«Μια μέρα, ένας φίλος του Νασρεντίν, τον έπεισε να τον πάρει μαζί του σε μια επίδειξη μόδας που δεν είχε ξαναδεί ποτέ του. Ο Νασρεντίν - που δεν ήξερε ακριβώς τι είναι η επίδειξη μόδας - δέχτηκε, παρακολούθησε προσεκτικά από την αρχή ως το τέλος, κι όταν βγήκαν έξω, ο φίλος του τον ρώτησε πώς του φάνηκε. “Σκέτη απάτη”, απάντησε ο Χότζας αμέσως. “Γιατί το λες αυτό”, ρώτησε ο φίλος του κι ο Χότζας απάντησε: “Σου δείχνουν όλες αυτές τις ωραίες γυναίκες και μετά προσπαθούν να σου πουλήσουν τα ρούχα τους”!!»
Αναρωτηθήκατε ποτέ πώς διαμορφώνεται η πολιτική επικαιρότητα; Από τυχαία γεγονότα ή υπάρχουν κάποιοι που την διαμορφώνουν, είτε εξυπαρχής, είτε με αφορμή τα τυχαία; Γιατί αυτά που διατυπώνονται προεκλογικά ως δεσμεύσεις, λησμονούνται μετεκλογικά; Γιατί ορισμένοι υποψήφιοι δείχνουν έμφαση στην επανειλημμένη παρουσία τους στα ΜΜΕ και μετά την εκλογή τους συντηρούν αυτή τη παρουσία τους; Και σε τελική ανάλυση πόση σχέση έχουν οι εμφανίσεις τους με το έργο που υποτίθεται ότι πλέον επιτελούν;
Παρότι η διάσταση μεταξύ πολιτικού λόγου και πολιτικής πρακτικής δεν είναι νέο φαινόμενο, ήδη δε από την αρχαιότητα είχε επισημανθεί η διαφορά ανάμεσα σε αυτό που φαίνεται ότι γίνεται (“φαίνεσθαι”) και σε αυτό που γίνεται στη πραγματικότητα (“πράττειν”) ή που πρέπει να γίνεται (“δέον”), εντούτοις στις μέρες μας ως κύρια εξήγηση στα παραπάνω ερωτήματα αποτελεί ο έσχατος σφιχτός εναγκαλισμός του μάρκετινγκ, με την επικοινωνία και την πολιτική.
Σήμερα, που οι επικοινωνιακές τεχνικές δυνατότητες έχουν μεγαλώσει καταπληκτικά, είναι πλέον δυνατόν πολύ ευκολότερα να κατασκευαστεί, μέσω του λόγου και της εικόνας, μια ψευδής, φαντασιακή πραγματικότητα, η οποία, εν συνεχεία, να απορροφηθεί σαν αληθινή από τον μαζικό καταναλωτή, δηλαδή όλους εμάς. Η προπαγάνδα γίνεται πανίσχυρη και διαμορφώνει ολοκληρωμένους μύθους. Τα πολιτικά θέματα ανεβοκατεβαίνουν τεχνητά στην κλίμακα του κοινωνικού ενδιαφέροντος. Η πραγματικότητα αντιμετωπίζεται με επικοινωνιακούς αντιπερισπασμούς. Όλο και περισσότερο οι πολιτικές νίκες ή ήττες στηρίζονται όχι στην ασκούμενη πραγματική πολιτική, αλλά στην ασκούμενη επικοινωνιακή πολιτική. Έτσι η πολιτική τείνει να μετατραπεί σε τεχνικό επικοινωνιακό παίγνιο.
Όμως το κύριο είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις, επιχειρώντας, χάριν της εξουσίας, να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις νέες μεγάλες δυνατότητες, σταδιακά μεταλλάσσουν και τη σχέση του μάρκετινγκ με την ιδεολογία και τελικά αυτοπαγιδεύονται σε ένα φαντασιακό κόσμο, εγκαταλείποντας και την εξουσία και την πραγματικότητα στα συμφέροντα εξωπολιτικών κέντρων (οικονομικές δυνάμεις, κρατική γραφειοκρατία κ.λ.π.).
