Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2008

“Οικονομική ανάπτυξη και πράσινα άλογα”

Οι τρέχουσες οικονομικές εξελίξεις σε παγκόσμιο οικονομικό επίπεδο και η προκύψασα οικονομική ύφεση, δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία, όπως ίσως νομίζουν ή εξακολουθούν να νομίζουν ορισμένοι, αφού το προεόρτια αυτής είχαν πολλές φορές εμφανιστεί με διάφορες εκφάνσεις την τελευταία κυρίως δεκαετία.
Οι αξίες στα μεγάλα – κεντρικά χρηματιστήρια της γης βυθίζονταν απότομα, αρχής γενομένης, συνήθως, από τις ΗΠΑ, παρασύροντας στο διάβα τους και όλα τα περιφερειακά, όπως και το δικό μας, υπενθυμίζοντας σε όλους μας, εργαζόμενους, επιχειρηματίες, κ.λ.π., την σκληρότητα της παγκοσμιοποίησης, ενός συστήματος, που πολλοί υπερθεμάτισαν, αναβιβάζοντάς το ακόμη και σε “ιδεολογία”, αλλά στην πραγματικότητα αποτέλεσε μια καλοστημένη παγίδα από λίγους για το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού, αφού μέσα από τον φαύλο κύκλο της δομής, αλλά και της λειτουργίας του, απομυζά σε τακτούς κύκλους των 8 με 10 ετών περίπου ένα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου εισοδήματος.
Το σενάριο, λοιπόν, που δοκιμάστηκε στο παρελθόν και κορυφώνεται στις μέρες μας έχει ως εξής: η κατάρρευση των αξιών στα χρηματιστήρια οδηγεί στην έλλειψη ρευστού που αντλούσαν οι εισηγμένες επιχειρήσεις απ’ αυτά, η έλλειψη δε αυτή με τη σειρά της συμπιέζει την παραγωγικότητα μιας χώρας, τους ρυθμούς ανάπτυξης του εμπορίου κ.τ.λ., οι επιχειρήσεις που δεν διαθέτουν μεγάλη οικονομική ρευστότητα δεν μπορούν να υποστηρίξουν την παραγωγική τους λειτουργία και αναγκάζονται να στραφούν στον τραπεζικό δανεισμό και όσες απ’ αυτές έχουν εμπράγματες εξασφαλίσεις ή μεγάλη οικονομική επιφάνεια, επιτυγχάνουν δανεισμό με υψηλό κόστος (διότι για τις άλλες μαύρο φίδι που τις έφαγε), που μέρα με την ημέρα απομυζά το κέρδος τους, αναγκαζόμενες αρχικά να προχωρήσουν σε σταδιακές απολύσεις εργαζομένων, ώσπου τελικά να οδηγηθούν σε χρεοκοπία, με μαζικές πλέον απολύσεις εργαζομένων, οι οποίοι με τη σειρά τους, μη μπορώντας πλέον να είναι συνεπείς με της δανειακές τους υποχρεώσεις (δόσεις για στεγαστικά δάνεια, αγορά αυτοκινήτων και λοιπών καταναλωτικών αγαθών, πιστωτικές κάρτες, κ.λ.π.) οδηγούνται σε κατάρρευση, καταστρέφοντας ζωές και κόπους δεκαετιών.
Ακολουθούν μαζικοί πλειστηριασμοί ακινήτων, οι τιμές των προϊόντων ανεβαίνουν λόγω της αύξησης του κόστους της παραγωγής, αλλά και της ανεξέλεγκτης δράσης των κερδοσκόπων, το λιανικό εμπόριο υφίσταται καθίζηση και οι μικροεπιχειρήσεις που ζουν από τους καταναλωτές, δηλαδή όλους εμάς, οδηγούνται γρήγορα σε μαρασμό και το λουκέτο, με άμεσο απότοκο την περαιτέρω συρρίκνωση της οικονομίας μιας χώρας, η οποία συντηρείται από τους άμεσους και έμμεσους φόρους, που φρόντισε προηγουμένως να στρέψει στην κεφαλή των πολλών, παρέχοντας μειώσεις στην φορολογία των επιχειρήσεων και του μεγάλου κεφαλαίου γενικά, αντανάκλαση της οποίας είναι η μείωση στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) της, στους δείκτες ανάπτυξής της και στην περαιτέρω αδυναμία της να καλύψει τις ανάγκες λειτουργίας των υπερδιογκωμένων δημοσίων υπηρεσιών, αλλά και στην εξυπηρέτηση του εξωτερικού της χρέους, με περαιτέρω ανάγκη για νέο δημόσιο δανεισμό που απαιτεί υψηλότερο κόστος αποπληρωμής, κ.λ.π., ώσπου να επιτευχθεί και η κατάρρευση των παγκόσμιων οικονομιών.
Ωραίο σενάριο, που τώρα βιώνουμε και που το καπιταλιστικό σύστημα ευαγγελίστηκε, στο βωμό της απελευθέρωσης των οικονομιών, μια ψευδεπίγραφη ονομασία της πραγματικής οικονομικής αναρχίας και της ληστείας των πάντων με νομιμοφάνεια και πλήρη αποδοχή.
Η ευτέλεια του συστήματος αυτού αναδεικνύει το μέγιστο των ευθυνών των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων παγκοσμίως, που εξακολουθούν να μιλούν σε μια γλώσσα της προηγουμένης 20ετίας και αδυνατούν να βροντοφωνάξουν το απλούστερο “
σταματήστε, εδώ και τώρα. Πρώτα ο άνθρωπος και το περιβάλλον και μετά η οικονομία”.
Η διέξοδος από τη σήραγγα της παγκόσμιας καπιταλιστικής ύφεσης υπάρχει και εμπεριέχεται στον σοσιαλισμό. ΄Ολες οι παραπάνω ενδείξεις μαζί με πλήθος άλλων επίσημων στατιστικών στοιχείων καταδεικνύουν πως οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για την οριστική κατάρρευση του συστήματος πλησιάζουν, αρκεί να υπάρξει και η μαζική συμμετοχή που θα ενδυναμώσει το λαϊκό κίνημα ενόψει μιάς ριζικής αλλαγής στην κοινωνία και την οικονομία.

Ο καπιταλισμός μας έδειξε με τον πλέον κραυγαλέο τρόπο τα δόντια του• προτεραιότητα στην οικονομία, με αποτέλεσμα οι “φούσκες” πάσης φύσεως, δηλαδή οι υπερτιμημένες αξίες, να αποτελούν την προτεραιότητα και όλα τα άλλα να τίθενται στο περιθώριο. Πάγωμα και εν τέλει μείωση μισθών, κατάρρευση και απαξίωση του ασφαλιστικού συστήματος, γενικότερη απαξία των πάντων και όλα αυτά στο βωμό της οικονομικής ανάπτυξης. Της ποιάς;;

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2008

“Αποθανέτω μετά των αλλοφύλων”

Τι συμβαίνει τελικά με τον Θόδωρο Ρουσόπουλο, ο οποίος στην κυριολεξία τραβά από την μύτη τον Κ.Καραμανλή και την ίδια την Ν.Δημοκρατία στο πάτο του πηγαδιού, με τελικά θύματα τους ίδιους τους πολίτες, αλλά και την Χώρα; Πώς είναι δυνατόν έναν κομματικός “κομήτης”, που δεν προέρχεται από τα στεγανά, ούτε από τον στενό κομματικό πυρήνα του κόμματος αυτού, να αναδεικνύεται σε κορυφαίο κομματικό στέλεχος, σε πείσμα της κομματικής επετηρίδας που επικαλείται το πλείστον των νεοσυντρόφων του, ενώ η προϊστορία του δείχνει ότι προέρχεται από το χώρο του Κ.Κ.Ε.; Τι είδε στο πρόσωπό του ο πρωθυπουργός και έχει κρεμαστεί κυριολεκτικά επάνω του, παραβλέποντας τον αιφνίδιο και γι’ αυτό προκλητικό πλουτισμό αυτού και της συζύγου του, όταν δεν επαρκεί μια ολόκληρη ζωή σκληρής δουλειάς για έναν μέσο έλληνα πολίτη, αλλά και αντίστοιχο συνάδελφό του δημοσιογράφο, για να αποκτήσει αυτά που ο ίδιος κατόρθωσε επί των ημερών διακυβέρνησης της Ν.Δημοκρατίας; Πώς και γιατί εγκατέλειψε το σύνθημά του “σεμνά και ταπεινά”, καθιστώντας αυτό μια παρελθούσα γελοιότητα και γιατί ανέχεται την λειτουργία παράπλευρων κέντρων εξουσίας, που σφετερίζονται προκλητικά τον δημόσιο πλούτο, προς ίδιον όφελος; Η υπόθεση του Βατοπεδίου είναι μέχρι στιγμής η κορυφή του παγόβουνου.
Ύστερα από μόλις τέσσερα χρόνια κυβερνητικής θητείας και δύο εκλογικές αναμετρήσεις, το κυβερνητικό καράβι μοιάζει ακυβέρνητο, με ισχνό στίγμα στο χάρτη και αδύνατο σήμα SOS. Πώς και με ποιους ο Καραμανλής θα αναστρέψει την ηθική απαξία και την γενικότερη κρίση σε όλους τους θεσμούς, που έχει γιγαντωθεί επί των ημερών του, όταν το ζητούμενο για τους περισσοτέρους από τους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος είναι το πώς θα σώσουν το δικό τους κομματικό μέλλον;
«Δεν πρόκειται να θυσιάσω το μέλλον μου για να σωθεί ο Θόδωρος, εγώ ένας επαγγελματίας πολιτικός», επισήμαινε με οργή γνωστό ανώτερο στέλεχος της Ρηγίλλης, υπουργός του Κώστα Καραμανλή, βασικό κοινοβουλευτικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας και με εξαιρετικά επιτυχή πορεία στην εκλογική του Περιφέρεια, σε κατ’ ιδίαν συνομιλία που είχε με δημοσιογράφο αθηναϊκής εφημερίδας, ο οποίος και την έβγαλε στη δημοσιότητα!! Κι αυτή δεν είναι θέση ενός μόνον, αλλά της πλειοψηφίας των στελεχών της Ν.Δημοκρατίας που δεν επιθυμούν να θυσιαστούν μαζικά στις επόμενες εκλογές πιστοί στο σύνθημα «αποθανέτω μετά των αλλοφύλων».
Σε αυτόν το τόπο, όταν οι οιωνοί δεν ήταν καλοί, για να αναστραφεί το κλίμα, πάντα κάποιος θυσιαζόταν. Ο πρωθυπουργός, αν θέλει να πείσει τους οπαδούς, τα μέλη, τους συνεργάτες του και σε τελική ανάλυση όλους εμάς τους πολίτες, ότι δεν είναι άμεσα αναμεμειγμένος με τα φαινόμενα της διαφθοράς και ότι κρατάει στα χέρια του τον έλεγχο των εξελίξεων, να δούμε εάν τελικά θα καταφύγει στην δοκιμασμένη μέθοδο της ανθρωποθυσίας και ποιον τελικά θα θυσιάσει˙ αυτόν που πραγματικά φέρει το μέγιστο των ευθυνών και στοχοποιείται από τους πάντες ή κάποιον από τους λεγόμενους “αντάρτες”, οι οποίοι, παρότι δεν βλάπτουν με την ελευθεροστομία τους το εθνικό συμφέρον, αλλά το στενά κομματικό, εντούτοις φαίνονται προς στιγμήν ως το εύκολο θύμα, κατά το γνωστό “φταίει ο γάιδαρος, χτυπάμε το σαμάρι”.
Εν κατακλείδι, εάν δεν υπάρχει σχέδιο εξόδου από τη κρίση, είναι προτιμότερο να βυθιστεί το ίδιο το καράβι, από το να βυθιστεί η ίδια η Χώρα, παραφράζοντας την επιταγή του άλλοτε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου “βυθίσατε το χόρα”…

Σάββατο 2 Αυγούστου 2008

“Προσοχή στις απομιμήσεις!! ”

«Μια μέρα, ένας φίλος του Νασρεντίν, τον έπεισε να τον πάρει μαζί του σε μια επίδειξη μόδας που δεν είχε ξαναδεί ποτέ του. Ο Νασρεντίν - που δεν ήξερε ακριβώς τι είναι η επίδειξη μόδας - δέχτηκε, παρακολούθησε προσεκτικά από την αρχή ως το τέλος, κι όταν βγήκαν έξω, ο φίλος του τον ρώτησε πώς του φάνηκε. “Σκέτη απάτη”, απάντησε ο Χότζας αμέσως. “Γιατί το λες αυτό”, ρώτησε ο φίλος του κι ο Χότζας απάντησε: “Σου δείχνουν όλες αυτές τις ωραίες γυναίκες και μετά προσπαθούν να σου πουλήσουν τα ρούχα τους”!!»

Αναρωτηθήκατε ποτέ πώς διαμορφώνεται η πολιτική επικαιρότητα; Από τυχαία γεγονότα ή υπάρχουν κάποιοι που την διαμορφώνουν, είτε εξυπαρχής, είτε με αφορμή τα τυχαία; Γιατί αυτά που διατυπώνονται προεκλογικά ως δεσμεύσεις, λησμονούνται μετεκλογικά; Γιατί ορισμένοι υποψήφιοι δείχνουν έμφαση στην επανειλημμένη παρουσία τους στα ΜΜΕ και μετά την εκλογή τους συντηρούν αυτή τη παρουσία τους; Και σε τελική ανάλυση πόση σχέση έχουν οι εμφανίσεις τους με το έργο που υποτίθεται ότι πλέον επιτελούν;

Παρότι η διάσταση μεταξύ πολιτικού λόγου και πολιτικής πρακτικής δεν είναι νέο φαινόμενο, ήδη δε από την αρχαιότητα είχε επισημανθεί η διαφορά ανάμεσα σε αυτό που φαίνεται ότι γίνεται (“φαίνεσθαι”) και σε αυτό που γίνεται στη πραγματικότητα (“πράττειν”) ή που πρέπει να γίνεται (“δέον”), εντούτοις στις μέρες μας ως κύρια εξήγηση στα παραπάνω ερωτήματα αποτελεί ο έσχατος σφιχτός εναγκαλισμός του μάρκετινγκ, με την επικοινωνία και την πολιτική.

Σήμερα, που οι επικοινωνιακές τεχνικές δυνατότητες έχουν μεγαλώσει καταπληκτικά, είναι πλέον δυνατόν πολύ ευκολότερα να κατασκευαστεί, μέσω του λόγου και της εικόνας, μια ψευδής, φαντασιακή πραγματικότητα, η οποία, εν συνεχεία, να απορροφηθεί σαν αληθινή από τον μαζικό καταναλωτή, δηλαδή όλους εμάς. Η προπαγάνδα γίνεται πανίσχυρη και διαμορφώνει ολοκληρωμένους μύθους. Τα πολιτικά θέματα ανεβοκατεβαίνουν τεχνητά στην κλίμακα του κοινωνικού ενδιαφέροντος. Η πραγματικότητα αντιμετωπίζεται με επικοινωνιακούς αντιπερισπασμούς. Όλο και περισσότερο οι πολιτικές νίκες ή ήττες στηρίζονται όχι στην ασκούμενη πραγματική πολιτική, αλλά στην ασκούμενη επικοινωνιακή πολιτική. Έτσι η πολιτική τείνει να μετατραπεί σε τεχνικό επικοινωνιακό παίγνιο.

Όμως το κύριο είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις, επιχειρώντας, χάριν της εξουσίας, να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις νέες μεγάλες δυνατότητες, σταδιακά μεταλλάσσουν και τη σχέση του μάρκετινγκ με την ιδεολογία και τελικά αυτοπαγιδεύονται σε ένα φαντασιακό κόσμο, εγκαταλείποντας και την εξουσία και την πραγματικότητα στα συμφέροντα εξωπολιτικών κέντρων (οικονομικές δυνάμεις, κρατική γραφειοκρατία κ.λ.π.).

Εάν στα τρία (3) στοιχεία, που προαναφέραμε, προστεθούν και οι δημοσκοπήσεις, οι οποίες έχουν αναδειχθεί, επικίνδυνα, σε κυρίαρχο εργαλείο έκφρασης τάσεων και απόψεων και λειτουργούν συχνά καθοδηγητικά στην πολιτική απόφαση ή στρατηγική, τότε θα έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα για το ποιες είναι οι παράμετροι που καθοδηγούν σήμερα στην ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών, στη λήψη αποφάσεων και γενικότερα στη διακυβέρνηση.

Έτσι, επί παραδείγματι ο κ.Καραμανλής, ο οποίος συστηματικά υποτάσσει στο «φαίνεσθαι», τόσο το «δέον» όσο και το «πράττειν», έχει καταστεί κι ο ίδιος θύμα αυτής της αυτοπαγίδευσης στον κόσμο του φαντασιακού και τους κανόνες του. Περισσότερο ενδιαφέρεται για την επικοινωνιακή εικόνα του και λιγότερο για την έμπρακτη πολιτική. Έτσι εξηγούνται εν πολλοίς οι μνημειώδεις γκάφες του στο επίπεδο του πραγματικού κόσμου (απογραφή, εξεταστική, σχέδιο Ανάν, ελληνοτουρκική συμφωνία μείωσης των εξοπλισμών(!) κλπ). Έτσι εξηγείται, επίσης, η επιμονή του στην βερμπαλιστική εκστρατεία «ηθικής» κάθαρσης, που βέβαια εξελίσσεται στο επίπεδο του φαντασιακού (βλ.ηλεκτρονικές παρακολουθήσεις, ομόλογα, Ζαχόπουλος, Siemens, κ.α.). Τέλος, έτσι εξηγείται η προκλητική απουσία του και η εντυπωσιακή παθητικότητά του στην αντιμετώπιση των πιο κρίσιμων ζητημάτων.

Αλλά και σε επίπεδο Πολιτικών, ακόμη και ο κόσμος των πολιτικών ιδεών, των πολιτικών διακυβευμάτων, των δημόσιων ηθικών διλημμάτων, των δομών και των λειτουργιών του τρόπου πολιτικής κυριαρχίας, καθώς και των ιστορικών μηχανισμών, που τις υποστηρίζουν, έρχονται σε δεύτερη μοίρα και αντικαθίστανται βαθμηδόν από ένα συνονθύλευμα “προσωπικοτήτων” και “διασημοτήτων”, που ενεργούν όλο και περισσότερο βάσει των κανόνων της βιομηχανίας του θεάματος και της "κουλτούρας της προβολής".

Τα όποια προσωπικά προσόντα του, εξαρτώμενου ολοένα και περισσότερο από επαγγελματίες συμβούλους πολιτικής επικοινωνίας, που αναλαμβάνουν τη βελτίωση και την προώθηση της εικόνας του, Πολιτικού, αναδεικνύονται και τονίζονται από την τηλεοπτική τεχνολογία και σκηνοθεσία, προκειμένου να επιτύχουν, μέσω της καλλιέργειας στο θεατή της εντύπωσης πως ό,τι ακριβώς βλέπει ανταποκρίνεται σε ό,τι συμβαίνει στην πραγματικότητα - γεγονός βεβαίως που δεν ισχύει: α) την εξ αποστάσεως οικειότητα, β) την απαξίωση της ρητορικής και του πολιτικού λόγου και γ) την ασάφεια της πολιτικής πληροφορίας.

Έτσι, πολλοί Πολιτικοί απομακρύνονται, αν δεν έχουν αποξενωθεί πλήρως, από την παλαιά παράδοση της ρητορικής τέχνης. «Πουλώντας» τον εαυτό τους ως προϊόν των Μέσων, συγχέουν το ευπαρουσίαστο με το εύγλωττο, την πειθώ με την πειστικότητα, το φαίνεσθαι με το είναι, το πρόσωπο με το προσωπείο. Η τηλεοπτική, και γι' αυτό προσωποποιημένη, πολιτική παρουσία έχει επιφέρει έναν διπλό διαχωρισμό: της εικόνας από τη λογική κρίση και του πολιτικού λόγου από την πολιτική σκέψη.

Όσο μάλιστα τα μηνύματα αυτά απευθύνονται σε ένα κοινό που είναι αδρανές, αδιάφορο ή μπερδεμένο και κατάπληκτο μπροστά στο ακατανόητο της πολιτικής, τόσο περισσότερο βαρύνει το φαίνεσθαι από το περιεχόμενο αυτών που λέγονται ή υπονοούνται. Αυτά τότε προσαρμόζονται στα εκ των προτέρων έτοιμα διχοτομικά σχήματα: ειλικρινής - ανειλικρινής, δυναμικός - άτονος, ζεστός - ψυχρός, ευχάριστος - δυσάρεστος, συμπαθητικός - αντιπαθής, όμορφος - άσχημος, οξύνους - βραδύνους και ούτω καθεξής. Κατά μία έννοια και μέχρι ενός ορίου, η αναζήτηση του πρακτέου αντικαθίστανται από τη διαχείριση εντυπώσεων.
Βέβαια η πραγματική ζωή δεν είναι δυνατόν να παρακαμφθεί ούτε απόλυτα, ούτε μακροπρόθεσμα. Στην πράξη πρόκειται για μια διελκυστίνδα ανάμεσα στο φαντασιακό και το πραγματικό. Η διαδικασία γίνεται πιο σύνθετη καθώς ο παίκτης δεν είναι μόνος. Υπάρχουν και άλλοι παίκτες που χρησιμοποιούν το φαντασιακό και την προπαγάνδα σε άλλη (ενδεχομένως αντίθετη) κατεύθυνση.
Εν τέλει, για να μην καταστούμε και πάλι θύματα απάτης απ’αυτούς που άλλα σου δείχνουν και άλλα θέλουν να σου λανσάρουν, όπως προειδοποιεί και ο Χότζας, θα πρέπει να θυμηθούμε το αυτονόητο, ότι οι πράξεις είναι αυτές που θα καθορίσουν το τί είναι ένα Κόμμα ή ένας Πολιτικός και όχι οι δηλώσεις ή οι διακηρύξεις τους και καθ’ ο μέρος αφορά τους Πολιτικούς, ούτε οι τίτλοι ή η οικονομική τους κατάσταση ή η εξωτερική τους εμφάνιση…

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2008

“ Περί της διακρίσεως της πολιτικής του «φαίνεσθαι» και του «πράττειν»”

Μια μέρα, ένας φίλος του Νασρεντίν, τον έπεισε να τον πάρει μαζί του σε μια επίδειξη μόδας που δεν είχε ξαναδεί ποτέ του. Ο Νασρεντίν - που δεν ήξερε ακριβώς τι είναι η επίδειξη μόδας - δέχτηκε, παρακολούθησε προσεκτικά από την αρχή ως το τέλος, κι όταν βγήκαν έξω ο φίλος του τον ρώτησε πώς του φάνηκε. “Σκέτη απάτη”, απάντησε ο Χότζας αμέσως. “Γιατί το λες αυτό”, ρώτησε ο φίλος του κι ο Χότζας απάντησε: “Σου δείχνουν όλες αυτές τις ωραίες γυναίκες και μετά προσπαθούν να σου πουλήσουν τα ρούχα τους”!!

******

Η διάσταση ανάμεσα σε πολιτικό λόγο και πολιτική πράξη δεν είναι νέο φαινόμενο. Αυτό που σήμερα αλλάζει ριζικά είναι η ένταση και η έκταση του φαινομένου. Καθώς οι επικοινωνιακές τεχνικές δυνατότητες έχουν μεγαλώσει καταπληκτικά, είναι πλέον δυνατόν πολύ ευκολότερα να κατασκευαστεί, μέσω του λόγου και της εικόνας, μια ψευδής, φαντασιακή πραγματικότητα η οποία εν συνεχεία να απορροφηθεί ως αληθής από τον μαζικό καταναλωτή, δηλαδή το λαό. Η κοινωνική συνείδηση διαμορφώνεται όλο και λιγότερο από τα βιώματα και την άμεση εμπειρία του ατόμου-υποκειμένου και όλο και περισσότερο από την επιβαλλόμενη από τα ΜΜΕ μαζική κουλτούρα. Η προπαγάνδα γίνεται πανίσχυρη και διαμορφώνει ολοκληρωμένους μύθους. Τα πολιτικά θέματα ανεβοκατεβαίνουν τεχνητά στην κλίμακα του κοινωνικού ενδιαφέροντος. Η πραγματικότητα αντιμετωπίζεται με επικοινωνιακούς αντιπερισπασμούς. ΄Ολο και περισσότερο οι πολιτικές νίκες ή ήττες στηρίζονται όχι στην ασκούμενη πραγματική πολιτική, αλλά στην ασκούμενη επικοινωνιακή πολιτική. ΄Ετσι η πολιτική τείνει να μετατραπεί σε τεχνικό επικοινωνιακό παίγνιο. ΄Όμως το κύριο είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις επιχειρώντας να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις νέες μεγάλες δυνατότητες χάριν της εξουσίας, τελικά αυτοπαγιδεύονται σ’ ένα φαντασιακό κόσμο, εγκαταλείποντας και την εξουσία και την πραγματικότητα στα συμφέροντα εξωπολιτικών κέντρων (οικονομικές δυνάμεις, κρατική γραφειοκρατία κλπ).

Βέβαια η πραγματική ζωή δεν είναι δυνατόν να παρακαμφθεί ούτε απόλυτα ούτε μακροπρόθεσμα. Στην πράξη πρόκειται για μια διελκυστίνδα ανάμεσα στο φαντασιακό και το πραγματικό. Η διαδικασία γίνεται πιο σύνθετη καθώς ο παίκτης δεν είναι μόνος. Υπάρχουν και άλλοι παίκτες που χρησιμοποιούν το φαντασιακό και την προπαγάνδα σε άλλη (ενδεχομένως αντίθετη) κατεύθυνση.

Ο κ. Καραμανλής φαίνεται πως είναι θύμα αυτής της αυτοπαγίδευσης στον κόσμο του φαντασιακού και τους κανόνες του. Περισσότερο ενδιαφέρεται για την επικοινωνιακή εικόνα του και λιγότερο για την έμπρακτη πολιτική. Δηλαδή υποτάσσει συστηματικά στο φαίνεσθαι, τόσο το δέον όσο και το πράττειν. ΄Ετσι εξηγούνται εν πολλοίς οι μνημειώδεις γκάφες του στο επίπεδο του πραγματικού κόσμου (απογραφή, εξεταστική, σχέδιο Ανάν, ελληνοτουρική συμφωνία μείωσης των εξοπλισμών(!) κλπ). Αλλά έτσι εξηγείται επίσης η επιμονή του στην βερμπαλιστική εκστρατεία «ηθικής» κάθαρσης που βέβαια εξελίσσεται στο επίπεδο του φαντασιακού. Τέλος έτσι εξηγείται η προκλητική απουσία του και η εντυπωσιακή παθητικότητά του στην αντιμετώπιση των πιο κρίσιμων ζητημάτων.

Ο κ. Καραμανλής δεν χαρακτηρίζεται φυσικά, μόνον από τα επικοινωνιακά του πάθη. Πολιτικά εκφράζει τον ελληνικό νεοσυντηρητισμό αλλά και την παραδοσιακή κρατικίστικη Δεξιά. ΄Όμως εδώ δεν έχουμε να κάνουμε κυρίως με λαθεμένους ή αδιέξοδους πολιτικούς προσανατολισμούς στη διακυβέρνηση της χώρας. Λόγω της αυτοπαγίδευσής του, έχουμε να κάνουμε –πολύ χειρότερα- με αδυναμία διακυβέρνησης κυριολεκτικά. Η αδυναμία αυτή δεν κατανοείται αυτομάτως, αμέσως και σ’ όλη της την έκταση από τους πολίτες.

Τόσο πιο γρήγορα και βαθύτερα θα γίνει κατανοητή η κυβερνητική αδυναμία, όσο πιο γρήγορα και πληρέστερα θα γίνει η ανασυγκρότηση του ΠΑΣΟΚ. Οι συσχετισμοί δύναμης θα αλλάξουν εφ’ όσον το ΠΑΣΟΚ ανανεώσει ριζικά τη φυσιογνωμία του και δεν αρκεστεί σε μικροβελτιώσεις άνευ σημασίας.

Ο κόσμος των πολιτικών ιδεών, των πολιτικών διακυβευμάτων, των δημόσιων ηθικών διλημμάτων, των δομών και των λειτουργιών του τρόπου πολιτικής κυριαρχίας, καθώς και των ιστορικών μηχανισμών που τις υποστηρίζουν μετατρέπεται βαθμιαίως σε ένα ριπίδιο προσωπικοτήτων και διασημοτήτων που ενεργούν όλο και περισσότερο βάσει των κανόνων της βιομηχανίας του θεάματος και της "κουλτούρας της προβολής". Τούτο βεβαίως είναι μια από τις εκφάνσεις της “αμερικανοποίησης” της πολιτικής και της «ενημερω-διασκέδασης» (infotainment), διαδικασιών που παγκοσμιοποιούνται ολοένα και περισσότερο.

Όσο μάλιστα τα μηνύματα απευθύνονται σε ένα κοινό που είναι αδρανές, αδιάφορο ή μπερδεμένο και κατάπληκτο μπροστά στο ακατανόητο της πολιτικής, τόσο περισσότερο βαρύνει το φαίνεσθαι από το περιεχόμενο αυτών που λέγονται ή εξυπονοούνται. Αυτά τότε προσαρμόζονται στα έτοιμα διχοτομικά σχήματα: ειλικρινής- ανειλικρινής, δυναμικός-άτονος, ζεστός-ψυχρός, ευχάριστος-δυσάρεστος, συμπαθητικός-αντιπαθής, όμορφος-άσχημος, οξύνους-βραδύνους και ούτω καθεξής. Κατά μία έννοια και μέχρι ενός ορίου, η αναζήτηση του πρακτέου αντικαθίστανται από τη διαχείριση εντυπώσεων. Πολιτικές αρχές, αξίες, προγράμματα, μέθοδοι και στρατηγικός σχεδιασμός έρχονται σε δεύτερη μοίρα, απέναντι στα όποια προσωπικά προσόντα που αναδεικνύονται και τονίζονται από την τηλεοπτική τεχνολογία και σκηνοθεσία

Τρεις θεωρώ ότι είναι οι βασικές παράμετροι της προσωποποίησης του Πολιτικού δια μέσου της τηλεόρασης: α) η εξ αποστάσεως οικειότητα, β) η απαξίωση της ρητορικής και του πολιτικού λόγου, γ) η ασάφεια της πολιτικής πληροφορίας.

Η τηλεόραση κινητοποιεί ένα ρεαλισμό των αισθήσεων (της όρασης και της ακοής) και καλλιεργεί στο θεατή την εντύπωση πως ό,τι ακριβώς βλέπει ανταποκρίνεται σε ό,τι συμβαίνει στην πραγματικότητα- γεγονός βεβαίως που δεν ισχύει

Έχει μεταλλαχθεί το περιεχόμενο και η λειτουργία της ρητορικής· εξαρτώμενοι ολοένα και περισσότερο από επαγγελματίες συμβούλους πολιτικής επικοινωνίας, από επιτελεία πολιτικού μάρκετινγκ που αναλαμβάνουν τη βελτίωση και την προώθηση της εικόνας των πολιτικών ηγετών, καθώς και από τα μαζικά μέσα ενημέρωσης και ιδίως την τηλεόραση, πολλοί πολιτικοί απομακρύνονται, αν δεν έχουν αποξενωθεί πλήρως, από την παλαιά παράδοση της ρητορικής τέχνης. «Πωλώντας» τον εαυτό τους ως προϊόν των Μέσων, συγχέουν το ευπαρουσίαστο με το εύγλωττο, την πειθώ με την πειστικότητα, το φαίνεσθαι με το είναι, το πρόσωπο με το προσωπείο. Η τηλεοπτική, και γι' αυτό προσωποποιημένη, πολιτική παρουσία έχει επιφέρει έναν διπλό διαχωρισμό: α) της εικόνας από τη έλλογη κρίση και β) του πολιτικού λόγου από την πολιτική σκέψη

Τα περισσότερα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης περιβάλλουν τις ειδήσεις με μιαν αναπόφευκτη ασάφεια, που καλλιεργείται από υπαινικτικούς τίτλους, διφορούμενες εκφράσεις, αβαθή ανάλυση, «ισορροπημένη» κάλυψη μιας αντιδικίας ή ενός κοινωνικού προβλήματος, ακόμα και όταν δεν υπάρχει σοβαρός αντίλογος ή αρθρωμένη αντίθετη άποψη, καθώς και από αφηγήσεις που εναλλάσσουν την απειλή με την καθησύχαση

Ο κ. Καραμανλής συστηματικά υποτάσσει στο «φαίνεσθαι», τόσο το «δέον» όσο και το «πράττειν». Όμως οι επικοινωνιακές κατασκευές δεν αντέχουν επί μακρόν στη σύγκρουση με την πραγματική ζωή.

Οι σύγχρονες συγκυρίες ενισχύουν τη συσχέτιση μάρκετινγκ-επικοινωνίας και πολιτικής και σταδιακά μεταλλάσσουν και τη σχέση μάρκετινγκ και ιδεολογίας. Αυτή η εξέλιξη οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι έχουν αλλάξει τα εργαλεία που καθοδηγούν στην ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών, στη λήψη αποφάσεων και γενικότερα στη διακυβέρνηση. Οι δημοσκοπήσεις παραδείγματος χάριν, έχουν αναδειχθεί σε κυρίαρχο εργαλείο έκφρασης τάσεων και απόψεων λειτουργώντας συχνά καθοδηγητικά στην πολιτική απόφαση ή στρατηγική. Γεγονός τόσο αναμφισβήτητο όσο και επικίνδυνο για την μετεξέλιξη της πολιτικής και δημόσιας ζωής, που σε συνδυασμό με τη διαρκή συρρίκνωση του ρόλου των πολιτικών κομμάτων, αλλά και την υπερχείλιση της πληροφορίας θα αλλάξει δραματικά τον τρόπο παραγωγής και διάχυσης της πολιτικής.

Όταν η πληροφόρηση ξεπερνά τα όρια μεταξύ αλήθειας και συνεπειών, προκειμένου να εξυπηρετήσει μια ιδιότυπη ατζέντα αναρωτιέται κανείς αν η ομπρέλα του δημόσιου συμφέροντος αφορά μόνο στα ΜΜΕ, παρέχοντας τους την «εδική» εντολή να διασχίζουν και να παραβιάζουν τα ηθικά, πολιτικά και νομικά σύνορα που όλοι οι άλλοι θα πρέπει να σέβονται. Η έλλειψη ουσιαστικής παιδείας είναι ο προθάλαμος για την ανεύθυνη δημοσιογραφία που βρίσκει εύπεπτη λεία την ιδιωτική ζωή, την τοποθετεί άκριτα στο προσκήνιο, μετερχόμενη αθέμιτων μέσων, συχνά παραβιάζοντας κανόνες ηθικής και αξιοπρέπειας που αφορούν όχι μόνο στο αντικείμενο της «έρευνας» αλλά και στο υποκείμενο της, τον ίδιο το δημοσιογράφο ο οποίος θριαμβολογεί για την αποκάλυψη που πέτυχε ψευδόμενος ή μη αποκαλυπτόμενος, εγείροντας σωρεία ζητημάτων που δεν αφορούν μόνο την ηθική αλλά και την κοινή λογική.

Οι πράξεις σου έναντι των Πατρώων Θεών θα καθορίσουν το τί είσαι και όχι οι τίτλοι σου, ή η οικονομική σου κατάσταση, ή η εξωτερική σου εμφάνιση.

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2008

“Ο κλέψας του κλέψαντος”


Κάποτε ένας γείτονας του Νασρεντίν, τον βρήκε γονατισμένο έξω από το σπίτι του να ψάχνει κάτω στο δρόμο για κάτι. «Τι έχασες, Χότζα μου», τον ρωτάει. «Το κλειδί μου», απαντάει ο Νασρεντίν. Αφού τον παρακολούθησε ο γείτονας για λίγα λεπτά να ψάχνει, τον ρωτάει: «Και πού σου έπεσε το κλειδί σου, Χότζα μου;». «Μέσα στο σπίτι μου», απαντάει εκείνος. «Και γιατί τότε, το ψάχνεις εδώ έξω;» «Γιατί, εδώ έχει περισσότερο φως», απάντησε ο Χότζας.

Ο τίτλος αυτής της μελαγχολικής ιταλικής κωμωδίας με τους Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, Κλαούντια Καρντινάλε και Βιτόριο Γκάσμαν, ένα έργο σταθμός στην ιστορία του κινηματογράφου, που συμπλήρωσε σχεδόν μισό αιώνα ζωής, ταίριαξε γάντι σε τούτο το αφιέρωμα, αφού παραμένει επίκαιρο όσο ποτέ.
Ναι μεν «το ψάρι βρωμάει απ’ το κεφάλι», τώρα όμως η σήψη έχει αρχίσει να προχωράει, αλλά ποιά είναι η έκταση της διαφθοράς στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα; Ζούμε σε μια χώρα στην οποία όλοι γνωρίζουμε ότι τα φαινόμενα και κρούσματα διαφθοράς πολλαπλασιάζονται από την μια μέρα στην άλλη. Στην Ελλάδα του 2008, όπου τηρούνται πιστά οι παραδόσεις, η διαφθορά σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, συνεχίζει να υφίσταται, παρά τις όποιες συχνά μικρές προσπάθειες αναδιάταξης και εφαρμογής των νόμων, που συνήθως αυτοαναιρούνται στην πράξη. Η δωροδοκία στην ελληνική κοινωνία, η εικόνα που αντανακλά πλήρως και ο τίτλος "ο κλέψας του κλέψαντος", αλλά και η αδιαφορία για την όποια επανόρθωση της θλιβερής αυτής κατάστασης, συντείνουν στην δημιουργία ενός κλίματος όπου επικρατούν και βασιλεύουν η αβεβαιότητα, η ανασφάλεια και η απουσία μέτρου στις συναλλαγές και συνδιαλλαγές.
Και ενώ όλες οι κυβερνήσεις φωνάζουν για την καταπολέμηση της διαφθοράς, την στιγμή που όλοι κραυγάζουν πως επιτέλους κάτι πρέπει να γίνει για την εξάλειψη του νοσηρού αυτού φαινομένου, ουσιαστικά τίποτε δεν έχει αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες. Έτσι, εάν οι παλιοί μιλούσαν για τον "Μπάρμπα στην Κορώνη", οι νέοι μιλούν για το όποιο "βύσμα" στις όποιες υπηρεσίες και Οργανισμούς. Και δη με οικονομικό αντάλλαγμα, διόλου ευκαταφρόνητο. Τα νοσοκομεία, δημόσια και ιδιωτικά, βρίσκονται με απόσταση στην πρώτη θέση του χώρου όπου έλαβε χώρα κάποιο περιστατικό διαφθοράς, και ακολουθούν κατά πόδας οι πολεοδομίες, οι εφορίες, το υπουργείο Μεταφορών, οι Δήμοι, το Υπουργείο Υγείας, το ΙΚΑ κλπ. Στον ιδιωτικό τομέα τα νοσοκομεία ακολουθούν οι γιατροί και τα ιατρεία, οι Τράπεζες, κ.λ.π..
Το ανησυχητικό πάντως, είναι ότι ενώ είναι διάχυτη η αίσθηση ότι υπάρχει διαφθορά στον πολιτικό βίο, στο δημόσιο, στις συναλλαγές κ.λ.π. κανείς δεν αντιδρά. Όλοι πλέον θεωρούμε λίγο-πολύ φυσιολογικά αυτά τα πράγματα και δεν τα δίνουμε σημασία παρά μόνο για μερικές μέρες. Θεωρούμε δεδομένο ότι κάθε σπίτι έχει λίγο-πολύ κάποια αυθαιρεσία, ότι κάθε επαγγελματίας κλέβει λίγο-πολύ το κράτος, κάθε εφοριακός λίγο-πολύ τα παίρνει, κάθε δημόσιος υπάλληλος λίγο-πολύ λουφάρει, ότι για να περάσεις καλά στο στρατό πρέπει να χεις "βύσμα", ότι για να διοριστείς πρέπει να "λαδώσεις", ότι για να ψηφίσεις κάποιον πρέπει να πάρεις αντάλλαγμα, κ.ο.κ.. Είναι διάχυτη η αίσθηση ότι δεν υπάρχει αξιοκρατία και ότι γίνεται "το μέσον του μέσου", κ.λ.π..
Φυσιολογικό θα ήταν να ξέρεις ότι αν έχεις τα περισσότερα προσόντα θα πάρεις τη δουλειά, φυσιολογικό θα ήταν να ξέρεις ότι είσαι ίσος, με οποιονδήποτε άλλο πολίτη, απέναντι στους νόμους, φυσιολογικό θα ήταν να ξέρεις ότι αφού πληρώνεις ασφάλεια πρέπει να έχεις ασφάλεια (περίθαλψη, σύνταξη), ότι αφού δουλεύεις θα πάρεις τα χρήματα που δικαιούσαι...
Καταντήσαμε να θεωρούμε ουτοπία το φυσιολογικό και το αυτονόητο και να θεωρούμε φυσιολογικό το διαστρεβλωμένο, την παρενέργεια...
Μέσα σε αυτό το κλίμα γενικής απαξίωσης ακόμη και η πολιτική ζωή του τόπου κινείται συνεχώς μεταξύ λάσπης, συκοφαντίας και διαβολής. Βάλλεται από μια ακατάσχετη φημολογία και σπερμολογία, με ονόματα που εξακοντίζονται αδιακρίτως δεξιά και αριστερά, σε σημείο που να έχουμε καταστεί θύματα μιας επιχείρησης διασυρμού του πολιτικού κόσμου στο σύνολό του, για την οποία πολλοί δυσκολευόμαστε να καταλάβουμε πού αποβλέπει. Και, για να είμαι ειλικρινής, ούτε με νοιάζει, όποιος κι αν εμπλέκεται. Να βρεθεί και να τιμωρηθεί. Αρκεί να εμπλέκεται. Αρκεί να μην κατασκευάζουμε υπόπτους ή ενόχους από συνάφεια. Αρκεί η καταγγελία είναι ορθή, οπότε ασφαλώς έχει πρόβλημα ο καταγγελλόμενος πολιτικός. Αλλά αν δεν είναι, τότε ποιος θα εξαλείψει την υποψία που τον βαραίνει; Και αρκεί ένα σκάνδαλο να μη χρησιμοποιείται ως πολιορκητικός κριός κατά του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του. Από αυτή την άποψη είναι απολύτως ορθή η απόφαση του ΠαΣοΚ να αναστείλει την ιδιότητα του μέλους σε όσους εμπλέκονται στην υπόθεση Siemens, χωρίς αυτό να προδικάζει και την ενοχή τους.
Εν κατακλείδι, αντί να αναλωνόμαστε στην εξιχνίαση μόνον της διερεύνησης του ενός ή του άλλου σκανδάλου, θεωρώντας πως «εδώ έχει περισσότερο φως», όπως απάντησε και ο Χότζας, θα πρέπει να δούμε το πρόβλημα της διαφθοράς στο σύνολό της, επειδή δεν είναι πρόβλημα μιας κατά τα άλλα ηθικής κοινωνίας, αλλά μιας κοινωνίας που έχει χάσει το προσανατολισμό της, τις αρχές και τις αξίες της και χωρίς αυτές η κοινωνική κατάρρευση είναι προ των πυλών…