Σύμφωνα με τις τρέχουσες δημοσιογραφικές πληροφορίες, στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων παραπέμπεται η συζήτηση για τις κυρώσεις που θα πρέπει να επιβληθούν στην Τουρκία, λόγω της μη εφαρμογής του πρόσθετου πρωτοκόλλου, η οποία θα γίνει σε ιδιαίτερα φορτισμένο κλίμα, εξαιτίας και των ατυχών (;!) χειρισμών που έγιναν από πλευράς Φινλανδών αναφορικά με την περίφημη «τουρκική πρόταση» να ανοίξει ένα λιμάνι και ένα αεροδρόμιο, αλλά και την ταχύτητα με την οποία ορισμένες πλευρές έσπευσαν να χαρακτηρίσουν τον τουρκικό ελιγμό ως «εποικοδομητική χειρονομία».
Την ίδια ώρα, στη Τουρκία μαίνεται η σύγκρουση μεταξύ της Κυβέρνησης Ερντογάν από τη μια και του Αρχηγού του γενικού επιτελείου και του προέδρου της τουρκικής δημοκρατίας από την άλλη, εξαιτίας της πρότασης της τουρκικής κυβέρνησης στην ΕΕ για το άνοιγμα των τουρκικών λιμανιών στην Κύπρο, για την οποία οι δεύτεροι δήλωσαν άγνοια.
Ήδη τα κράτη μέλη εμφανίζονται χωρισμένα σε δύο μπλοκ. Το ένα, με βασικό πυρήνα την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αυστρία και τη Γαλλία, υποστηρίζουν πως η Τουρκία πρέπει να λάβει ένα καθαρό μήνυμα με πάγωμα ικανών κεφαλαίων και την οριοθέτηση χρονοδιαγράμματος για να τηρήσει τις δεσμεύσεις της. Το άλλο, με βασικό πυρήνα την Βρετανία την Ισπανία, την Ιταλία και την Σουηδία επιδιώκουν το ελάχιστο των κυρώσεων για την Τουρκία, υποστηρίζοντας ότι "Είναι ισχυρό το μήνυμα που ήδη έχει λάβει η Άγκυρα".
Μέχρι πρότινος οι μεγάλοι εταίροι μας προσπαθούσαν να παρακάμψουν την τουρκική ασυνέπεια. Υπενθυμίζουμε ότι τον Δεκέμβριο του 1999 στη Σύνοδο Κορυφής του Ελσίνκι είχαν αναγορεύσει την Τουρκία υποψήφια προς ένταξη χώρα για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας κι όχι γιατί πληρούσε τα υφιστάμενα κριτήρια. Τότε, όμως, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θεωρούσαν ότι η δέσμευση που αναλάμβαναν ήταν γενική. Τον Δεκέμβριο 2002 στην Κοπεγχάγη είχαν αφήσει τη γειτονική μας χώρα μετεξεταστέα αλλά, όπως ήταν αναμενόμενο, τον περασμένο Δεκέμβριο ικανοποίησαν το αίτημά της. Της έδωσαν ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων και κατ' αυτόν τον τρόπο την έθεσαν σε τροχιά ένταξης, έστω κι αν έθεσαν μια σειρά από πρωτοφανείς όρους.
Γνωστό είναι για “τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ” ότι ουκ ολίγες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επιθυμούν η προοπτική ένταξης της Τουρκίας να εκτραπεί στην πορεία σε μια «ειδική σχέση».
Από την άλλη, οι ΗΠΑ και η Βρετανία, οι οποίες, ως γνωστόν, έχουν εδώ και χρόνια αναλάβει την εργολαβία να θέσουν την Τουρκία σε τροχιά ένταξης, επικαλούμενες ως πρόσχημα το στερεότυπο του κινδύνου διολίσθησης στον ισλαμικό φονταμενταλισμό, ενώ στη πραγματικότητα η στάση τους οφείλεται περισσότερο στη στρατηγική εκτίμησή τους ότι η ένταξή της όχι μόνον θα αποδυναμώσει την Ε.Ε. οικονομικά, αλλά και θα παρεμποδίσει την πολιτική χειραφέτηση της Γηραιάς Ηπείρου, έχουν αποδυθεί τις τελευταίες ημέρες σε μία διπλωματία κάτω από το τραπέζι, προσπαθώντας να επηρεάσουν τα κράτη μέλη που θεωρούν ως φιλοαμερικανικά υπέρ της Τουρκίας, προκειμένου να αποσοβήσουν τα χειρότερα γι’ αυτήν.
Και ξέρουμε το τι παίζεται και αναμένουμε με ζωηρό ενδιαφέρον τις εξελίξεις. Ίδωμεν!! Άλλωστε η χειραφέτηση της Ευρώπης από τον αμερικανικό παράγοντα και τον αγγλικό συνέταιρό του δοκιμάζεται επί μακρόν, μαζί με την υπομονή μας…
Την ίδια ώρα, στη Τουρκία μαίνεται η σύγκρουση μεταξύ της Κυβέρνησης Ερντογάν από τη μια και του Αρχηγού του γενικού επιτελείου και του προέδρου της τουρκικής δημοκρατίας από την άλλη, εξαιτίας της πρότασης της τουρκικής κυβέρνησης στην ΕΕ για το άνοιγμα των τουρκικών λιμανιών στην Κύπρο, για την οποία οι δεύτεροι δήλωσαν άγνοια.
Ήδη τα κράτη μέλη εμφανίζονται χωρισμένα σε δύο μπλοκ. Το ένα, με βασικό πυρήνα την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αυστρία και τη Γαλλία, υποστηρίζουν πως η Τουρκία πρέπει να λάβει ένα καθαρό μήνυμα με πάγωμα ικανών κεφαλαίων και την οριοθέτηση χρονοδιαγράμματος για να τηρήσει τις δεσμεύσεις της. Το άλλο, με βασικό πυρήνα την Βρετανία την Ισπανία, την Ιταλία και την Σουηδία επιδιώκουν το ελάχιστο των κυρώσεων για την Τουρκία, υποστηρίζοντας ότι "Είναι ισχυρό το μήνυμα που ήδη έχει λάβει η Άγκυρα".
Μέχρι πρότινος οι μεγάλοι εταίροι μας προσπαθούσαν να παρακάμψουν την τουρκική ασυνέπεια. Υπενθυμίζουμε ότι τον Δεκέμβριο του 1999 στη Σύνοδο Κορυφής του Ελσίνκι είχαν αναγορεύσει την Τουρκία υποψήφια προς ένταξη χώρα για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας κι όχι γιατί πληρούσε τα υφιστάμενα κριτήρια. Τότε, όμως, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θεωρούσαν ότι η δέσμευση που αναλάμβαναν ήταν γενική. Τον Δεκέμβριο 2002 στην Κοπεγχάγη είχαν αφήσει τη γειτονική μας χώρα μετεξεταστέα αλλά, όπως ήταν αναμενόμενο, τον περασμένο Δεκέμβριο ικανοποίησαν το αίτημά της. Της έδωσαν ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων και κατ' αυτόν τον τρόπο την έθεσαν σε τροχιά ένταξης, έστω κι αν έθεσαν μια σειρά από πρωτοφανείς όρους.
Γνωστό είναι για “τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ” ότι ουκ ολίγες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επιθυμούν η προοπτική ένταξης της Τουρκίας να εκτραπεί στην πορεία σε μια «ειδική σχέση».
Από την άλλη, οι ΗΠΑ και η Βρετανία, οι οποίες, ως γνωστόν, έχουν εδώ και χρόνια αναλάβει την εργολαβία να θέσουν την Τουρκία σε τροχιά ένταξης, επικαλούμενες ως πρόσχημα το στερεότυπο του κινδύνου διολίσθησης στον ισλαμικό φονταμενταλισμό, ενώ στη πραγματικότητα η στάση τους οφείλεται περισσότερο στη στρατηγική εκτίμησή τους ότι η ένταξή της όχι μόνον θα αποδυναμώσει την Ε.Ε. οικονομικά, αλλά και θα παρεμποδίσει την πολιτική χειραφέτηση της Γηραιάς Ηπείρου, έχουν αποδυθεί τις τελευταίες ημέρες σε μία διπλωματία κάτω από το τραπέζι, προσπαθώντας να επηρεάσουν τα κράτη μέλη που θεωρούν ως φιλοαμερικανικά υπέρ της Τουρκίας, προκειμένου να αποσοβήσουν τα χειρότερα γι’ αυτήν.
Και ξέρουμε το τι παίζεται και αναμένουμε με ζωηρό ενδιαφέρον τις εξελίξεις. Ίδωμεν!! Άλλωστε η χειραφέτηση της Ευρώπης από τον αμερικανικό παράγοντα και τον αγγλικό συνέταιρό του δοκιμάζεται επί μακρόν, μαζί με την υπομονή μας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου