«“Η ένωση δίνει δύναμη” Αίσωπος»
Ύστερα από μια χαμένη 5ετία δήθεν μεταρρυθμίσεων από την κυβέρνηση της Ν.Δ., που ανέδειξαν την κυριαρχία των μεγάλων συμφερόντων, την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, την μείωση της φορολογίας του μεγάλου κεφαλαίου, τις ιδιωτικοποιήσεις, την ασυδοσία των καρτέλ, την ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία των τραπεζών, την αδιαφάνεια στις συναλλαγές του δημοσίου, τα stage και στη πραγματικότητα απορύθμισαν τη χώρα μας από την δυναμική που γνωρίζαμε μέχρι και το 2004, καθιστώντας την πλέον ουραγό των εξελίξεων στην Ευρώπη και βυθίζοντάς την στο ναδίρ της οικονομικής ανάπτυξης, όλοι πλέον συμφωνούμε ότι στην ελληνική κοινωνία υπάρχει άμεση και επιτακτική ανάγκη εκσυγχρονισμού και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Συγκεκριμένα, αναγκαία είναι η διεύρυνση της δημοκρατίας για τη διαφύλαξη, επέκταση και καθολική εφαρμογή του κοινωνικού κράτους, για την προώθηση της αειφορίας και της προστασίας του περιβάλλοντος, για την εκ βάθρων μεταρρύθμιση της αποκέντρωσης και του τρόπου λειτουργίας της αυτοδιοίκησης, για τον εκσυγχρονισμό και την πάταξη της διαφθοράς και της πολιτικής εξάρτησης της δημόσιας διοίκησης, για την αναδιάταξη της φορολογίας, μέσω της εμπέδωσης της αντίληψης περί αναλογικής συνεισφοράς, όπου ο καθένας θα συνεισφέρει αναλόγως των οικονομικών του δυνάμεων, για την περιστολή των εθνικιστικών υστεριών και των ιδιοτελών πατριδοκαπηλιών, για μια κοινωνία ίσων ευκαιριών, αλληλεγγύης, με αξιόλογη δημόσια δωρεάν παιδεία και υγεία για όλους.
Το προεκλογικό σύνθημα «ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε» του ΠΑΣΟΚ έχει ευρύτερες προεκτάσεις και δεν περιορίζεται μόνον στον τρόπο άσκησης της οικονομικής πολιτικής στη χώρα μας. Η αναγκαιότητα των παραπάνω μεταρρυθμίσεων δεν αποτελεί μια ανεδαφική γραμμική πορεία ρυθμίσεων, ούτε και μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη, καθόσον απαιτεί ρήξεις με αντιλήψεις της αρπαχτής, των ημετέρων, των κουμπάρων, που γιγαντώθηκαν επί θητείας της Ν.Δημοκρατίας. Πρωτίστως, όμως, απαιτεί καθημερινές ρήξεις, με τη βούληση της μεγάλης πλειοψηφίας και την ενεργό συμμετοχή των πολιτών.
Στα πλαίσια αυτά, το τμήμα εκείνο της ευρύτερης ελληνικής αριστεράς, το οποίο έχει αυτοπεριθωριοποιηθεί πίσω από την λεκτική διαμαρτυρία και αντίσταση, κατ’ ουσίαν υποτίμησε την πολιτική και ξέμεινε χωρίς προοπτική, κατεύθυνση και όραμα. Για το λόγο αυτό ο μεν ΣΥΡΙΖΑ υπέστη εκλογική καθίζηση και τώρα εισήλθε εύλογα σε ένα κύκλο εσωστρέφειας, ενώ το ΚΚΕ, παρότι μετρά απώλειες, εντούτοις έχει συνηθίσει, στην πολύχρονη ιστορία του, να κρύβει κάτω από το χαλί το πλείστον των προβλημάτων και να προσποιείται ότι όλα βαίνουν καλώς.
Πώς, μετά από αυτά να μην ανεβαίνουν οι εκλογικές ωφέλειες του ΛΑ.ΟΣ., το οποίο, οδηγούμενο από ένα επιτυχημένο επιχειρηματία – πολιτικό, έχει υιοθετήσει την επιχειρηματολογία της ελεύθερης αγοράς, όπου η ανύπαρκτη ιδεολογία έχει αντικατασταθεί με το «πουλάω αυτό που θέλει ο πελάτης. Ό,τι και να είναι αυτό, αρκεί να το αγοράζει...»;
Κι, όμως, ως χώρα δεν μας αξίζει η μιζέρια και η ιδεολογική ναφθαλίνη που αναδύει η Ν.Δ. και ο ΛΑ.ΟΣ., απεναντίας είναι αναγκαίο, όσο και εφικτό ένα μεταρρυθμιστικό πολιτικό σχέδιο, που θα μας βάλει και πάλι σε τροχιά ανάπτυξης και στην πρωτοκαθεδρία των εξελίξεων στην Ευρώπη και όχι μόνο, το οποίο απαιτεί συγκλίσεις όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων του δημοκρατικού σοσιαλισμού.
Στα πλαίσια αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει την ιστορική ευκαιρία, αντί να αναλωθεί στην εσωτερική ομφαλοσκόπηση, να αναζητήσει τις ιδεολογικές συγγένειες με το ΠΑΣΟΚ και από κοινού να αναζητήσουν και τα δύο κόμματα την οδό της πολιτικής συνεννόησης και συνεργασίας, χάριν όχι της ικανοποίησης του κομματικού εγωϊσμού οιουδήποτε εξ αυτών και αντίστοιχα της ταπείνωσης του ετέρου, αλλά της ιστορικής τους ευθύνης απέναντι στο Τόπο.
Η εκλογική ανάκαμψη της αριστεράς σε μεγέθη αντίστοιχα του 1981 απαιτεί την επανεμφάνιση μιας αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης και σήμερα είναι η κατάλληλη ιστορική στιγμή για να ανταμώσουν οι έλληνες σοσιαλιστές κάτω από μια κοινή πολιτική βάση, η οποία θα σημάνει και την αναδιάταξη της…
Ύστερα από μια χαμένη 5ετία δήθεν μεταρρυθμίσεων από την κυβέρνηση της Ν.Δ., που ανέδειξαν την κυριαρχία των μεγάλων συμφερόντων, την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, την μείωση της φορολογίας του μεγάλου κεφαλαίου, τις ιδιωτικοποιήσεις, την ασυδοσία των καρτέλ, την ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία των τραπεζών, την αδιαφάνεια στις συναλλαγές του δημοσίου, τα stage και στη πραγματικότητα απορύθμισαν τη χώρα μας από την δυναμική που γνωρίζαμε μέχρι και το 2004, καθιστώντας την πλέον ουραγό των εξελίξεων στην Ευρώπη και βυθίζοντάς την στο ναδίρ της οικονομικής ανάπτυξης, όλοι πλέον συμφωνούμε ότι στην ελληνική κοινωνία υπάρχει άμεση και επιτακτική ανάγκη εκσυγχρονισμού και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Συγκεκριμένα, αναγκαία είναι η διεύρυνση της δημοκρατίας για τη διαφύλαξη, επέκταση και καθολική εφαρμογή του κοινωνικού κράτους, για την προώθηση της αειφορίας και της προστασίας του περιβάλλοντος, για την εκ βάθρων μεταρρύθμιση της αποκέντρωσης και του τρόπου λειτουργίας της αυτοδιοίκησης, για τον εκσυγχρονισμό και την πάταξη της διαφθοράς και της πολιτικής εξάρτησης της δημόσιας διοίκησης, για την αναδιάταξη της φορολογίας, μέσω της εμπέδωσης της αντίληψης περί αναλογικής συνεισφοράς, όπου ο καθένας θα συνεισφέρει αναλόγως των οικονομικών του δυνάμεων, για την περιστολή των εθνικιστικών υστεριών και των ιδιοτελών πατριδοκαπηλιών, για μια κοινωνία ίσων ευκαιριών, αλληλεγγύης, με αξιόλογη δημόσια δωρεάν παιδεία και υγεία για όλους.
Το προεκλογικό σύνθημα «ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε» του ΠΑΣΟΚ έχει ευρύτερες προεκτάσεις και δεν περιορίζεται μόνον στον τρόπο άσκησης της οικονομικής πολιτικής στη χώρα μας. Η αναγκαιότητα των παραπάνω μεταρρυθμίσεων δεν αποτελεί μια ανεδαφική γραμμική πορεία ρυθμίσεων, ούτε και μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη, καθόσον απαιτεί ρήξεις με αντιλήψεις της αρπαχτής, των ημετέρων, των κουμπάρων, που γιγαντώθηκαν επί θητείας της Ν.Δημοκρατίας. Πρωτίστως, όμως, απαιτεί καθημερινές ρήξεις, με τη βούληση της μεγάλης πλειοψηφίας και την ενεργό συμμετοχή των πολιτών.
Στα πλαίσια αυτά, το τμήμα εκείνο της ευρύτερης ελληνικής αριστεράς, το οποίο έχει αυτοπεριθωριοποιηθεί πίσω από την λεκτική διαμαρτυρία και αντίσταση, κατ’ ουσίαν υποτίμησε την πολιτική και ξέμεινε χωρίς προοπτική, κατεύθυνση και όραμα. Για το λόγο αυτό ο μεν ΣΥΡΙΖΑ υπέστη εκλογική καθίζηση και τώρα εισήλθε εύλογα σε ένα κύκλο εσωστρέφειας, ενώ το ΚΚΕ, παρότι μετρά απώλειες, εντούτοις έχει συνηθίσει, στην πολύχρονη ιστορία του, να κρύβει κάτω από το χαλί το πλείστον των προβλημάτων και να προσποιείται ότι όλα βαίνουν καλώς.
Πώς, μετά από αυτά να μην ανεβαίνουν οι εκλογικές ωφέλειες του ΛΑ.ΟΣ., το οποίο, οδηγούμενο από ένα επιτυχημένο επιχειρηματία – πολιτικό, έχει υιοθετήσει την επιχειρηματολογία της ελεύθερης αγοράς, όπου η ανύπαρκτη ιδεολογία έχει αντικατασταθεί με το «πουλάω αυτό που θέλει ο πελάτης. Ό,τι και να είναι αυτό, αρκεί να το αγοράζει...»;
Κι, όμως, ως χώρα δεν μας αξίζει η μιζέρια και η ιδεολογική ναφθαλίνη που αναδύει η Ν.Δ. και ο ΛΑ.ΟΣ., απεναντίας είναι αναγκαίο, όσο και εφικτό ένα μεταρρυθμιστικό πολιτικό σχέδιο, που θα μας βάλει και πάλι σε τροχιά ανάπτυξης και στην πρωτοκαθεδρία των εξελίξεων στην Ευρώπη και όχι μόνο, το οποίο απαιτεί συγκλίσεις όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων του δημοκρατικού σοσιαλισμού.
Στα πλαίσια αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει την ιστορική ευκαιρία, αντί να αναλωθεί στην εσωτερική ομφαλοσκόπηση, να αναζητήσει τις ιδεολογικές συγγένειες με το ΠΑΣΟΚ και από κοινού να αναζητήσουν και τα δύο κόμματα την οδό της πολιτικής συνεννόησης και συνεργασίας, χάριν όχι της ικανοποίησης του κομματικού εγωϊσμού οιουδήποτε εξ αυτών και αντίστοιχα της ταπείνωσης του ετέρου, αλλά της ιστορικής τους ευθύνης απέναντι στο Τόπο.
Η εκλογική ανάκαμψη της αριστεράς σε μεγέθη αντίστοιχα του 1981 απαιτεί την επανεμφάνιση μιας αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης και σήμερα είναι η κατάλληλη ιστορική στιγμή για να ανταμώσουν οι έλληνες σοσιαλιστές κάτω από μια κοινή πολιτική βάση, η οποία θα σημάνει και την αναδιάταξη της…