Εάν στα τρία (3) στοιχεία, που προαναφέραμε, προστεθούν και οι δημοσκοπήσεις, οι οποίες έχουν αναδειχθεί, επικίνδυνα, σε κυρίαρχο εργαλείο έκφρασης τάσεων και απόψεων και λειτουργούν συχνά καθοδηγητικά στην πολιτική απόφαση ή στρατηγική, τότε θα έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα για το ποιες είναι οι παράμετροι που καθοδηγούν σήμερα στην ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών, στη λήψη αποφάσεων και γενικότερα στη διακυβέρνηση.
Έτσι, επί παραδείγματι ο κ.Καραμανλής, ο οποίος συστηματικά υποτάσσει στο «φαίνεσθαι», τόσο το «δέον» όσο και το «πράττειν», έχει καταστεί κι ο ίδιος θύμα αυτής της αυτοπαγίδευσης στον κόσμο του φαντασιακού και τους κανόνες του. Περισσότερο ενδιαφέρεται για την επικοινωνιακή εικόνα του και λιγότερο για την έμπρακτη πολιτική. Έτσι εξηγούνται εν πολλοίς οι μνημειώδεις γκάφες του στο επίπεδο του πραγματικού κόσμου (απογραφή, εξεταστική, σχέδιο Ανάν, ελληνοτουρκική συμφωνία μείωσης των εξοπλισμών(!) κλπ). Έτσι εξηγείται, επίσης, η επιμονή του στην βερμπαλιστική εκστρατεία «ηθικής» κάθαρσης, που βέβαια εξελίσσεται στο επίπεδο του φαντασιακού (βλ.ηλεκτρονικές παρακολουθήσεις, ομόλογα, Ζαχόπουλος, Siemens, κ.α.). Τέλος, έτσι εξηγείται η προκλητική απουσία του και η εντυπωσιακή παθητικότητά του στην αντιμετώπιση των πιο κρίσιμων ζητημάτων.
Αλλά και σε επίπεδο Πολιτικών, ακόμη και ο κόσμος των πολιτικών ιδεών, των πολιτικών διακυβευμάτων, των δημόσιων ηθικών διλημμάτων, των δομών και των λειτουργιών του τρόπου πολιτικής κυριαρχίας, καθώς και των ιστορικών μηχανισμών, που τις υποστηρίζουν, έρχονται σε δεύτερη μοίρα και αντικαθίστανται βαθμηδόν από ένα συνονθύλευμα “προσωπικοτήτων” και “διασημοτήτων”, που ενεργούν όλο και περισσότερο βάσει των κανόνων της βιομηχανίας του θεάματος και της "κουλτούρας της προβολής".
Τα όποια προσωπικά προσόντα του, εξαρτώμενου ολοένα και περισσότερο από επαγγελματίες συμβούλους πολιτικής επικοινωνίας, που αναλαμβάνουν τη βελτίωση και την προώθηση της εικόνας του, Πολιτικού, αναδεικνύονται και τονίζονται από την τηλεοπτική τεχνολογία και σκηνοθεσία, προκειμένου να επιτύχουν, μέσω της καλλιέργειας στο θεατή της εντύπωσης πως ό,τι ακριβώς βλέπει ανταποκρίνεται σε ό,τι συμβαίνει στην πραγματικότητα - γεγονός βεβαίως που δεν ισχύει: α) την εξ αποστάσεως οικειότητα, β) την απαξίωση της ρητορικής και του πολιτικού λόγου και γ) την ασάφεια της πολιτικής πληροφορίας.
Έτσι, πολλοί Πολιτικοί απομακρύνονται, αν δεν έχουν αποξενωθεί πλήρως, από την παλαιά παράδοση της ρητορικής τέχνης. «Πουλώντας» τον εαυτό τους ως προϊόν των Μέσων, συγχέουν το ευπαρουσίαστο με το εύγλωττο, την πειθώ με την πειστικότητα, το φαίνεσθαι με το είναι, το πρόσωπο με το προσωπείο. Η τηλεοπτική, και γι' αυτό προσωποποιημένη, πολιτική παρουσία έχει επιφέρει έναν διπλό διαχωρισμό: της εικόνας από τη λογική κρίση και του πολιτικού λόγου από την πολιτική σκέψη.
Όσο μάλιστα τα μηνύματα αυτά απευθύνονται σε ένα κοινό που είναι αδρανές, αδιάφορο ή μπερδεμένο και κατάπληκτο μπροστά στο ακατανόητο της πολιτικής, τόσο περισσότερο βαρύνει το φαίνεσθαι από το περιεχόμενο αυτών που λέγονται ή υπονοούνται. Αυτά τότε προσαρμόζονται στα εκ των προτέρων έτοιμα διχοτομικά σχήματα: ειλικρινής - ανειλικρινής, δυναμικός - άτονος, ζεστός - ψυχρός, ευχάριστος - δυσάρεστος, συμπαθητικός - αντιπαθής, όμορφος - άσχημος, οξύνους - βραδύνους και ούτω καθεξής. Κατά μία έννοια και μέχρι ενός ορίου, η αναζήτηση του πρακτέου αντικαθίστανται από τη διαχείριση εντυπώσεων.
Βέβαια η πραγματική ζωή δεν είναι δυνατόν να παρακαμφθεί ούτε απόλυτα, ούτε μακροπρόθεσμα. Στην πράξη πρόκειται για μια διελκυστίνδα ανάμεσα στο φαντασιακό και το πραγματικό. Η διαδικασία γίνεται πιο σύνθετη καθώς ο παίκτης δεν είναι μόνος. Υπάρχουν και άλλοι παίκτες που χρησιμοποιούν το φαντασιακό και την προπαγάνδα σε άλλη (ενδεχομένως αντίθετη) κατεύθυνση.
Εν τέλει, για να μην καταστούμε και πάλι θύματα απάτης απ’αυτούς που άλλα σου δείχνουν και άλλα θέλουν να σου λανσάρουν, όπως προειδοποιεί και ο Χότζας, θα πρέπει να θυμηθούμε το αυτονόητο, ότι οι πράξεις είναι αυτές που θα καθορίσουν το τί είναι ένα Κόμμα ή ένας Πολιτικός και όχι οι δηλώσεις ή οι διακηρύξεις τους και καθ’ ο μέρος αφορά τους Πολιτικούς, ούτε οι τίτλοι ή η οικονομική τους κατάσταση ή η εξωτερική τους εμφάνιση…
Αναρωτηθήκατε ποτέ πώς διαμορφώνεται η πολιτική επικαιρότητα; Από τυχαία γεγονότα ή υπάρχουν κάποιοι που την διαμορφώνουν, είτε εξυπαρχής, είτε με αφορμή τα τυχαία; Γιατί αυτά που διατυπώνονται προεκλογικά ως δεσμεύσεις, λησμονούνται μετεκλογικά; Γιατί ορισμένοι υποψήφιοι δείχνουν έμφαση στην επανειλημμένη παρουσία τους στα ΜΜΕ και μετά την εκλογή τους συντηρούν αυτή τη παρουσία τους; Και σε τελική ανάλυση πόση σχέση έχουν οι εμφανίσεις τους με το έργο που υποτίθεται ότι πλέον επιτελούν;
Παρότι η διάσταση μεταξύ πολιτικού λόγου και πολιτικής πρακτικής δεν είναι νέο φαινόμενο, ήδη δε από την αρχαιότητα είχε επισημανθεί η διαφορά ανάμεσα σε αυτό που φαίνεται ότι γίνεται (“φαίνεσθαι”) και σε αυτό που γίνεται στη πραγματικότητα (“πράττειν”) ή που πρέπει να γίνεται (“δέον”), εντούτοις στις μέρες μας ως κύρια εξήγηση στα παραπάνω ερωτήματα αποτελεί ο έσχατος σφιχτός εναγκαλισμός του μάρκετινγκ, με την επικοινωνία και την πολιτική.
Σήμερα, που οι επικοινωνιακές τεχνικές δυνατότητες έχουν μεγαλώσει καταπληκτικά, είναι πλέον δυνατόν πολύ ευκολότερα να κατασκευαστεί, μέσω του λόγου και της εικόνας, μια ψευδής, φαντασιακή πραγματικότητα, η οποία, εν συνεχεία, να απορροφηθεί σαν αληθινή από τον μαζικό καταναλωτή, δηλαδή όλους εμάς. Η προπαγάνδα γίνεται πανίσχυρη και διαμορφώνει ολοκληρωμένους μύθους. Τα πολιτικά θέματα ανεβοκατεβαίνουν τεχνητά στην κλίμακα του κοινωνικού ενδιαφέροντος. Η πραγματικότητα αντιμετωπίζεται με επικοινωνιακούς αντιπερισπασμούς. Όλο και περισσότερο οι πολιτικές νίκες ή ήττες στηρίζονται όχι στην ασκούμενη πραγματική πολιτική, αλλά στην ασκούμενη επικοινωνιακή πολιτική. Έτσι η πολιτική τείνει να μετατραπεί σε τεχνικό επικοινωνιακό παίγνιο.
Όμως το κύριο είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις, επιχειρώντας, χάριν της εξουσίας, να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις νέες μεγάλες δυνατότητες, σταδιακά μεταλλάσσουν και τη σχέση του μάρκετινγκ με την ιδεολογία και τελικά αυτοπαγιδεύονται σε ένα φαντασιακό κόσμο, εγκαταλείποντας και την εξουσία και την πραγματικότητα στα συμφέροντα εξωπολιτικών κέντρων (οικονομικές δυνάμεις, κρατική γραφειοκρατία κ.λ.π.).
Εάν στα τρία (3) στοιχεία, που προαναφέραμε, προστεθούν και οι δημοσκοπήσεις, οι οποίες έχουν αναδειχθεί, επικίνδυνα, σε κυρίαρχο εργαλείο έκφρασης τάσεων και απόψεων και λειτουργούν συχνά καθοδηγητικά στην πολιτική απόφαση ή στρατηγική, τότε θα έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα για το ποιες είναι οι παράμετροι που καθοδηγούν σήμερα στην ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών, στη λήψη αποφάσεων και γενικότερα στη διακυβέρνηση.
Έτσι, επί παραδείγματι ο κ.Καραμανλής, ο οποίος συστηματικά υποτάσσει στο «φαίνεσθαι», τόσο το «δέον» όσο και το «πράττειν», έχει καταστεί κι ο ίδιος θύμα αυτής της αυτοπαγίδευσης στον κόσμο του φαντασιακού και τους κανόνες του. Περισσότερο ενδιαφέρεται για την επικοινωνιακή εικόνα του και λιγότερο για την έμπρακτη πολιτική. Έτσι εξηγούνται εν πολλοίς οι μνημειώδεις γκάφες του στο επίπεδο του πραγματικού κόσμου (απογραφή, εξεταστική, σχέδιο Ανάν, ελληνοτουρκική συμφωνία μείωσης των εξοπλισμών(!) κλπ). Έτσι εξηγείται, επίσης, η επιμονή του στην βερμπαλιστική εκστρατεία «ηθικής» κάθαρσης, που βέβαια εξελίσσεται στο επίπεδο του φαντασιακού (βλ.ηλεκτρονικές παρακολουθήσεις, ομόλογα, Ζαχόπουλος, Siemens, κ.α.). Τέλος, έτσι εξηγείται η προκλητική απουσία του και η εντυπωσιακή παθητικότητά του στην αντιμετώπιση των πιο κρίσιμων ζητημάτων.
Αλλά και σε επίπεδο Πολιτικών, ακόμη και ο κόσμος των πολιτικών ιδεών, των πολιτικών διακυβευμάτων, των δημόσιων ηθικών διλημμάτων, των δομών και των λειτουργιών του τρόπου πολιτικής κυριαρχίας, καθώς και των ιστορικών μηχανισμών, που τις υποστηρίζουν, έρχονται σε δεύτερη μοίρα και αντικαθίστανται βαθμηδόν από ένα συνονθύλευμα “προσωπικοτήτων” και “διασημοτήτων”, που ενεργούν όλο και περισσότερο βάσει των κανόνων της βιομηχανίας του θεάματος και της "κουλτούρας της προβολής".
Τα όποια προσωπικά προσόντα του, εξαρτώμενου ολοένα και περισσότερο από επαγγελματίες συμβούλους πολιτικής επικοινωνίας, που αναλαμβάνουν τη βελτίωση και την προώθηση της εικόνας του, Πολιτικού, αναδεικνύονται και τονίζονται από την τηλεοπτική τεχνολογία και σκηνοθεσία, προκειμένου να επιτύχουν, μέσω της καλλιέργειας στο θεατή της εντύπωσης πως ό,τι ακριβώς βλέπει ανταποκρίνεται σε ό,τι συμβαίνει στην πραγματικότητα - γεγονός βεβαίως που δεν ισχύει: α) την εξ αποστάσεως οικειότητα, β) την απαξίωση της ρητορικής και του πολιτικού λόγου και γ) την ασάφεια της πολιτικής πληροφορίας.
Έτσι, πολλοί Πολιτικοί απομακρύνονται, αν δεν έχουν αποξενωθεί πλήρως, από την παλαιά παράδοση της ρητορικής τέχνης. «Πουλώντας» τον εαυτό τους ως προϊόν των Μέσων, συγχέουν το ευπαρουσίαστο με το εύγλωττο, την πειθώ με την πειστικότητα, το φαίνεσθαι με το είναι, το πρόσωπο με το προσωπείο. Η τηλεοπτική, και γι' αυτό προσωποποιημένη, πολιτική παρουσία έχει επιφέρει έναν διπλό διαχωρισμό: της εικόνας από τη λογική κρίση και του πολιτικού λόγου από την πολιτική σκέψη.
Όσο μάλιστα τα μηνύματα αυτά απευθύνονται σε ένα κοινό που είναι αδρανές, αδιάφορο ή μπερδεμένο και κατάπληκτο μπροστά στο ακατανόητο της πολιτικής, τόσο περισσότερο βαρύνει το φαίνεσθαι από το περιεχόμενο αυτών που λέγονται ή υπονοούνται. Αυτά τότε προσαρμόζονται στα εκ των προτέρων έτοιμα διχοτομικά σχήματα: ειλικρινής - ανειλικρινής, δυναμικός - άτονος, ζεστός - ψυχρός, ευχάριστος - δυσάρεστος, συμπαθητικός - αντιπαθής, όμορφος - άσχημος, οξύνους - βραδύνους και ούτω καθεξής. Κατά μία έννοια και μέχρι ενός ορίου, η αναζήτηση του πρακτέου αντικαθίστανται από τη διαχείριση εντυπώσεων.
Βέβαια η πραγματική ζωή δεν είναι δυνατόν να παρακαμφθεί ούτε απόλυτα, ούτε μακροπρόθεσμα. Στην πράξη πρόκειται για μια διελκυστίνδα ανάμεσα στο φαντασιακό και το πραγματικό. Η διαδικασία γίνεται πιο σύνθετη καθώς ο παίκτης δεν είναι μόνος. Υπάρχουν και άλλοι παίκτες που χρησιμοποιούν το φαντασιακό και την προπαγάνδα σε άλλη (ενδεχομένως αντίθετη) κατεύθυνση.
Εν τέλει, για να μην καταστούμε και πάλι θύματα απάτης απ’αυτούς που άλλα σου δείχνουν και άλλα θέλουν να σου λανσάρουν, όπως προειδοποιεί και ο Χότζας, θα πρέπει να θυμηθούμε το αυτονόητο, ότι οι πράξεις είναι αυτές που θα καθορίσουν το τί είναι ένα Κόμμα ή ένας Πολιτικός και όχι οι δηλώσεις ή οι διακηρύξεις τους και καθ’ ο μέρος αφορά τους Πολιτικούς, ούτε οι τίτλοι ή η οικονομική τους κατάσταση ή η εξωτερική τους εμφάνιση…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου