Γι' αυτούς που άφησαν τις παρωπίδες στον κάλαθο των αχρήστων και μπορούν με αντικειμενικότητα να διαπιστώσουν το τι συμβαίνει γύρω τους, θα αντιλήφθηκαν ότι η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας όχι μόνον στόχευσε εξαρχής και στοχεύει στο να βοηθά την ολιγαρχία, τους λίγους, τους παράγοντες, τους μεσάζοντες, ενισχύοντας την άνθηση μιας παρασιτικής και όχι μιας παραγωγικής Ελλάδας, αλλά εξακολουθεί να νομίζει ότι μπορεί να κυβερνήσει, ελέγχοντας την τοπική κοινωνία, μέσω της διαχωρισμού των Ελλήνων σε μικρές Κοινότητες, σε «πράσινους», «κόκκινους», «γαλάζιους». Νομίζει ότι μπορεί έτσι, με αυτόν τον τρόπο, να ελέγξει τα πάντα…
Ευαγγελίστηκε τις μεταρρυθμίσεις και ως τέτοιες εννοεί την αποβιομηχάνιση, την πρόωρη συνταξιοδότηση. Είναι στρουθοκαμηλισμός. Δεν κοιτάει την πραγματικότητα. Ακόμη κι αν συνταξιοδοτηθούν πρόωρα κάποιοι άνεργοι, το ερώτημα είναι, τι γίνεται για τους επόμενους; Πού είναι η ανάπτυξη; Πού θα βρουν δουλειά οι νέοι άνθρωποι; Πώς θα οικοδομήσει ένα σίγουρο μέλλον; Και αυτοί που συνταξιοδοτούνται και τους αποσύρει κανείς από την ενεργό αγορά εργασίας, είναι πολύ πιθανό να συμπληρώσουν το εισόδημά τους μέσα από τη μαύρη εργασία. Αρκείται η κυβέρνηση στο να μετατρέπει τους ανέργους σε πρόωρους συνταξιούχους. Αυτή είναι η λογική της. Μια στρατιά ανθρώπων έξω από την παραγωγική διαδικασία. Λείπει δραματικά το σχέδιο για μια προοπτική ανάπτυξης, για μια ουσιαστική προοπτική ελπίδας για τις περιοχές σε κρίση. Απουσιάζει εντελώς μια ολοκληρωμένη στρατηγική και στα θέματα της απασχόλησης.
Μετατρέπει το ασφαλιστικό σύστημα σε μια «χωματερή ελλειμμάτων», αντί να είναι εγγύηση της ποιότητας και της ανθρωπιάς. Από τη μια μεταφέρει με την πολιτική της ελλείμματα στο ασφαλιστικό σύστημα, υπονομεύοντας την προοπτική του ασφαλιστικού συστήματος και από την άλλη βάζει τον φτωχό και μέσο πολίτη να πληρώσει για προληπτικές εξετάσεις.
Απέναντι στην γενικευμένη αποσάθρωση, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στις τελευταίες ομιλίες του μίλησε, μεταξύ άλλων, για την ανάγκη διαχωρισμού ανάμεσα στην «παραγωγική Ελλάδα» και την «παρασιτική Ελλάδα», σημειώνοντας, επιπροσθέτως, ότι η διάκριση αυτή, χωρίς να αποτελεί ένα νέο ταξικό διαχωρισμό, μπορεί, ωστόσο, να προσδώσει ένα ιδεολογικό στίγμα στην εποχή την οποία διανύουμε και κατέληξε λέγοντας ότι “Εμείς ως σοσιαλιστικό κόμμα θέλουμε να δούμε παραγωγικούς τους Έλληνες, θέλουμε να αυξήσουμε τη συμμετοχή στην απασχόληση…Θέλουμε την παραγωγική Ελλάδα και θέλουμε και όλους τους Έλληνες παραγωγικούς. Όχι στην άκρη, όχι στο περιθώριο”.
Υποστήριξε, μάλιστα την ανάγκη για τον συντονισμό και το σχεδιασμό του κράτους, με την συνέργια κοινωνικών εταίρων, εργαζομένων, Αυτοδιοίκησης, εργοδοτών, επιμελητηρίων, σε Ολοκληρωμένα Προγράμματα Ανασυγκρότησης των Περιοχών. Ότι οι μεταρρυθμίσεις χρειάζεται να στοχεύουν στην αύξηση της απασχόλησης, στην κοινωνική δικαιοσύνη, στη δίκαιη κατανομή του πλούτου, στην προστασία του περιβάλλοντος, στην ανταγωνιστικότητα και στην εξωστρέφεια, στη διαφάνεια, στην ποιότητα και τη λογοδοσία προς τον πολίτη, στην επένδυση στον άνθρωπο, στην παιδεία, στην καινοτομία, στην αποκέντρωση, στην εξυγίανση της αγοράς, στην πάταξη της γραφειοκρατίας, σε κανόνες διαφάνειας και αξιοκρατίας. Η ανάπτυξη τότε θα είναι διασφαλισμένη. Ότι τα λεφτά που υπάρχουν στην Ελλάδα να πιάνουν τόπο, στοχεύοντας σε μια παραγωγική Ελλάδα και όχι να καταλήγουν σε μεσάζοντες, σε ολιγαρχίες, σε παράγοντες, σε μια παρασιτική Ελλάδα. Ότι η παραγωγική δυναμικότητα, ο μόχθος του ελληνικού λαού πάει στράφι, δεν έχει προοπτική.
Σε αντίθεση με την Ν.Δημοκρατία, κάθε προοδευτική κυβέρνηση σήμερα στην Ελλάδα πρέπει να έχει ως πρώτη υποχρέωση την προσπάθεια προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, την ενθάρρυνση της εγχώριας επιχειρηματικότητας και την δημιουργία κρατικών επιχειρήσεων σε συγκεκριμένους στρατηγικούς τομείς, ιδιαίτερα δε στην εφαρμοσμένη έρευνα.
Τα κρατικά χρήματα που θα πηγαίνουν στις δημόσιες δαπάνες για τις λαϊκές μάζες (υγεία, συντάξεις, εκπαίδευση) θα είναι πολύ περισσότερα, ακόμα και με τους σημερινούς όρους παραγωγής, όταν πολλοί φόροι δε θα πηγαίνουν, όπως σήμερα, για να θρέψουν μια παρασιτική γραφειοκρατία που δεν προσφέρει παρά αδιαφορία στους πολίτες ή για να θρέψουν μια σειρά μιζαδόρους ή μια σειρά αρπακτικούς ολιγάρχες.
Όσο για κίνητρα του τύπου «ελαστικές εργασιακές σχέσεις», που στις περισσότερες περιπτώσεις σημαίνουν πτώση αμοιβών και χειροτέρευση εργασιακών συνθηκών, αυτά δε χρειάζονται ούτε στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες. Αυτές όφειλαν να προστατέψουν την αγορά εργασίας τους με φορολογία στα προϊόντα των χωρών που εκμεταλλεύονται την εργατική τους τάξη με όρους δουλοκτησίας και όχι ελεύθερης αγοράς για το εμπόρευμα που λέγεται εργατική δύναμη. Είναι κυρίως η Κίνα που βυθίζει σήμερα στα έγκατα τα παγκόσμια μεροκάματα και τους μισθούς. Όμως οι δυτικοί ιμπεριαλιστές, και πιο πολύ οι αμερικανοί, χρησιμοποιούν ευχαρίστως τον κινέζικο φασισμό για να συντρίψουν το παγκόσμιο μεροκάματο και να εκβιάσουν στις δικές τους χώρες τους μισθωτούς, δείχνοντας τους κινέζους εργάτες ως ανταγωνιστές τους. Απέναντι σε αυτούς τους μονοπωλιστές με τα πελώρια υπερκέρδη πρέπει οι εργαζόμενοι να οξύνουν την οικονομική διεκδικητική τους πάλη.
Ειδικά, όμως, για τη χώρα μας τέτοιου είδους κίνητρα δε χρειάζονται ούτε από την πιο ιδιοτελή καπιταλιστική άποψη, καθώς αυτή η χώρα βάλλεται εκ των έσω, από μια συγκεκριμένη κάστα αυτόκλητων κερδοσκόπων, της παρασιτικής ολιγαρχίας, η οποία δεν στηρίζει την κυριαρχία της σε κάποιο αυτόκεντρο οικονομικό και παραγωγικό δυναμισμό, αλλά στην ωμή υποστήριξη της Ν.Δημοκρατίας και αυτός ο βομβαρδισμός έχει ρίξει τα ελληνικά μεροκάματα στα έγκατα της Ευρώπης, ιδιαίτερα τα πραγματικά «μαύρα» μεροκάματα. Αρκεί να καταργήσει κάποιος τα τρομερά εμπόδια ή αλλιώς τα αντικίνητρα στις επενδύσεις και την έρευνα, και αυτές θα είναι άφθονες ακόμα και όταν οι πραγματικοί μισθοί ανεβούν πολύ περισσότερο από όσο σήμερα.
Παράλληλα, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα ο ελληνικός δημόσιος τομέας, η πιο μεγάλη νεοελληνική, ιδιαίτερα μεταπολιτευτική, πληγή. Το κλασικό χαρακτηριστικό του ήταν πάντα ότι λειτούργησε ως χώρος για την ενδιαίτηση ενός μεγάλου τμήματος των ψηφοφορικών στρατών της αστικής τάξης, ενώ θα μπορούσε να παίξει θετικό ρόλο στη διαδικασία της διοίκησης, της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και της παροχής ουσιαστικών υπηρεσιών στους πολίτες.
Τελικά, δεν μπορεί να είναι όλα μαύρα και άραχνα. Υπάρχει λύση και αξίζει να το παλέψουμε και να την διεκδικήσουμε, για μας, αλλά και για τα παιδιά μας, κόντρα σ’αυτούς που καλλιεργούν μονίμως ένα κλίμα απαισιοδοξίας, προκειμένου να μένουμε καθηλωμένοι και χωρίς ελπίδα…
*βλ. την συνέντευξη στις 4/8/2008 του Η.Ζαφειρόπουλου στον Θ.Λαζαρίδη (http://www.oakke.gr/na427/sinentefxi_427.htm.) και την ομιλία του Γιώργου Παπανδρέου στην Κοινότητα Στάνου Αιτωλοακαρνανίας στις 20/3/2006 (http://www.pasok.gr/portal/gr/23/31966/3/7/1/showdoc.html.).
Ευαγγελίστηκε τις μεταρρυθμίσεις και ως τέτοιες εννοεί την αποβιομηχάνιση, την πρόωρη συνταξιοδότηση. Είναι στρουθοκαμηλισμός. Δεν κοιτάει την πραγματικότητα. Ακόμη κι αν συνταξιοδοτηθούν πρόωρα κάποιοι άνεργοι, το ερώτημα είναι, τι γίνεται για τους επόμενους; Πού είναι η ανάπτυξη; Πού θα βρουν δουλειά οι νέοι άνθρωποι; Πώς θα οικοδομήσει ένα σίγουρο μέλλον; Και αυτοί που συνταξιοδοτούνται και τους αποσύρει κανείς από την ενεργό αγορά εργασίας, είναι πολύ πιθανό να συμπληρώσουν το εισόδημά τους μέσα από τη μαύρη εργασία. Αρκείται η κυβέρνηση στο να μετατρέπει τους ανέργους σε πρόωρους συνταξιούχους. Αυτή είναι η λογική της. Μια στρατιά ανθρώπων έξω από την παραγωγική διαδικασία. Λείπει δραματικά το σχέδιο για μια προοπτική ανάπτυξης, για μια ουσιαστική προοπτική ελπίδας για τις περιοχές σε κρίση. Απουσιάζει εντελώς μια ολοκληρωμένη στρατηγική και στα θέματα της απασχόλησης.
Μετατρέπει το ασφαλιστικό σύστημα σε μια «χωματερή ελλειμμάτων», αντί να είναι εγγύηση της ποιότητας και της ανθρωπιάς. Από τη μια μεταφέρει με την πολιτική της ελλείμματα στο ασφαλιστικό σύστημα, υπονομεύοντας την προοπτική του ασφαλιστικού συστήματος και από την άλλη βάζει τον φτωχό και μέσο πολίτη να πληρώσει για προληπτικές εξετάσεις.
Απέναντι στην γενικευμένη αποσάθρωση, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στις τελευταίες ομιλίες του μίλησε, μεταξύ άλλων, για την ανάγκη διαχωρισμού ανάμεσα στην «παραγωγική Ελλάδα» και την «παρασιτική Ελλάδα», σημειώνοντας, επιπροσθέτως, ότι η διάκριση αυτή, χωρίς να αποτελεί ένα νέο ταξικό διαχωρισμό, μπορεί, ωστόσο, να προσδώσει ένα ιδεολογικό στίγμα στην εποχή την οποία διανύουμε και κατέληξε λέγοντας ότι “Εμείς ως σοσιαλιστικό κόμμα θέλουμε να δούμε παραγωγικούς τους Έλληνες, θέλουμε να αυξήσουμε τη συμμετοχή στην απασχόληση…Θέλουμε την παραγωγική Ελλάδα και θέλουμε και όλους τους Έλληνες παραγωγικούς. Όχι στην άκρη, όχι στο περιθώριο”.
Υποστήριξε, μάλιστα την ανάγκη για τον συντονισμό και το σχεδιασμό του κράτους, με την συνέργια κοινωνικών εταίρων, εργαζομένων, Αυτοδιοίκησης, εργοδοτών, επιμελητηρίων, σε Ολοκληρωμένα Προγράμματα Ανασυγκρότησης των Περιοχών. Ότι οι μεταρρυθμίσεις χρειάζεται να στοχεύουν στην αύξηση της απασχόλησης, στην κοινωνική δικαιοσύνη, στη δίκαιη κατανομή του πλούτου, στην προστασία του περιβάλλοντος, στην ανταγωνιστικότητα και στην εξωστρέφεια, στη διαφάνεια, στην ποιότητα και τη λογοδοσία προς τον πολίτη, στην επένδυση στον άνθρωπο, στην παιδεία, στην καινοτομία, στην αποκέντρωση, στην εξυγίανση της αγοράς, στην πάταξη της γραφειοκρατίας, σε κανόνες διαφάνειας και αξιοκρατίας. Η ανάπτυξη τότε θα είναι διασφαλισμένη. Ότι τα λεφτά που υπάρχουν στην Ελλάδα να πιάνουν τόπο, στοχεύοντας σε μια παραγωγική Ελλάδα και όχι να καταλήγουν σε μεσάζοντες, σε ολιγαρχίες, σε παράγοντες, σε μια παρασιτική Ελλάδα. Ότι η παραγωγική δυναμικότητα, ο μόχθος του ελληνικού λαού πάει στράφι, δεν έχει προοπτική.
Σε αντίθεση με την Ν.Δημοκρατία, κάθε προοδευτική κυβέρνηση σήμερα στην Ελλάδα πρέπει να έχει ως πρώτη υποχρέωση την προσπάθεια προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, την ενθάρρυνση της εγχώριας επιχειρηματικότητας και την δημιουργία κρατικών επιχειρήσεων σε συγκεκριμένους στρατηγικούς τομείς, ιδιαίτερα δε στην εφαρμοσμένη έρευνα.
Τα κρατικά χρήματα που θα πηγαίνουν στις δημόσιες δαπάνες για τις λαϊκές μάζες (υγεία, συντάξεις, εκπαίδευση) θα είναι πολύ περισσότερα, ακόμα και με τους σημερινούς όρους παραγωγής, όταν πολλοί φόροι δε θα πηγαίνουν, όπως σήμερα, για να θρέψουν μια παρασιτική γραφειοκρατία που δεν προσφέρει παρά αδιαφορία στους πολίτες ή για να θρέψουν μια σειρά μιζαδόρους ή μια σειρά αρπακτικούς ολιγάρχες.
Όσο για κίνητρα του τύπου «ελαστικές εργασιακές σχέσεις», που στις περισσότερες περιπτώσεις σημαίνουν πτώση αμοιβών και χειροτέρευση εργασιακών συνθηκών, αυτά δε χρειάζονται ούτε στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες. Αυτές όφειλαν να προστατέψουν την αγορά εργασίας τους με φορολογία στα προϊόντα των χωρών που εκμεταλλεύονται την εργατική τους τάξη με όρους δουλοκτησίας και όχι ελεύθερης αγοράς για το εμπόρευμα που λέγεται εργατική δύναμη. Είναι κυρίως η Κίνα που βυθίζει σήμερα στα έγκατα τα παγκόσμια μεροκάματα και τους μισθούς. Όμως οι δυτικοί ιμπεριαλιστές, και πιο πολύ οι αμερικανοί, χρησιμοποιούν ευχαρίστως τον κινέζικο φασισμό για να συντρίψουν το παγκόσμιο μεροκάματο και να εκβιάσουν στις δικές τους χώρες τους μισθωτούς, δείχνοντας τους κινέζους εργάτες ως ανταγωνιστές τους. Απέναντι σε αυτούς τους μονοπωλιστές με τα πελώρια υπερκέρδη πρέπει οι εργαζόμενοι να οξύνουν την οικονομική διεκδικητική τους πάλη.
Ειδικά, όμως, για τη χώρα μας τέτοιου είδους κίνητρα δε χρειάζονται ούτε από την πιο ιδιοτελή καπιταλιστική άποψη, καθώς αυτή η χώρα βάλλεται εκ των έσω, από μια συγκεκριμένη κάστα αυτόκλητων κερδοσκόπων, της παρασιτικής ολιγαρχίας, η οποία δεν στηρίζει την κυριαρχία της σε κάποιο αυτόκεντρο οικονομικό και παραγωγικό δυναμισμό, αλλά στην ωμή υποστήριξη της Ν.Δημοκρατίας και αυτός ο βομβαρδισμός έχει ρίξει τα ελληνικά μεροκάματα στα έγκατα της Ευρώπης, ιδιαίτερα τα πραγματικά «μαύρα» μεροκάματα. Αρκεί να καταργήσει κάποιος τα τρομερά εμπόδια ή αλλιώς τα αντικίνητρα στις επενδύσεις και την έρευνα, και αυτές θα είναι άφθονες ακόμα και όταν οι πραγματικοί μισθοί ανεβούν πολύ περισσότερο από όσο σήμερα.
Παράλληλα, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα ο ελληνικός δημόσιος τομέας, η πιο μεγάλη νεοελληνική, ιδιαίτερα μεταπολιτευτική, πληγή. Το κλασικό χαρακτηριστικό του ήταν πάντα ότι λειτούργησε ως χώρος για την ενδιαίτηση ενός μεγάλου τμήματος των ψηφοφορικών στρατών της αστικής τάξης, ενώ θα μπορούσε να παίξει θετικό ρόλο στη διαδικασία της διοίκησης, της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και της παροχής ουσιαστικών υπηρεσιών στους πολίτες.
Τελικά, δεν μπορεί να είναι όλα μαύρα και άραχνα. Υπάρχει λύση και αξίζει να το παλέψουμε και να την διεκδικήσουμε, για μας, αλλά και για τα παιδιά μας, κόντρα σ’αυτούς που καλλιεργούν μονίμως ένα κλίμα απαισιοδοξίας, προκειμένου να μένουμε καθηλωμένοι και χωρίς ελπίδα…
*βλ. την συνέντευξη στις 4/8/2008 του Η.Ζαφειρόπουλου στον Θ.Λαζαρίδη (http://www.oakke.gr/na427/sinentefxi_427.htm.) και την ομιλία του Γιώργου Παπανδρέου στην Κοινότητα Στάνου Αιτωλοακαρνανίας στις 20/3/2006 (http://www.pasok.gr/portal/gr/23/31966/3/7/1/showdoc.html.).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου