - δεν έχει δηλαδή το λεγόμενο έννομο συμφέρον - τους φορείς της πολιτικής εξουσίας για την καταχρηστική τους λειτουργία (π.χ. διαφθορά), την ορθότητα και το σκοπό της πολιτικής ή να τους εγκαλέσει για τυχόν βλάβη που του προξένησαν.
Η άποψη ότι η μόνη δυνατότητα του πολίτη για την απονομή δικαιοσύνης είναι η, μέσω των εκλογών, «εναλλαγή» των φορέων της εξουσίας, στο τέλος της θητείας τους, είναι τουλάχιστον αφελής, αφού η οποιαδήποτε κύρωση προϋποθέτει την ύπαρξη πραγματικής τάξεως δικαίου, που όμως δεν υπάρχει, αφού η «εκλογή» συνιστά «επιλογή» διακυβέρνησης για το μέλλον και όχι απονομή δικαιοσύνης.
Κι αφού το μόνο που απομένει είναι η σύνδεση της πολιτικής ευθύνης απλά και μόνον με το κόστος απώλειας της εξουσίας, γι’ αυτό και οι φορείς της επικεντρώνονται αρχικά στην συσκότιση των ευθυνών δια της μεθόδου του συμψηφισμού με πράξεις ή παραλείψεις προηγουμένων κυβερνήσεων ή σε συνδυασμό με πολλά άλλα γεγονότα (λ.χ. διεθνείς κρίσεις, κουκουλοφόροι) και μέσα από πολλά άλλα συμφραζόμενα κι αν αυτό δεν πετύχει, ιδίως σε περιπτώσεις λαϊκής κατακραυγής, όπως συμβαίνει την τρέχουσα περίοδο, ακολούθως καταφεύγουν στην ανεύρεση μεθοδεύσεων για την αποφυγή της ανάληψης πολιτικής ευθύνης.
Ιδού μερικά ενδεικτικά διαχρονικά παραδείγματα ανάληψης (σ.σ. κατ’ουσίαν αποποίησης) της πολιτικής ευθύνης:
- Δηλώνω δημόσια ότι «αναλαμβάνω πλήρως τις ευθύνες μου» και παραμένω στη θέση μου! Δηλαδή, η ανάληψη ευθύνης είναι ρητορεία και δεν συνοδεύεται από παραίτηση.
- Δηλώνω δημόσια ότι «δεν γνώριζα, δεν ενημερώθηκα» και ξεμπερδεύω! Λες και η άγνοια καθιστά κάποιον πολιτικά ανεύθυνο!
- Μεταθέτω την ευθύνη σε άλλους. Έτσι, δηλώνω δημόσια ότι «δεν φέρω ευθύνη εγώ ή η κυβέρνηση, αλλά …οι άπληστοι μοναχοί με τις υστερόβουλες επιδιώξεις, οι ανεπαρκείς δημόσιοι υπάλληλοι, οι υπνωτισμένοι λειτουργοί, οι ιδιοτελείς εργολάβοι και άλλοτε οι Άγγλοι, οι Αμερικάνοι, η αντιπολίτευση». Λες και ο τόπος είναι ακυβέρνητος και φταίνε όλοι οι άλλοι, εκτός από αυτούς που κυβερνούν.
Ο Αριστοτέλης, ωστόσο, δεν παραλείπει να υπογραμμίσει ότι, ευλόγως, το πολιτικό έγκλημα τιμωρείται αυστηρότερα, στη δημοκρατία, επειδή προκαλεί συλλογική, άρα μεγαλύτερη βλάβη, απ’ ότι το κοινό έγκλημα, κι όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κώστας Τσουκαλάς, καθηγητής κοινωνιολογίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, σε αθηναϊκή εφημερίδα, “ευθύνη σημαίνει κύρωση. Πολιτική ευθύνη σημαίνει πολιτική κύρωση. Πολιτική κύρωση σε μια δημοκρατία σημαίνει είτε παραίτηση είτε αποπομπή. Τα άτομα είτε παραιτούνται οικειοθελώς και φεύγουν είτε διώχνονται. Παραίτηση σημαίνει αναχώρηση. Την αποπομπή την αναλαμβάνει ο λαός. Με άλλα λόγια ο πολιτικός παραιτείται, ο λαός αποπέμπει. Ενδιάμεσος χώρος για κάτι άλλο δεν υφίσταται. Συμπέρασμα: Ο περί πολιτικής ευθύνης λόγος είναι ακόμα ένα άδειο ρητορικό σχήμα. Και γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο αναλαμβάνεται τόσο εύκολα”.
Κι αν μεν για τους άπληστους μοναχούς, με τις υστερόβουλες επιδιώξεις, τους ανεπαρκείς δημοσίους υπαλλήλους, τους υπνωτισμένους λειτουργούς, τους ιδιοτελείς εργολάβους θα αποφανθεί η Δικαιοσύνη, για την ίδια την κυβέρνηση που όχι με μία, δύο ή τρεις αποφάσεις, αλλά πολλές, πάρα πολλές αποφάσεις πολλών υπουργείων, παραχωρήθηκαν 260 ακίνητα (!!) του Ελληνικού Δημοσίου, επικαλούμενη, δια στόματος του πρωθυπουργού, το ευτελές επιχείρημα ότι δεν έδωσε σημασία, δεν εκτίμησε σωστά, παραπλανήθηκε και τα τοιαύτα, ποιος θα την ελέγξει και θα αποφανθεί; Όλοι εμείς κι επειδή πολλοί από αυτούς, που σήμερα λέγονται φορείς της πολιτικής εξουσίας, μας θεωρούν ότι διαθέτουμε ασθενή μνήμη, ώρα είναι να τους διαψεύσουμε!! Διαφορετικά δεν θα μας αξίζει καμία καλύτερη τύχη και θα είμαστε άξιοι των όσων δεινών ήρθαν, έρχονται, αλλά και θα έρθουν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου